Κυρώσεις: Μακροοικονομικό κτύπημα και πολιτικές ανάκαμψης
Κυρώσεις: Μακροοικονομικό κτύπημα και πολιτικές ανάκαμψης
25/12/2024 6:00

Τις μακροοικονομικές επιπτώσεις των κυρώσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της Ρωσίας, για την κυπριακή οικονομία, καθώς και την επίδραση πολιτικών βιώσιμης ανάκαμψης, εξετάζει μελέτη ακαδημαϊκών.

Η μελέτη που διεξήγαγαν ο Κωνσταντίνος Μαυριγιαννάκης και ο Στυλιανός Σακκάς, πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος A.G. Leventis Research Innovation Programme on Cyprus, του Πανεπιστημίου LSE.

Σε άρθρο τους στο ενημερωτικό δελτίο του Κέντρου Οικονομικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Κύπρου, οι συγγραφείς της μελέτης σημειώνουν ότι αυτή έχει διττό σκοπό.

Πρώτον, στοχεύει στην αξιολόγηση των μακροοικονομικών επιπτώσεων του συνεχιζόμενου πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, εξετάζοντας ιδιαίτερα τον τρόπο με τον οποίο οι κυρώσεις της ΕΕ κατά της Ρωσίας συμβάλλουν σε αυτές τις επιπτώσεις.

Σε αυτό το πλαίσιο συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε ότι οι κυρώσεις επηρεάζουν την οικονομία που επιβάλλει κυρώσεις (ΕΕ συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου) μέσω της εξαγωγής αγαθών και υπηρεσιών (κυρίως του τουρισμού και των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών), των πληθωριστικών πιέσεων στα εισαγόμενα προϊόντα και ειδικότερα στον ενεργειακό τομέα και των άμεσων ξένων επενδύσεων από την Ρωσία προς την Κύπρο.

Δεύτερον, δεδομένων των παρόντων συνθηκών, αναφέρουν ότι αναλύθηκαν προσεγγίσεις πολιτικής για την προώθηση μιας βιώσιμης οικονομικής ανάκαμψης, δίνοντας έμφαση σε ένα σύνολο επενδυτικών πολιτικών παράλληλα με διαρθρωτικές και φορολογικές μεταρρυθμίσεις, στο πλαίσιο του Next Generation EU (NGEU) και του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Recovery and Resilience Plan) της Κύπρου.

Για να επιτευχθεί αυτό, οι συγγραφείς εξηγούν ότι ανάπτυξαν ένα μακροοικονομικό μοντέλο δυναμικής γενικής ισορροπίας σε μια μικρή ανοικτή οικονομία (small open economy DSGE) λαμβάνοντας υπόψη βασικά χαρακτηριστικά της κυπριακής οικονομίας, όπως την σημαντική συνεισφορά του τομέα παροχής υπηρεσιών στην συνολική παραγωγή.

«Κατά συνέπεια, η εργασία μας στοχεύει να συμβάλλει στη συνεχιζόμενη συζήτηση τόσο σε πολιτικούς όσο και σε ακαδημαϊκούς κύκλους, σχετικά με τις οικονομικές επιπτώσεις των κυρώσεων στις οικονομίες που επιβάλλουν κυρώσεις και την αξιολόγηση των παρεμβάσεων πολιτικής, τόσο μετά την πανδημία, όσο και μετά τον πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας», σημειώνουν.

Τα τρία σενάρια επιπτώσεων των κυρώσεων

Όσον αφορά τις μακροοικονομικές επιπτώσεις των κυρώσεων, η προσομοίωση μέσω του μακροοικονομικού μοντέλου που αναπτύχθηκε, παρέχει όπως αναφέρεται, τη δυνατότητα εξέτασης των οικονομικών κυρώσεων ως τρεις διαφορετικούς τύπους οικονομικών σοκ:

  1. ένα σοκ «ώθησης πληθωρισμού-κόστους (cost-push)» που επηρεάζει τις τιμές των εισαγόμενων αγαθών (π.χ. εξαιτίας των αυξανόμενων τιμών ενέργειας),
  2. (ii) μια προσωρινή μείωση της εξαγωγικής ζήτησης για αγαθά και υπηρεσίες προς τη Ρωσία, και
  3. (iii) μία προσωρινή μείωση των καθαρών εισερχόμενων άμεσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ) από τη Ρωσία.

Διαρκή αποτελέσματα από μείωση εισερχόμενων επενδύσεων

Επισημαίνεται ότι η μείωση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών προς τη Ρωσία και η αύξηση των τιμών στα εισαγόμενα αγαθά από τη Ρωσία, έχουν σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στη συνολική ζήτηση.

«Συνολικά, το μοντέλο μας δείχνει μια μέση συνολική μείωση της συνολικής παραγωγής κατά περίπου 5,5% βραχυπρόθεσμα».

Ο σημαντικότερος αντίκτυπος, όπως παρατηρείται, προέρχεται από τη μείωση της ζήτησης για εξαγόμενα αγαθά από τη Ρωσία, με αποτέλεσμα απώλεια περίπου 4,5% του ΑΕΠ την πρώτη χρονιά επιβολής των κυρώσεων.

Την ίδια ώρα, υπογραμμίζεται ότι μεταξύ των τριών σεναρίων που εξετάστηκαν, η μείωση των εισερχόμενων ΑΞΕ έχει πιο διαρκή αποτελέσματα, που παραμένουν ενεργά σε πολλαπλές περιόδους (έως 5 χρόνια μετά την επιβολή των κυρώσεων), αν και ηπιότερης έντασης.

Αντίκτυπος επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων Σχ. Ανάκαμψης

Όσον αφορά τον αντίκτυπο των επενδύσεων στο πλαίσιο του RRP, τα αριθμητικά αποτελέσματα της μελέτης, δείχνουν ότι μπορούν να συμβάλουν έως και 1,4% του ΑΕΠ έως το 2026, εξασθενώντας σταδιακά.

«Υπολογίζουμε επίσης ότι οι συγκεκριμένες επενδύσεις, παράγουν έναν δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή της τάξης του 0,7 βραχυπρόθεσμα (έως το 2026), ενώ ο μακροπρόθεσμος δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής είναι 1,6», σημειώνουν οι συγγραφείς.

Τέλος, όσον αφορά τον αντίκτυπο των μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του RRP, οι οποίες μοντελοποιούνται ως ένα μείγμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που επιδρούν θετικά στην παραγωγικότητας, στον ανταγωνισμό στην αγορά προϊόντων και εργασίας, τα πειράματά δείχνουν ότι ο αντίκτυπός τους θα μπορούσε να αυξήσει έως 3,5% το επίπεδο ΑΕΠ βραχυπρόθεσμα (δηλαδή έως το 2027 λίγο μετά το τέλος της υλοποίησης RRP) και έως 6,5% στη μεσο-μάκροπρόθεσμη περίοδο.

Οι συγγραφείς επισημαίνουν πως θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι δεν είναι εύκολα ποσοτικοποιήσιμες όλες οι μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο του κυπριακού προγράμματος Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

«Επομένως, αυτή η άσκηση περιορίζεται στον ποσοτικό προσδιορισμό μόνο ενός υποσυνόλου μεταρρυθμίσεων που μπορούν να συνδεθούν με διαρθρωτικούς δείκτες (π.χ. OECD Product Market Regulation Index, EU Justice Scoreboard, EU Innovation Scoreboard)», διευκρινίζουν.

Σημειώνουν παράλληλα, ότι η εμπειρική βιβλιογραφία, προσφέρει αξιόπιστη καθοδήγηση σχετικά με την ελαστικότητα των βασικών οικονομικών μεταβλητών σε σχέση με την αλλαγή αυτών των δεικτών.

Μ.Χ.

Σχετικές ειδήσεις

NEWSLETTER