Και τώρα, τα δίνουμε όλα για τις Ανανεώσιμες;
Με αφορμή την πρόσφατη καταστροφή στον πιο σύγχρονο ηλεκτροπαραγωγό σταθμό της Κύπρου, το υπουργείο Εμπορίου ανακοίνωσε επίσπευση των επιδοτήσεων για εγκατάσταση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) για παραγωγή ηλεκτρισμού. Επενδύσεις, λέει, που ήταν να προχωρήσουν σε δυο-τρία χρόνια, θα προωθηθούν άμεσα. Θα γίνει προσπάθεια απλούστευσης των διαδικασιών αδειοδότησης για νέες εγκαταστάσεις. Θα καταβληθούν προσπάθειες προσέλκυσης νέων επενδυτών για φωτοβολταϊκά πάρκα κλπ. Από κοντά, παράγοντες των επιχειρήσεων του τομέα των ΑΠΕ, οργανωμένα σύνολα ή και απλά άνθρωποι με πιο ισχυρή περιβαλλοντική συνείδηση τονίζουν την ανάγκη να εξεταστεί η δυνατότητα να μετατραπεί η Κύπρος σε «πράσινο νησί: Αφού πρέπει να ξαναχτιστούν οι πιο «καθαρές» συμβατικές μονάδες ηλεκτρισμού της χώρας και αφού η τεχνολογία καθιστά τις ΑΠΕ ολοένα φτηνότερες, χωρίς τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των συμβατικών μονάδων, γιατί δεν τολμούμε τη στροφή στις ΑΠΕ; Αφού άλλες χώρες βάζουν ανεμογεννήτριες ακόμα και μέσα στη θάλασσα ή φτιάχνουν πάρκα φωτοβολταϊκών ή ηλιοθερμικούς σταθμούς, γιατί να μην το κάνει και η προικισμένη από τον ήλιο Κύπρος;
Είναι όμορφο να υπάρχουν τέτοια οράματα για έναν τόπο που έως τώρα επιδεικνύει καλές επιδόσεις μόνο σε πιο συμβατικά πράγματα – όπως οι αυτοκινητόδρομοι, οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες ή τα μεγάλα σπίτια. Είναι όμως εφικτές τέτοιες ιδέες υπό τις παρούσες συνθήκες;
Ας αρχίσουμε από τα «μικρά»:
Πού θα βρει χρήματα η κυβέρνηση να επιδοτήσει από τώρα επενδύσεις ιδιωτών που θα γίνονταν σε λίγα χρόνια; Οι επενδυτές των ΑΠΕ, για να είναι συμφέρουσα η επένδυσή τους, επιδοτούνται ανά κιλοβατώρα ηλεκτρισμού από το λεγόμενο «Ειδικό Ταμείο», το οποίο τροφοδοτούμε όλοι οι καταναλωτές ηλεκτρισμού πληρώνοντας το «τέλος ΑΠΕ» (0,44 σεντς ανά κιλοβατώρα) στο λογαριασμό του ρεύματος. Πώς θα βρει από τώρα το Ταμείο τα χρήματα που αναμένεται να εισπράξει το 2013-14;
Πόσο ηλεκτρισμό θα μπορούν να δώσουν στο ηλεκτρικό σύστημα της χώρας αυτά τα μικρά έργα, π.χ. τα φωτοβολταϊκά των 21-150 kW; Αξίζει τον κόπο αυτή η έκτακτη δαπάνη ή απλώς την κάνουμε για να λέμε ότι είμαστε «πράσινοι»;
Για «μεγάλα φωτοβολταϊκά πάρκα», θα ανακοινωθεί ειδικό σχέδιο, στο οποίο οι επενδυτές θα επιδοτούνται ανά κιλοβατώρα «κατόπιν δημοπράτησης», δηλαδή θα εγκρίνεται το έργο εκείνου που θα ζητά τη χαμηλότερη επιδότηση από την κυβέρνηση. Ο μηχανισμός αυτός είναι καινούργιος στην Κύπρο. Υπό τις παρούσες «κατεπείγουσες» συνθήκες, πώς θα δουλέψει; Θα περίμενε κανείς, τώρα που η κυβέρνηση «επείγεται» να βρει ηλεκτρικό ρεύμα, να είναι διατεθειμένη να δώσει «όσο-όσο» σε επιδοτήσεις για να υλοποιηθούν οι επενδύσεις αυτές. Κι όμως, φαίνεται ότι η κυβέρνηση αναμένει πως η αιτούμενη επιδότηση θα είναι χαμηλότερη από αυτήν την οποία παίρνουν οι νυν επενδυτές ΑΠΕ. Πώς θα γίνει αυτό; Μήπως αυτό σημαίνει ότι η ισχύουσα επιδότηση ανά κιλοβατώρα, που αναθεωρήθηκε μόλις πέρυσι, είναι ψηλή; Παρεμπιπτόντως, πώς δικαιολογείται ότι, ενώ το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τις ΑΠΕ προβλέπει 300 MW ανεμογεννητριών έως το 2020, οι αιτήσεις από υποψήφιους επενδυτές είναι για πολλαπλάσια MW; Μήπως οι επενδυτές μυρίστηκαν εύκολη απόδοση;
Και πάμε στο πιο «μεγάλο» και «οραματικό» θέμα, αυτό των πολύ μεγάλων επενδύσεων σε ΑΠΕ. Διαβάζουμε τους τελευταίους μήνες για πολύ μεγάλα φωτοβολταϊκά ή ηλιοθερμικά πάρκα που κατασκευάζονται στις ΗΠΑ, στη Γαλλία, στην Ισπανία, στην Ινδία. Γιατί όχι και στην Κύπρο;
Πρώτον, το κόστος επένδυσής τους, από όσο γνωρίζω, εξακολουθεί να είναι ψηλότερο από αυτό ενός σύγχρονου συμβατικού ηλεκτροπαραγωγού σταθμού, ακόμα και αν λάβουμε υπόψη το περιβαλλοντικό κόστος που θα αποφύγουμε. Υπάρχει κάποιος που θα μας δανείσει με ευνοϊκότερους όρους για να χτίσουμε π.χ. ένα ηλιοθερμικό πάρκο από ό,τι για να χτίσουμε μια από τις σύγχρονες συμβατικές μονάδες του Βασιλικού;
Δεύτερον, τι γίνεται όταν δεν έχουμε πολύ ήλιο ή έχουμε αρκετές ηλεκτρικές ανάγκες όταν σκοτεινιάζει; Χρειαζόμαστε κάποιο μέσο αποθήκευσης του παραγόμενου ηλεκτρισμού, για να το χρησιμοποιούμε όποτε το θέλουμε. Όμως οι τεχνολογίες αποθήκευσης είναι ακόμα πρώιμες και άρα ακριβές. Και ας μην ξεχνάμε ότι οι χώρες όπου γίνονται αυτές οι μεγάλες επενδύσεις έχουν πολλαπλάσια εγκατεστημένη ισχύ στο ηλεκτρικό τους σύστημα και είναι επιπλέον διασυνδεδεμένες ηλεκτρικά με γειτονικές χώρες. Επομένως εξαλείφουν το πρόβλημα ασφάλειας τροφοδοσίας τους σε περίπτωση που ένα μεγάλο έργο ΑΠΕ δεν μπορεί ξαφνικά να παράγει ρεύμα.
Τρίτον, τα φωτοβολταϊκά, που αυτή τη στιγμή είναι φθηνότερη τεχνολογία από τα ηλιοθερμικά, έχουν συντελεστή διαθεσιμότητας (ή όπως αλλιώς λέγεται τεχνικά) 14-18%, ενώ μια συμβατική μονάδα ηλεκτροπαραγωγής έχει μέχρι και 90%. Με άλλα λόγια, για να αναπληρώσουμε τον ηλεκτρισμό που παράγει ετησίως 1 MW συμβατικού εργοστασίου, χρειαζόμαστε έως και 5 MW φωτοβολταϊκών. Επομένως η σύγκριση «700 ΜW του Βασιλικού = 700 MW ηλιακής ενέργειας» είναι λανθασμένη.
Τέταρτον, αν αύριο μπορούσαμε όλοι να βάλουμε φωτοβολταϊκά στις στέγες μας και να πουλάμε το ρεύμα που παράγουμε στην ΑΗΚ, το δίκτυο της ΑΗΚ δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί, γιατί είναι προσαρμοσμένο – όπως και τα δίκτυα των άλλων χωρών – στην παραδοσιακή λογική ότι υπάρχει ένας προμηθευτής και πολλοί καταναλωτές ρεύματος. Για να μπορούμε να «στείλουμε πίσω» ρεύμα στην ΑΗΚ που το παράγουμε εμείς, χρειαζόμαστε νέα «ευφυή» δίκτυα (smart grids). Αυτές οι μεγάλες επενδύσεις γίνονται σε διάφορες χώρες – νομίζω και η ΑΗΚ έχει ένα πιλοτικό πρόγραμμα – όμως απαιτείται χρόνος και πολλά κεφάλαια για να ολοκληρωθούν.
Πέμπτον, ας δούμε λίγο τι έγινε στην Ιαπωνία, όπου η καταστροφή στον πυρηνικό σταθμό της Φουκουσίμα ήταν αναλογικά – από άποψη ελλείμματος ηλεκτρισμού στη χώρα – πολύ μικρότερη από αυτήν του Βασιλικού: Ο Ιάπωνας πρωθυπουργός ανακοίνωσε αναθεώρηση της ενεργειακής πολιτικής της χώρας, με λιγότερη μελλοντικά έμφαση στα πυρηνικά και συμβατικά εργοστάσια και προώθηση της εξοικονόμησης ενέργειας και των ΑΠΕ. Οι στόχοι του: 20% παραγωγή ηλεκτρισμού από ΑΠΕ στις αρχές της δεκαετίας του 2020 (έναντι 9% σήμερα), μεταξύ άλλων μέσω τοποθέτησης φωτοβολταϊκών σε σπίτια, με στόχο τα 10 εκατομμύρια σπίτια το 2030 (βλ. Japan Times, 11/6/2011). Όχι αύριο, ούτε μεθαύριο, αλλά μετά το 2020…
Συμφωνώ ότι το κράτος μας και η ΑΗΚ έχουν καθυστερήσει για αρκετά χρόνια την προώθηση των ΑΠΕ, λόγω συντηρητισμού ίσως ή λόγω έλλειψης μακροπρόθεσμου προγραμματισμού. Συμφωνώ ότι το μέλλον ανήκει στην «πράσινη οικονομία» και γι’ αυτό πρέπει να παίρνουμε θέση στο τρένο του μέλλοντος, ακόμα και αν η καθαρή λογιστική ανάλυση δείχνει ότι δεν μας συμφέρει η επιδότηση των ακόμα ακριβών ΑΠΕ. Διαφωνώ με όσους κυβερνητικούς λειτουργούς υποστηρίζουν ότι οι ευρωπαϊκοί στόχοι για τις ΑΠΕ στην περίπτωση της Κύπρου δεν χρειάζεται να επιτευχθούν γιατί είναι πολύ ακριβοί – κι ας πληρώνουμε κάτι παραπάνω σε κάθε είδους «πρόστιμα». Όμως, υπάρχουν και όρια – σε μια εποχή που δεν μας περισσεύουν κεφάλαια...
Αν έκανα κάποιο λάθος στα δεδομένα που επικαλέστηκα παραπάνω, πρακαλώ κάποιον αναγνώστη να με διορθώσει.
Θ. Ζαχαριάδης
Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου