ΑΠΟΨΕΙΣ Οι κίνδυνοι παραμένουν

Οι κίνδυνοι παραμένουν

Οι κίνδυνοι παραμένουν

Την περασμένη εβδομάδα ο κ. Παπαγεωργίου απάντησε στο άρθρο που έγραψα για να αναδείξω τους κινδύνους που υπάρχουν αν επικρατήσει η μονοδιάστατη άποψη ότι στην Κύπρο «φταίνε μόνο οι τράπεζες». Οι κίνδυνοι αυτοί είναι η αναβολή των επίπονων μεταρρυθμίσεων που χρειάζεται η Κυπριακή οικονομία για να αναρριχηθεί από τις σοκαριστικά χαμηλές θέσεις που βρίσκεται στους δείκτες της Παγκόσμιας Τράπεζας (και όχι μόνον) στο επιχειρηματικό περιβάλλον αλλά και σε δείκτες διαφθοράς.

Ο κ. Παπαγεωργίου αρχίζει την απάντηση του αναφέροντας ότι είχα παραλείψει τη λέξη «λογικά» στο πιο κάτω απόσπασμα της ομιλίας του που είχα χρησιμοποιήσει:  

«Βεβαίως, το παραμύθι περί δημοσιονομικής κρίσης κατέρρευσε λογικά όταν διορθώθηκαν τα δημόσια οικονομικά και δεν λύθηκαν τα προβλήματα μας».  

Η δική μου ερμηνεία των πιο πάνω είναι ότι, όπως πολύς κόσμος στην Κύπρο, ο κ. Παπαγεωργίου παραγνωρίζει τη σημασία που έχουν οι δημόσιοι ισολογισμοί στη χειροτέρευση των τραπεζικών ισολογισμών και στον φαύλο κύκλο που δημιουργείται μεταξύ των δύο. Αυτό συμβαίνει είτε με, είτε χωρίς, τη λέξη «λογικά». Αν μια οικονομία πέσει σε μαρασμό, για οποιοδήποτε λόγο, περνά πολύς χρόνος να αναζωογονηθεί, έστω και αν ο αρχικός λόγος εκλείψει (πχ το πετρελαϊκό σοκ το 1973 στη Δύση ή τα ψηλά επιτόκια στην Αμερική το 1981 ή τα ψηλά επιτόκια στην Αγγλία το 1992).  

Ένα αντιπαράδειγμα θα έπρεπε να ήταν αρκετό για να αναδείξει ότι κανένα παραμύθι δεν κατέρρευσε: στην περίπτωση της Κύπρου το σοκ δεν ήταν μόνο τα δημοσιονομικά, όπως δεν ήταν μόνο οι τράπεζες, επειδή τα δύο προβλήματα δεν είναι ανεξάρτητα. Υπάρχεισυγκεκριμένος φαύλος κύκλος που έχει αναγνωριστεί ευρέως στη διεθνή βιβλιογραφία σαν ο «διαβολικός κύκλος μεταξύ τραπεζικών και κυβερνητικών χρεών» ή αν προτιμάτε, «πως οι τράπεζες και οι κυβερνήσεις έχουν ενωθεί από τη μέση ενός ενιαίου σώματος». Μείωση της αξίας των κυβερνητικών χρεογράφων που (εμπειρικά) κατέχει μια τράπεζα σημαίνει λιγότερη δυνατότητα δάνειοδότησηςτης πραγματικής οικονομίας, σημαίνει λιγότερη ανάπτυξη και μεγαλύτερα κυβερνητικά ελλείμματα, που μειώνει ακόμη περισσότερο την αξία κυβερνητικών χρεογράφων και άρα των δανείων που μπορεί να κάνει μια τράπεζα. Παράλληλα, η πιθανή χρεωκοπία μιας τράπεζας επίσης δουλεύει με τον ίδιο τρόπο αρνητικά στον ισολογισμό του κράτους, με τα ίδια αποτελέσματα. Στην Κύπρο συνέβηκε αυτό πολύ γρήγορα λόγω και του μεγέθους του τραπεζικού τομέα (η λεγόμενη κατρακύλα από επενδυτική σε μη επενδυτική βαθμίδα του κυβερνητικού χρέους από τους οίκους αξιολόγησης), αλλά και λόγω της μη ανεξάρτητης σχέσης που είχαν διαχρονικά διάφορα δημόσια πρόσωπα με συγκεκριμένους τραπεζίτες (και συνεργατιστές).  

Αυτή η ραγδαία υποβάθμιση θα έπρεπε να ταρακουνήσει την τότε Κυβέρνηση να δράσει.  

Η κατάληξη της κρίσης σε κούρεμα θα μπορούσε να ήταν διαφορετική αν, για παράδειγμα, υπογραφόταν μνημόνιο το καλοκαίρι του 2011, ή το καλοκαίρι του 2012. Μέχρι τον Μάρτιο του 2013 πολλά συνέβησαν και είναι εξαιρετικά δύσκολο να μετρηθεί το ποσοστό «φταιξίματος» στους διάφορους που έπαιρναν αποφάσεις διαχρονικά, αλλά και στη διαχείριση της κρίσης τους τελευταίους μήνες. Η δική μου ανάλυση για αυτές τις εξελίξεις βρίσκεται στο διαδίκτυο και μπορεί ο καθένας να την διαβάσει: το σίγουρο είναι ότι δεν είναι μόνο οι τράπεζες που φταίνε για το μέγεθος της Κυπριακής οικονομικής κρίσης. Περισσότερο ανησυχητικά, η θεσμική ανεπάρκεια στη διαχείριση εθνικών προβλημάτων όπως αναδείχθηκε στη διαχείριση της οικονομικής κρίσης, είναι κάτι που θα έπρεπε να είχε προβληματίσει τους πάντες.  

Θα ήθελα όμως να πω κάτι και για τις λανθασμένες ταμπέλες που μου αποδίδει ο κ. Παπαγεωργίου, ο οποίος ισχυρίζεται ότι ανήκω στην παράταξη του ΔΗΣΥ «στο κόμμα του οποίου (ο κ. Μιχαηλίδης) τις ιδεοληψίες σταθερά διακονεί».  

Λυπούμαι να παρατηρήσω ότι, αντίθετα με τον κ. Παπαγεωργίου, εγώ δεν ανήκω σε καμμιά πολιτική παράταξη: μπορώ έτσι να επικρίνω τους βουλευτές του ΔΗΣΥ όταν παραβαίνουν τους νόμους καπνίζοντας σε κλειστούς χώρους, ή τον τρόπο διορισμού μελών στην ΕΔΥ από την τωρινή κυβέρνηση.  

Διερωτάται επίσης ο κ. Παπαγεωργίου τι «σχέση μπορεί να έχει η ΕΔΥ με τους προσφιλείς στον κ. Μιχαηλίδη τραπεζίτες». Πρώτον, καμμιά ομάδα δεν είναι περισσότερο ή λιγότερο προσφιλής προς εμένα, μπορείτε να αντικαταστήσετε τη λέξη «τραπεζίτες» με οποιοδήποτε επάγγελμα στην χώρα.  

Δεύτερον, η σχέση είναι ότι η δημόσια υπηρεσία πρέπει να είναι, και να φαίνεται ότι είναι, ανεξάρτητη. Αν δεν είναι ανεξάρτητη, οποιοσδήποτε μεγάλος οργανισμός (πχ τα πολιτικά κόμματα ή μεγάλα τραπεζικά ιδρύματα) μπορούν να εκμεταλλευτούν την αδυναμία της δημόσιας υπηρεσίας προς δικό τους όφελος και ενάντια στο όφελος του λαού. Και χώρα χωρίς ανεξάρτητους και αποτελεσματικούς θεσμούς δεν μπορεί να πάει μακριά.  

Εν κατακλείδι, θεωρώ ότι το άρθρο του κ. Παπαγεωργίου επιβεβαιώνει, παρά αναιρεί, το νόημα που ήθελα να μεταδώσω. Το επαναλαμβάνω:  

Η Κύπρος βγαίνει από το μνημόνιο. Αλλά μόνο σημαντικές μεταρρυθμίσεις θα μειώσουν την πιθανότητα να μην ξαναμπεί η Κύπρος σε μνημόνιο. Και δυστυχώς οι τράπεζες είναι μόνο ένα κομμάτι του προβλήματος. Χρειάζεται πολύ μεγαλύτερη μεταρρυθμιστική προσπάθεια για να μπει η χώρα σε τροχιά μόνιμης απομάκρυνσης από την πιθανότητα αναζήτησης καινούργιων μνημονιακών διευθετήσεων στο μακροπρόθεσμο μέλλον. Όσο λέμε ότι «μόνο οι τράπεζες φταίνε» τα προβλήματα που συναντούν καθημερινά οι πολίτες και δυνητικοί ξένοι και ντόπιοι επενδυτές δεν θα λυθούν και η χώρα θα είναι καταδικασμένη να ξαναμπεί σε μνημόνιο όταν το εύθραυστο διεθνές οικονομικό περιβάλλον ξαναχειροτερεύσει.  

Ο Αλέξανδρος Μιχαηλίδης είναι καθηγητής χρηματοοικονομικών στο Imperial College Business School.

NEWSLETTER