Από την κρίση του 2013 στο ξέπλυμα διεφθαρμένων πολιτικών
Κρίνοντας από τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης στο αποκαλυπτικό ντοκιμαντέρ του Αλ Τζαζίρα, τo σκάνδαλο με τα χρυσά διαβατήρια φαίνεται να πρόκυψε ως κεραυνός εν αιθρία για πολλούς Ελληνοκύπριους (ΕΚ). Ίσως γιατί η κοινή γνώμη είχε πεισθεί – λανθασμένα -ότι, παρά την όποια κριτική, το Πρόγραμμα Πολιτογράφησης Επενδυτών (ΠΠΕ) ήταν ευεργετικό για την οικονομία του τόπου και ότι οι κριτικές ήταν δήθεν κακοπροαίρετες. Με όσα γνωρίζουμε σήμερα, η παραπληροφόρηση φαίνεται να μην ήταν καθόλου τυχαία: Η Κομισιόν από το 2015 είχε προειδοποιήσει τους κυβερνώντες ότι το ΠΠΕ δεν ήταν συμβατό με τις υποχρεώσεις της Κύπρου προς την ΕΕ – εκτίμηση με την οποία συμφώνησε και η ίδια η Νομική Υπηρεσία του κράτους.
Σήμερα η Κύπρος κατηγορείται δημόσια και επίσημα από την Κομισιόν ότι παραβίασε ευρωπαϊκές νομοθεσίες. Μεταξύ άλλων, η Κύπρος κατηγορείται ότι παραβίασε το Άρθρο της Συνθήκης Ίδρυσης της ΕΕ που προβλέπει την ειλικρινή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών. Με άλλα λόγια, η Κομισιόν θεωρεί τις πωλήσεις χρυσών διαβατηρίων ως παράνομες και τις ενέργειες της κυπριακής κυβέρνησης ως ανειλικρινείς.
Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι αν οι ΕΚ είχαν ολοκληρωμένη εικόνα για την κρίση του 2013, το σκάνδαλο με τα χρυσά διαβατήρια θα είχε αποφευχθεί, και ότι από τότε θα είχαν τεθεί οι βάσεις για βιώσιμη ανάπτυξη. Και αυτό γιατί τα αφηγήματα που αναπτύχθηκαν από τα πολιτικά κόμματα για τα αίτια της κρίσης ήταν, στην καλύτερη περίπτωση, η μισή αλήθεια.
Ποιές ήταν οι μισές αλήθειες και με ποιό τρόπο οδήγησαν στο σκάνδαλο των χρυσών διαβατηρίων;
Τα τρία αφηγήματα
Ας δούμε πρώτα τα τρία αφηγήματα για τα αίτια της κρίσης.
Το πρώτο αφήγημα αναφέρει ότι η κρίση ήταν δημοσιονομικής προέλευσης, αφού (α) τα ταμεία του κράτους στις αρχές του 2013 ήταν άδεια, (β) το κράτος δεν μπορούσε να δανεισθεί από τις διεθνείς αγορές, (γ) το δημόσιο χρέος αυξήθηκε σημαντικά την πενταετία Χριστόφια, ενώ (δ) το δημοσιονομικό έλλειμμα ήταν στα ύψη.
Ενώ όλες αυτές οι παρατηρήσεις ήταν αλήθεια, η κρίση, στην πραγματικότητα, δεν ήταν δημοσιονομικής προέλευσης. Μέχρι και τα μέσα του 2012, το δημόσιο χρέος της Κύπρου ήταν στο μέσο όρο της ΕΕ, περίπου στο επίπεδο της Γερμανίας. Ο λόγος που το κυπριακό κράτος δεν μπορούσε να δανεισθεί από τις διεθνείς αγορές ήταν ότι οι τράπεζες είχαν υπερβολική έκθεση στην ελληνική οικονομία, λόγω της παρουσίας των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα, που έφθανε το 140% του ΑΕΠ της Κύπρου, την περίοδο που η κρίση στην Ελλάδα βάθαινε και το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη ήταν ορατό.
Σε τέτοια περίπτωση η Κύπρος αυτόματα θα χρεοκοπούσε και θα ακολουθούσε την Ελλάδα. Εφόσον μέχρι τότε, η διάσωση με ίδια μέσα δεν υπήρχε ούτε καν στα χαρτιά, και αφού οι κυβερνήσεις της ΕΕ είχαν αποφασίσει τη διάσωση συστημικών τραπεζών που χρεοκοπούσαν, ήταν φυσιολογικό το κυπριακό κράτος να αντιμετωπίσει δυσκολίες στην αναχρηματοδότηση του υφιστάμενου χρέους του από τις αγορές. Αυτός ήταν και ο κύριος λόγος που τα δημόσια ταμεία ήταν άδεια στις αρχές του 2013.
Το δεύτερο αφήγημα παραδέχεται ότι η κρίση ήταν τραπεζικής προέλευσης και αφού μάλιστα το μέγεθος του τραπεζικού συστήματος διπλασιάσθηκε κατά την περίοδο 2005-2011. Παραλείπει όμως να εξηγήσει ότι πίσω από τον διπλασιασμό του τραπεζικού συστήματος κρυβόταν η διαπλοκή των μεγαλοδικηγόρων και ντιβέλοπερς με το πολιτικό σύστημα. Η Βουλή ποτέ δεν τοποθετήθηκε αρνητικά για τις εισροές δισεκατομμυρίων από Ρώσους και Ουκρανούς ΠΕΠ (Πολιτικά Εκτεθειμένα Πρόσωπα), οι οποίες δημιούργησαν εύλογες υποψίες για ξέπλυμα βρόμικου χρήματος. Και ουδέποτε κάλεσε την Κεντρική Τράπεζα να λογοδοτήσει για την υπέρμετρη αύξηση των χρηματοπιστωτικών κινδύνων, η για τυχόν αδυναμίες στην καταπολέμηση του ξεπλύματος. Τουναντίον, αποθάρρυνε τις όποιες προσπάθειες επιβολής μακροπροληπτικών περιορισμών που θα περιόριζαν την αύξηση των πιστώσεων κατά την επίμαχη περίοδο.
Εκ του πονηρού
Το τρίτο αφήγημα, που εύκολα μπορεί να απορριφθεί, καταλογίζει ευθύνες στην Κεντρική Τράπεζα για τη διαχείριση της κρίσης, με σκοπό να αποπροσανατολίσει από τα πραγματικά αιτία της κρίσης. Στην πραγματικότητα όλοι οι χειρισμοί που έκανε η ΚΤ από την πρώτη μέρα που άρχισαν οι συζητήσεις για μνημόνιο με την τρόικα, ήταν σε πλήρη συνεννόηση με την Κομισιόν, το ΔΝΤ και την ΕΚΤ. Στη συνέχεια, όταν συμφωνήθηκε το μνημόνιο, η ΚΤ απλά εφάρμοσε, χωρίς παρεκκλίσεις, αυτά που συμφωνήθηκαν. Όλα όσα λέχθηκαν περί BIMCO, ELA, αναπνευστήρα, πώλησης ελληνικών καταστημάτων, ή εξυγίανσης και διάσωσης με ίδια μέσα, λέχθηκαν εκ του πονηρού, από τους συνήθεις ύποπτους, ώστε να μετατοπίσουν τις πολιτικές ευθύνες και να παραπλανήσουν την κυπριακή κοινή γνώμη. Οι τραπεζίτες που είχαν ευθύνες πήγαν στα σπίτια τους ενώ οι υπόλοιποι υπαίτιοι συνέχισαν εν μέσω κρίσης να εξυπηρετούν αλλότρια συμφέροντα. Για παράδειγμα, η απόφαση για το οριζόντιο και καθολικό κούρεμα στόχευε να προστατεύσει τους ξένους ολιγάρχες-πελάτες των δικηγορικών γραφείων, ενώ η προσπάθεια εκ μέρους των κυβερνώντων για δημιουργία Ταμείου «Αλληλεγγύης», ισοδυναμούσε με προσπάθεια εξαπάτησης των Ταμείων Προνοίας του ιδιωτικού τομέα, ώστε να καλυφθούν με έντεχνο τρόπο οι ζημιές των δύο μεγάλων τραπεζών.
Αν η Κύπρος αντλούσε τα ορθά διδάγματα από την κρίση του 2013, θα έκανε πολύ περισσότερα για να καταπολεμήσει το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος. Η υποχρέωση δεν θα αντιμετωπιζόταν ως μία τυπική υποχρέωση και ούτε θα περιοριζόταν στις τράπεζες. Θα περιλάμβανε όλους τους μεσάζοντες που παρέχουν υπηρεσίες σε επενδυτές, δηλαδή τα δικηγορικά γραφεία, ελεγκτικούς οίκους, κτηματομεσίτες και ντιβέλοπερς.
Η πολιτεία όφειλε να αναλογιστεί από το 2013 τους κινδύνους που πηγάζουν από το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, οι οποίοι δεν είναι μόνο νομικοί, αλλά επίσης κίνδυνοι φήμης (reputation risk – δηλ. η κακή φήμη αποτρέπει τους πραγματικούς επενδυτές και δημιουργεί πολιτικό κόστος για τη χώρα) όπως και ηθική παρακμή (πχ η ανοχή του ξεπλύματος βρόμικου χρήματος δημιουργεί κλίμα όπου και άλλες μορφές διαφθοράς γίνονται αποδεκτές). Αντ’ αυτού είχαμε χαλαρώσεις στο ΠΠΕ οι οποίες το έκαναν ακόμη πιο ελκυστικό σε ΠΕΠ και εγκληματίες λευκού κολάρου και μεθοδεύσεις που σκοπό είχαν να παρακάμψουν τους τραπεζικούς ελέγχους.
Πρόγραμμα για διεφθαρμένους πολιτικούς
Ουσιαστικά, η ίδια η κυβέρνηση έστησε ένα φαινομενικά νομότυπο μηχανισμό ξεπλύματος διεφθαρμένων πολιτικών και απατεώνων, μετατρέποντας το ΠΠΕ σε εστία διαφθοράς και διαπλοκής, αγνοώντας το πολιτικό κόστος το οποίο στην περίπτωση ημικατεχόμενης χώρας που βασίζεται στην ΕΕ για την εθνική της επιβίωση μπορεί να αποβεί μοιραίο.
Πριν τρία και πλέον χρόνια είχα εκφράσει τις ανησυχίες μου για τον οικοδομικό οργασμό που συνδεόταν με το ΠΠΕ, χωρίς καν να γνωρίζω ένα μέρος όσων γνωρίζουμε σήμερα. Ήταν εμφανές όμως ότι η Κύπρος συνέχιζε να εμμένει σε ένα οικονομικό μοντέλο που απέτυχε, αλλά και οδήγησε στη κρίση του 2013. Μίλησα για τη διαπλοκή του πολιτικού συστήματος ως την κυριότερη αιτία για την κρίση του 2013, για νέα φούσκα στα ακίνητα και για ξέπλυμα ολιγαρχών. Ελπίζω ότι, έστω και οχτώ χρονιά μετά, η Κύπρος θα μάθει τα σωστά μαθήματα από την κρίση του 2013 και θα επικεντρωθεί σε βιώσιμη ανάπτυξη, με πλήρη σεβασμό των αρχών και αξιών της ΕΕ.
*Πρώην διοικητής στην Κεντρική Τράπεζα.