Ζοφερές οι προοπτικές του σχεδίου «διάσωσης» της Ελλάδας
Η ιδέα είναι απλή. Δεν είναι καθόλου νέα. Και όμως φαίνεται να δραπετεύει από πολλούς παράγοντες που χαράζουν την οικονομική πολιτική, ιδιαίτερα στην Ευρώπη.
Χωρίς θετικό ρυθμό ανάπτυξης η Ελλάδα δε θα μπορέσει ποτέ να βγει από την παγίδα του χρέους στην οποία βρίσκεται. Το σχέδιο «διάσωσης» δεν λειτουργεί, όχι γιατί η ελληνική κυβέρνηση δεν συνεργάζεται με την τρόικα, αλλά διότι το ίδιο το σχέδιο δεν δίνει την απαραίτητη έμφαση στην οικονομική ανάπτυξη. Η έμφαση ήταν σχεδόν αποκλειστικά στη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, μέσω δραστικών περικοπών και αύξησης της φορολογίας. Κάτι το οποίο γίνεται, λίγο-πολύ σύμφωνα με το σχέδιο. Εκείνο που δεν πάει καλά είναι ο ρυθμός ανάπτυξης, ο οποίος – έκπληξη, έκπληξη – είναι χαμηλότερος από αυτόν του σχεδίου. Με άλλα λόγια, επειδή μιλάμε για αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης, η συρρίκνωση της οικονομίας ήταν μεγαλύτερη από την αναμενόμενη.�
Υπάρχει δυστυχώς σήμερα μια βαθειά χαραγμένη ιδεολογία στα μυαλά αυτών που χαράζουν την οικονομική πολιτική, ότι η σμίκρυνση του δημόσιου τομέα είναι το κλειδί για την ανάπτυξη. Φαίνονται αμήχανοι όταν ο ιδιωτικός τομέας δεν αναστήνεται μέσα από τη στάχτη του δημοσίου τομέα, όπως ο φοίνικας, σύμφωνα με την ιδεολογία τους.
Λίγοι ιδεολογικά φορτισμένοι παράγοντες αντιλαμβάνονται ότι οι δημόσιες δαπάνες στην πραγματικότητα βοηθούν τον ιδιωτικό τομέα να αναπτύσσεται. Και δύσκολα αναγνωρίζουν ότι το βάρος των περικοπών του δημοσίου το σηκώνει συνήθως ο ιδιωτικός τομέας, διότι είναι οι ιδιωτικές εταιρείες που προσφέρουν προϊόντα και υπηρεσίες στο δημόσιο. Ακόμη και όταν οι εργαζόμενοι στο δημόσιο απολύονται δεν υποφέρει τόσο το δημόσιο όσο ο ιδιωτικός τομέας, λόγω της μείωσης της κατανάλωσης αυτών που εισέρχονται στην ανεργία, οι οποίοι λόγω της μείωσης της ζήτησης δεν απορροφούνται τόσο εύκολα από τον ιδιωτικό τομέα. Και όταν μειώνονται οι κοινωνικές παροχές και οι συντάξεις, και πάλι επηρεάζεται ο ιδιωτικός τομέας, λόγω μείωσης της κατανάλωσης. Και ότι όταν τα εισοδήματα των ιδιωτικών εταιρειών και των νοικοκυριών μειώνονται, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανεβαίνουν και η δυνατότητα των τραπεζών να διοχετεύουν νέα δάνεια για – ιδιωτικές – επενδύσεις περιορίζεται.
Ακόμη πιο λίγοι οικονομικοί παράγοντες φαίνεται να αντιλαμβάνονται τη σημασία των δημόσιων επενδύσεων για την ανάπτυξη. Οι επενδύσεις στην παιδεία, τις υποδομές, τους θεσμούς, την έρευνα και τη δημόσια υγεία είναι το πραγματικό κλειδί για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη. Ακόμη και αν ο δημόσιος τομέας δεν είναι και πολύ «αποδοτικός», τέτοιες επενδύσεις σπάνια μπορούν να πραγματοποιηθούν σε χαμηλότερο κόστος και με το ίδιο κοινωνικό όφελος από τον ιδιωτικό τομέα. Δεν υπάρχει καλό υποκατάστατο για τις καλά σχεδιασμένες και καλά εκτελεσμένες δημόσιες επενδύσεις, που γίνονται με σωστές διαδικασίες από υπόλογους λειτουργούς ενός δημοκρατικού κράτους.
Δεν εκπλήσσομαι, λοιπόν, όταν εκπλήσσονται οι οικονομικοί παράγοντες ότι η ελληνική οικονομία παρουσιάζει πιο αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης από αυτόν που προβλέπει το σχέδιο «διάσωσης».
Μερικοί φυσικά θα ισχυρισθούν ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει πάρει ακόμη όλα τα απαραίτητα «διαρθρωτικά» μέτρα για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και του ανταγωνισμού. Όσον αφορά το τελευταίο πιστεύω ότι ποντάρουν σε λανθασμένο άλογο. Ο βαθμός ανταγωνισμού, όπως και άλλες δομές της αγοράς, δεν παρουσιάζει μια απλή γραμμική σχέση με τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη μιας χώρας. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα όπου η έλλειψη ανταγωνισμού δημιούργησε τα κέρδη για μακροπρόθεσμες ιδιωτικές επενδύσεις (π.χ. η βιομηχανική ανάπτυξη στην Ασία δεν βασίστηκε στον ανταγωνισμό, οι εφευρέσεις που οδηγούν σε πατέντες δεν αφήνονται για εκμετάλλευση στον ελεύθερο ανταγωνισμό). Η ίδια η ανάπτυξη της Αγγλίας κατά τη βιομηχανική επανάσταση στηρίχθηκε πάνω σε μονοπώλια. Εταιρείες όπως η East India Company και η Τράπεζα της Αγγλίας οι οποίες ήταν η βάση για την ανάπτυξη του εμπορίου και των χρηματαγορών είχαν μονοπωλιακό καθεστώς (Royal Charter) προστατευμένο από το κράτος*. Ακόμη και σήμερα στη Βρετανία και άλλες χώρες υπάρχουν αρκετά παραδείγματα «κλειστών» επαγγελμάτων, τα οποία προστατεύοντας τα κέρδη από την εξάσκηση του επαγγέλματος δημιουργούν τις κατάλληλες συνθήκες για την απαιτούμενη επένδυση (π.χ. οι εγκεκριμένοι λογιστές). Δεν μου φαίνεται λοιπόν ότι το «άνοιγμα» των διάφορων επαγγελμάτων – όσο καλά και να ακούγεται – θα φέρει από μόνο του τα ποθούμενα αποτελέσματα.
Η έλλειψη ανταγωνιστικότητας, όμως, είναι ένα πραγματικό εμπόδιο για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, όπως και των υπόλοιπων οικονομιών του Ευρωπαϊκού Νότου. Η αύξηση της εξωτερικής ζήτησης είναι η μόνη διέξοδος που απομένει στο σχέδιο «διάσωσης» για να πετύχει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Η Ελλάδα, όμως, ως μέλος της Ευρωζώνης δεν έχει τη δυνατότητα να πάρει το πιο αποτελεσματικό φάρμακο από όλα - δηλαδή την υποτίμηση του νομίσματός της - για να θεραπεύσει αυτή την ασθένεια. Η τρόικα φαίνεται να ευελπιστεί σε μειώσεις μισθών στον ιδιωτικό τομέα, αφού οι μειώσεις στο δημόσιο τομέα δεν έχουν φέρει τη ζητούμενη αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Με λίγα λόγια η θεραπεία που προτείνεται, ελλείψει του αποτελεσματικού αντιβιοτικού, είναι να αφήσουμε τον ασθενή να πεινάσει για να πεθάνει το μικρόβιο. Υπολογίζω να μάθουμε σύντομα ποιός θα πεθάνει πρώτος. Εφ’ όσον φυσικά ο ασθενής παραμείνει στο ίδιο νοσοκομείο.
Πανίκος Δημητριάδης
Καθηγητής Οικονομικών
Πανεπιστήμιο του Leicester
* Βλ: S. Andrianova, P. Demetriades and C. Xu "Political Economy Origins of Financial Markets in Europe and Asia", World Development (Forthcoming). Available online at Science Direct:
http://dx.doi.org/10.1016/j.worlddev.2010.10.001