Μην μειώσετε το ΦΠΑ στο ρεύμα!
Οι τιμές της ενέργειας, εφόσον αντικατοπτρίζουν το κόστος παραγωγής της ενέργειας και το περιβαλλοντικό κόστος από τη χρήση καυσίμων και ηλεκτρισμού, δεν μπορεί παρά να είναι υψηλές σε σύγκριση με αυτές που επικρατούσαν παλαιότερα. Αν οι τιμές λάμβαναν υπόψη όλες αυτές τις παραμέτρους ως τώρα, θα είχαμε θερμομόνωση στα σπίτια μας εδώ και μερικές δεκαετίες και δεν θα θέλαμε τόσα καύσιμα ή ρεύμα για να ζεσταθούμε το χειμώνα ούτε τόσο ρεύμα για να δροσιστούμε το καλοκαίρι – οι μηχανικοί λένε ότι τα σπίτια μας έχουν από τους υψηλότερους συντελεστές θερμικών απωλειών στην Ευρώπη. Ούτε θα είχαμε τόσο πολλά μεγάλα αυτοκίνητα, ούτε θα επεκτείναμε τις πόλεις μας τόσο εύκολα προς νέα προάστια, που συνεπάγονται ακόμα μεγαλύτερη κατανάλωση καυσίμων.
Οι «σωστές» τιμές είναι μάλλον ο καλύτερος τρόπος για να ενθαρρύνει κανείς την εξοικονόμηση ενέργειας και φυσικών πόρων, πολύ πιο αποτελεσματικός από ό,τι οι ειδικές χορηγίες, οι εκστρατείες συνειδητοποίησης και τα ενημερωτικά φυλλάδια. Νιώθουμε στην τσέπη μας τις συνέπειες της ενεργειακής σπατάλης και παίρνουμε τα μέτρα μας. Μακροπρόθεσμα υπάρχουν πολλοί τρόποι για να προσαρμόσουμε την καταναλωτική μας συμπεριφορά, όμως και βραχυπρόθεσμα οι επιλογές μας δεν είναι τόσο λίγες όσο συχνά νομίζουμε: Δείτε π.χ. πρακτικές συμβουλές άμεσης εξοικονόμησης ηλεκτρισμού εδώ. Επίσης, σε πρόσφατη μελέτη του ο ΟΟΣΑ υποδεικνύει ότι, στο σκέλος των δημόσιων εσόδων, τα πιο αποτελεσματικά μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης είναι οι φορολογίες που σχετίζονται με το περιβάλλον και τους φυσικούς πόρους και η φορολογία ακίνητης περιουσίας.
Οι πρόσφατοι λογαριασμοί ρεύματος μας έχουν επηρεάσει όλους. Φυσικά και θα θέλαμε να πληρώσουμε λιγότερα. Οπότε η πρόταση για μείωση του ΦΠΑ στον ηλεκτρισμό μας «συμφέρει» όλους ως άτομα – αρκεί να ξεχάσουμε για λίγο ότι, εκτός από άτομα, είμαστε φορολογούμενοι πολίτες του ίδιου κράτους που θα χάσει έσοδα και θα τα ζητήσει πάλι από μας. Και αν μειωθεί τώρα ο ΦΠΑ στο ρεύμα, πότε θα επανέλθει στο κανονικό επίπεδο; Οπωσδήποτε μετά τις προεδρικές εκλογές. Άρα θα έχουμε για τουλάχιστον για έναν χρόνο μειωμένο ΦΠΑ, δηλαδή μειωμένους λογαριασμούς κατά 10% περίπου.
Η λύση δεν είναι καλή. Μειώνει τα δημόσια έσοδα σε δύσκολη περίοδο και μας «χαϊδεύει τα αυτιά», καθυστερώντας την προσαρμογή μας στην καινούργια εποχή των υψηλών ενεργειακών τιμών: Είτε λόγω σπανιότητας ενεργειακών πόρων (μην είμαστε και τόσο σίγουροι γι’ αυτό) είτε λόγω περιβαλλοντικών επιπτώσεων είτε λόγω δημοσιονομικών ελλειμμάτων, φαίνεται ότι ο καιρός της φθηνής ενέργειας τελείωσε.
Ωραία και καλά ως εδώ. Ειδικά όμως στην περίπτωση του ηλεκτρικού ρεύματος, υπάρχει και ένα «αλλά»: Το κόστος του ρεύματος μπορεί να είναι σημαντικό μέρος του λειτουργικού κόστους σε μικρές επιχειρήσεις, άρα μπορεί να έχει επιπτώσεις στη δραστηριότητά τους. Επίσης, οι δαπάνες των κυπριακών νοικοκυριών για ηλεκτρισμό, σε αντίθεση με τις δαπάνες για καύσιμα, είναι «αντίστροφα προοδευτικές» (regressive): Δείτε στο παρακάτω διάγραμμα ότι τα φτωχότερα νοικοκυριά δαπανούν 5% του εισοδήματός τους για ρεύμα, ενώ τα πλουσιότερα μόλις 1,5%. Επομένως η ελάφρυνση που θα προέκυπτε από τη μείωση του ΦΠΑ θα ωφελούσε πράγματι περισσότερο τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα.
Πηγή: Σχόλιο Οικονομικής Πολιτικής Αρ. 19, Κέντρο Οικονομικών Ερευνών Πανεπιστημίου Κύπρου, Οκτώβριος 2008. Η κατανομή αυτή προκύπτει από την Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών του 2003, δεν έχω υπόψη μου τα αντίστοιχα αποτελέσματα της ίδιας Έρευνας που έκανε η Στατιστική Υπηρεσία το 2009, αλλά είναι απίθανο να έχουν αλλάξει αισθητά.
Δεν είμαι σίγουρος ότι οι πολιτικοί μας ηγέτες έκαναν αυτήν ακριβώς την ανωτέρω ανάλυση, ωστόσο, εφόσον δεν θέλουμε να αγνοήσουμε τον παράγοντα της άνισης επιβάρυνσης φτωχών και πλουσίων, είναι λογικό να σκεφτούμε μέτρα όπως η μείωση του ΦΠΑ. Παρόλα αυτά, θα ήταν νομίζω προτιμότερο να γίνουν άλλες διευθετήσεις, π.χ. ο διακανονισμός πληρωμής σε πολλές άτοκες δόσεις, ώστε να επιμεριστεί η δαπάνη νοικοκυριών και επιχειρήσεων σε μεγαλύτερη περίοδο (δεν ξέρω βέβαια τι πρόβλημα ρευστότητας θα δημιουργούσε αυτό στην ΑΗΚ). Ακόμα και άμεσες μεταβιβάσεις θα ήταν δυνατές (π.χ. επιπλέον βοήθημα €100 στα φτωχότερα νοικοκυριά 2 φορές το χρόνο θα τους βοηθούσε περισσότερο από ό,τι η μείωση του ΦΠΑ) – όμως η στόχευση μπορεί να είναι δύσκολη και γραφειοκρατική.
Συμπερασματικά, όσο γρηγορότερα πάρουμε απόφαση ότι η εποχή της φθηνής ενέργειας παρήλθε, τόσο καλύτερα θα προετοιμαστούμε για το μέλλον. Οι οπωσδήποτε δυσμενείς επιπτώσεις σε ευάλωτες κατηγορίες πληθυσμού και επιχειρήσεων ας αντιμετωπιστούν με άλλους τρόπους και όχι με περιορισμένης διάρκειας «ασπιρίνες» όπως η μείωση του ΦΠΑ, που απλώς μεταθέτουν τα προβλήματα στο μέλλον.
Θεόδωρος Ζαχαριάδης
Επίκουρος Καθηγητής, Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου