ΑΠΟΨΕΙΣ Τράπεζες, κράτος και «ιδιώτες» επενδυτές

Τράπεζες, κράτος και «ιδιώτες» επενδυτές

Τράπεζες, κράτος και «ιδιώτες» επενδυτές
From Antonis Ellinas
2/3/2012 8:09
Το ενδεχόμενο κρατικοποίησης κυπριακών τραπεζών αρχικά με τρόμαξε.  Το κυπριακό δημόσιο δεν χρειάστηκε να κρατικοποιήσει τις κυπριακές τράπεζες το 1974 και θα το κάνει τώρα; Η ιστορία είναι άλλωστε σε βάρος της επιχειρηματικής δραστηριότητας του κυπριακού κράτους.  Από τις αερομεταφορές μέχρι τα ξενοδοχεία, το μόνο που κατάφερε το κυπριακό δημόσιο είναι να φορτώσει τους φορολογούμενους με ζημιές και χρέη. Οι μόνοι ίσως τομείς που το κράτος δεν ζημιώνει είναι σε ορισμένους ημικρατικούς, που εξακολουθούν να απολαμβάνουν τα οφέλη της μονοπωλιακής (ΑΗΚ) ή της δεσπόζουσας (Cyta) θέσης τους. Η κομματοκρατία των ημικρατικών οργανισμών – που ξεκινά από τις διοικήσεις τους – είναι αρκετός λόγος για να ενεργοποιηθούν αντικρατικά αντανακλαστικά. Το κυπριακό κράτος δεν είναι κράτος δικαίου όπως άλλα (οι Moody’s μας δίνουν βαθμολογία Ε για το νομικό μας σύστημα).  Είναι ένα πελατειακό κράτος που, όπως αναφέρει ο πρώην υπουργός Οικονομικών, έχει μεγάλη διαφθορά και, όπως λένε ξένοι παρατηρητές, θεωρείται από τα πιο αδιαφανή στην Ευρώπη. Το ενδεχόμενο, λοιπόν, ότι ένας σχετικά πετυχημένος τομέας της ιδιωτικής οικονομίας όπως ο τραπεζικός θα καταλήξει σε αυτό το αδιαφανές, διεφθαρμένο, πελατειακό κράτος θεωρείται από πολλούς ως η έσχατη επιλογή. Αυτά τα επιχειρήματα ίσχυαν, βέβαια, μέχρι πριν λίγες μέρες. Έκτοτε έχουν αλλάξει κάποια σημαντικά δεδομένα. Οι κυπριακές τράπεζες έχασαν €4,4 δισ. ή το 26% του κυπριακού ΑΕΠ.  Ο πλέον πετυχημένος κλάδος της οικονομίας έχασε μέσα σε ένα χρόνο περισσότερα από όσα ήταν τα ελλείμματα του κυπριακού κράτους τα τελευταία χρόνια. Πέραν αυτού, οι φερόμενοι ως υποψήφιοι μέτοχοι της Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας (η Ρωσική VTB στην οποία συμμετέχει το κράτος με 75%, το Abu Dhabi, το Κατάρ και η China Development Bank) δεν είναι «ιδιωτικά κεφάλαια» αλλά οργανισμοί που ανήκουν σε άλλα (και διαφορετικά από την Κύπρο) κράτη ή κρατίδια. Γιατί λοιπόν να προτιμήσουμε αυτούς τους μετόχους περισσότερο από το δικό μας κράτος; Μια πιθανή απάντηση είναι ότι σε αντίθεση με αυτά τα κράτη, το κυπριακό δημόσιο δεν έχει τους πόρους να συμμετέχει μετοχικά στις κυπριακές τράπεζες και θα πρέπει να δανειστεί, αυξάνοντας το δημόσιο χρέος στο 80%.  Αυτό όμως έχει ήδη προεξοφληθεί από τους ξένους οίκους αξιολόγησης, που προβλέπουν εδώ και ένα χρόνο αύξηση του χρέους κατά 5-15% λόγω τραπεζών, και μας έχουν σε junk ή στα όρια του junk.  Πέραν αυτού, η Κύπρος έχει ήδη αποκλειστεί από τις διεθνείς αγορές και ακόμα και αν δεν στηρίξει τις τράπεζες, το κράτος δύσκολα θα ξεφύγει από το διακρατικό δανεισμό. Μια δεύτερη πιθανή απάντηση είναι ότι σε αντίθεση με αυτά τα κράτη-επενδυτές, το κυπριακό δημόσιο θα προσπαθήσει μέσω των τραπεζών να εξυπηρετεί κομματικούς «πελάτες» με αποτέλεσμα να επιδεινώσει αντί να βελτιώσει την κατάσταση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Με όλα του τα κενά, όμως, το νομοσχέδιο που ψηφίστηκε το Δεκέμβριο από τη βουλή για κρατική στήριξη των τραπεζών περιορίζει αυτό το ενδεχόμενο δίνοντας ουσιαστικό ρόλο και βέτο στην Κεντρική Τράπεζα σε όλες τις σημαντικές αποφάσεις του Υπουργικού. Όπως ανέφερα στην αρχή, το κυπριακό κράτος δεν είναι ο ιδεώδης επενδυτής στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα.  Δεν είναι ούτε το βρετανικό κράτος (που στήριξε, για παράδειγμα, την RBS), ούτε το ελβετικό (που στήριξε τη UBS), ούτε το γερμανικό (που στήριξε την Commerzbank). Δεν έχω πειστεί όμως ότι τη δεδομένη στιγμή το κυπριακό κράτος είναι χειρότερη λύση από αυτές που ακούγονται. Το κράτος μπορεί σήμερα να συμμετέχει στη Λαϊκή με τους όρους που θα επιλέξει.  Αν η τράπεζα τα καταφέρει, το κράτος θα είναι σε θέση να πωλήσει τις μετοχές του με ευνοϊκότερους όρους και σημαντικό όφελος. Αν η τράπεζα δεν τα καταφέρει, το κράτος θα οδηγηθεί σε ακόμα μεγαλύτερες διακρατικές εξαρτήσεις από αυτές που έχει σήμερα. Η άποψη ότι πρέπει να οδηγηθούμε στο σημείο των υπερβολικών εξαρτήσεων από μόνοι μας – πριν καν προσπαθήσουμε να τα καταφέρουμε αυτόνομα – δεν με έχει πείσει. Προτιμώ, άλλωστε, τους κινδύνους που ξέρω (αύξηση χρέους, κομματικοποίηση τραπεζών) παρά αυτούς που δεν ξέρω. Αντώνης Έλληνας Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικών Επιστημών Πανεπιστημίου Κύπρου
NEWSLETTER