Χρεοκοπία κυρίαρχων κρατών: Μια ιστορική αναδρομή
Επιστρέφοντας από την Ελλάδα όπου πέρασε τις διακοπές των Χριστουγέννων, ένας συνάδελφος μου ανάφερε ότι - μεταξύ διάφορων άλλων καταθλιπτικών γεγονότων - ο φόβος της χρεοκοπίας της χώρας έχει κατατρομοκρατήσει τον ελληνικό λαό. Ο φόβος αυτός είναι τόσο μεγάλος που έχει μουδιάσει την κατανάλωση ακόμη και εκείνων των νοικοκυριών που έχουν την οικονομική δυνατότητα να ξοδεύουν. Μπροστά στο άγνωστο και την αβεβαιότητα προτιμούν να αποταμιεύουν για μια χειρότερη μέρα. Αυτή η ψυχολογία είναι φυσικά κατανοητή και θυμίζει έντονα την έννοια τoυ φόβου του αγνώστου των νέων Οικονομικών της Συμπεριφοράς (Behavioral Economics) για την οποία έγραψα πρόσφατα. Η αρνητική ψυχολογία και οι επιπτώσεις της δημιουργούν ακόμη ένα, ανυπέρβλητο ίσως, εμπόδιο στην ικανότητα της ελεύθερης αγοράς να οδηγήσει την οικονομία της χώρας προς την έξοδο από τη Μεγάλη Οικονομική Κατάθλιψη στην οποία βρίσκεται σήμερα.
Μια ιστορική αναδρομή σε προηγούμενα επεισόδια χρεοκοπίας κρατών είναι χρήσιμη για να καταρρίψει διάφορους μύθους που επικρατούν σήμερα γύρω από το θέμα αυτό.
Ξεκινώ με ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο των Mauricio Drelichman και Hans-Joachim Voth, που δημοσιεύθηκε τον περασμένο μήνα στο Economic Journal. Το άρθρο αυτό ασχολείται με τις συχνές χρεοκοπίες του Φίλιππου ΙΙ, Βασιλέα της Ισπανίας από το 1556 μέχρι το 1598. Ο «χρεώστης από την κόλαση» (the borrower from hell), όπως αποκαλούν τον Φίλιππο II, κατάφερε να συσσωρεύσει χρέη 60% του ΑΕΠ της χώρας (για την εποχή εκείνη, όταν η συλλογή φόρων ήταν πολύ δύσκολη, αυτό το χρέος θα μπορούσε να θεωρηθεί δυσβάστακτο), έκανε 4 φορές στάση πληρωμών αλλά δεν αποκλείσθηκε από τις αγορές της εποχής, οι οποίες ήταν ουσιαστικά οι Γενοβέζοι τραπεζίτες. Οι τελευταίοι, παρά τις συχνές χρεοκοπίες του Βασιλέα, κατάφεραν, με τη χρήση συνδικάτων δανεισμού και επιλεκτικό πάγωμα των πιστώσεων όταν υπήρχε ανάγκη, να δανείζουν στο Βασιλέα χωρίς να κάνουν ζημιά.
Ένα δικό μου άρθρο (με την Svetlana Andrianova Chenggang Xu) που δημοσιεύθηκε το Μάη του 2011 στο περιοδικό World Development, αναλύει τις δυσκολίες που είχε ο Μονάρχης της Αγγλίας κατά τον 16Ο και 17Ο αιώνα να χρηματοδοτήσει το δημόσιο χρέος. Σε ένα βαθμό το δυσβάστακτο χρέος της χώρας δημιουργήθηκε από τον πόλεμο του 1588 με την Ισπανία και τους πολέμους που ακολούθησαν κατά το 17Ο αιώνα. Τα χρέη αυτά αναχρηματοδοτήθηκαν για πολύ καιρό με πολύ εφευρετικές μορφές «κουρέματος» των πιστωτών, οι οποίες υπονόμευσαν την αξιοπιστία του Μονάρχη και τελικά οδήγησαν στην περίφημη ολική στάση πληρωμών του Βασιλέα Καρόλου ΙΙ 1672 γνωστή σαν «Stop of the Exchequer». Η χώρα επέστρεψε στις «αγορές» της εποχής σχετικά σύντομα μετά από αυτό το επεισόδιο. Η προηγούμενη βιβλιογραφία εκτιμά ότι η αξιοπιστία του Μονάρχη επανήλθε μετά την επανάσταση γνωστή σαν «Glorious Revolution» του 1688, όταν η Αγγλική Βουλή κάλεσε τον Ολλανδό William of Orange να αναλάβει το θρόνο. Αυτή η επανάσταση οδήγησε σε ενίσχυση των θεσμών και ιδιαίτερα των δικαιωμάτων των πιστωτών. Στο άρθρο μας δείχνουμε ότι ο Μονάρχης συνέχιζε να δανείζεται κατά την περίοδο 1672-1688, αποσπάζοντας δάνεια με ευνοϊκούς όρους από πετυχημένες εταιρείες όπως την «East India Company», σαν αντάλλαγμα για την απονομή μονοπωλιακού καθεστώτος στο κερδοφόρο εμπόριο της Αγγλίας με όλες τις χώρες ανατολικά του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας. Στην απονομή του νέου Royal Charter στην New East India Company το κράτος εξασφάλισε δάνειο που αποτελούσε ρεκόρ για την εποχή που ανήλθε σε £2.0 εκ. Μεγάλο δάνειο παραχώρησε στο κράτος με την ίδρυση της το 1694 και η Τράπεζα της Αγγλίας, το οποίο ανερχόταν σε £1.2 εκ., σαν αντάλλαγμα για το μονοπώλιο τραπεζικών υπηρεσιών που απέκτησε και το οποίο διάρκεσε 50 χρόνια. Το δάνειο αυτό δεν αποπληρώθηκε ποτέ.
Το γενικότερο συμπέρασμα που μπορεί να εξαχθεί από την ακαδημαϊκή βιβλιογραφία είναι ότι η χρεοκοπία κρατών δεν είναι καθόλου σπάνιο φαινόμενο. Σύμφωνα με μελέτη των Eduardo Borenstein (IMF) και Ugo Panizza (UNCTAD), περίληψη της οποίας δημοσιεύθηκε στη γνωστή ιστοσελίδα οικονομικής πολιτικής VOX, κατά την περίοδο 1825-2004 παρατηρήθηκαν 126 επεισόδια χρεοκοπίας στη Λατινική Αμερική, 63 στην Αφρική, 50 περίπου στην Ευρώπη και 20 στην Ασία. Τα επεισόδια χρεοκοπίας κυριάρχων κρατών ακολουθούν συνήθως περιόδους οικονομικής ευφορίας και μπουμ πιστώσεων.
Κατά τον 20Ο αιώνα, οι χώρες που χρεοκόπησαν στην Ευρώπη περιλαμβάνουν την Αυστρία (1914-15, 1932-33, 1938 και 1940-1952), τη Βουλγαρία (1916-20, 1932, 1990-94), την Κροατία (1992-96), την Τσεχοσλοβακία (1938-46, 1959-60), τη Γερμανία (1932-38, 1939-53), την Ουγγαρία (1932-37, 1941-67), την Πολωνία (1936-37, 1940-52, 1981-94), τη Ρουμανία (1933-58, 1981-83), τη Ρωσία (1918, 1991-97 και 1998-2000), την Ουκρανία (1998-2000), και τη Γιουγκοσλαβία (1933-50, 1992).
Το πιο σημαντικό εύρημα όμως της μελέτης των Borenstein και Panizza απορρέει από την οικονομετρική ανάλυση η οποία οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία από τη χρεοκοπία κυρίαρχου κράτους είναι προσωρινές. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι χώρες που χρεοκοπούν αντιμετωπίζουν αύξηση του κόστους δανεισμού κατά 400 μονάδες βάσης, το οποίο διαρκεί 2-3 χρόνια. Αντιμετωπίζουν επίσης προσωρινή μείωση του εμπορίου τους και μείωση του ΑΕΠ κατά 2.5 ποσοστιαίες μονάδες για το έτος της χρεοκοπίας. Βρίσκουν μάλιστα ότι η παραγωγή αρχίζει να αυξάνεται μετά από το τρίμηνο στο οποίο η χώρα χρεοκοπεί. Αυτό το πόρισμα εισηγείται ότι οι αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγή είναι μάλλον αποτέλεσμα της αναμονής της χρεοκοπίας. Αυτά τα ευρήματα απορρίπτουν εύκολα το μύθο ότι η χρεοκοπία οδηγεί σε οικονομική καταστροφή – ένας μύθος που σύμφωνα με το συνάδελφό μου πλανάται σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από την Ελλάδα σήμερα.
Πολλά οικονομικά μοντέλα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αυτοί που κρατούν τα ηνία της δημοσιονομικής πολιτικής έχουν κίνητρα να κάνουν υπερβολικές δαπάνες, τα οποία οδηγούν σε συχνές χρεοκοπίες. Στην πράξη όμως, σύμφωνα με την ανάλυση των Borenstein και Panizza, οι πολιτικοί και οι τεχνοκράτες αναβάλλουν όσο μπορούν το αναπόφευκτο. Στην περίπτωση της Αργεντινής, για παράδειγμα, οι τραπεζίτες της Wall Street χρειάστηκε να πείσουν τις αρχές της χώρας να δεχθούν την πραγματικότητα και να ξεκινήσουν την αναδιάρθρωση του χρέους.
Μια σημαντική υποσημείωση είναι ότι η μελέτη των Borenstein και Panizza αφορούσε χώρες οι οποίες είχαν το δικό τους νόμισμα και οι οποίες μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν το εργαλείο της υποτίμησης για να ανακτήσουν εύκολα την ανταγωνιστικότητα τους. Έτσι τα αισιόδοξα μηνύματα της μελέτης δεν είναι και τόσο εύκολο να μεταφερθούν στην Ελλάδα, ενόσω τουλάχιστον η χώρα παραμένει μέλος της ευρωζώνης. Ενδεχόμενη αποχώρηση της Ελλάδας από την ευρωζώνη έχει φυσικά πολλά αρνητικά, όχι μόνον οικονομικής φύσεως, με τα οποία σκοπεύω να ασχοληθώ σε μελλοντικό άρθρο.
Πανίκος Δημητριάδης
Καθηγητής Οικονομικών Πανεπιστήμιο του Leicester
Μέλος της Ακαδημίας Κοινωνικών Επιστημών του Ηνωμένου Βασιλείου