Τραπεζικός Φόρος: Λύση στα προβλήματα του κράτους;
Υπάρχουν δύο βασικά επιχειρήματα για τις υποβαθμίσεις των τραπεζών και του δημόσιου χρέους τα οποία είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις. Το ένα επιχείρημα λέει ότι οι υποβαθμίσεις των κυπριακών τραπεζών από τους ξένους οίκους προέρχονται από τα διαρθρωτικά προβλήματα των δημόσιων ταμείων, άρα είναι το κράτος που δημιουργεί το πρόβλημα στις τράπεζες. Το αντίθετο επιχείρημα λέει ότι είναι το μέγεθος του τραπεζικού συστήματος που δημιουργεί το πρόβλημα στο κράτος και δημιουργεί επικίνδυνες συγκρίσεις με χώρες όπως η Ισλανδία και η Ιρλανδία (που, ακόμη χειρότερα, επίσης τυγχάνουν να είναι νησιά και μικρές, ανοικτές οικονομίες). Στα οικονομικά είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις τι έρχεται πρώτο, η κότα ή το αυγό. Έτσι και σε αυτή την περίπτωση είναι αδύνατον να είναι κάποιος 100% σίγουρος για το τι είναι ορθό. Εκείνο που μπορούμε να κάνουμε όμως είναι να σκεφτούμε λογικά το πώς μπορούμε να ελαχιστοποιήσουμε τους κινδύνους που μας ζώνουν δεδομένων των αναλύσεων από ξένους οίκους όπως οι Moody’s (που τα γραφόμενα τους θα επηρεάσουν το κόστος χρέους της κυπριακής κυβέρνησης στον επόμενο γύρο δανεισμού). Αν είναι οι τράπεζες με το μεγάλο τους μέγεθος που έχουν δημιουργήσει το πρόβλημα, τότε η φορολόγηση τους όντως θα κάνει σταδιακά το μέγεθος τους πιο μικρό. Δεδομένου ότι υπάρχει έντονη η αίσθηση ότι οι τράπεζες υπερχρεώνουν τον καταναλωτή χωρίς η αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου Εμπορίου να φαίνεται να ασχολείται με το θέμα, τότε αυτό ακούγεται και κάπως δίκαιο. Το ερώτημα όμως είναι: «Αν όντως οι τράπεζες έχουν προβλήματα, είναι η επιβολή φορολογίας ο τρόπος να σωθούν, και άρα να λύσουν το πρόβλημα υποβαθμίσεων του κυπριακού κρατικού χρέους;» Αν τα χρήματα από τη φορολογία πάνε πίσω στα δημόσια ταμεία, τότε δε θα λυθεί οποιοδήποτε πρόβλημα (δεδομένης της υπόθεσης ότι είναι το μέγεθος του τραπεζικού τομέα που δημιουργεί τα προβλήματα στο κράτος). Με τη δημιουργία του ταμείου στήριξης των τραπεζών, τότε ίσως κάτι να μπορεί να γίνει σε περίπτωση κρίσης, αλλά αυτό θα πάρει χρόνια διότι το μέγεθος του ταμείου θα είναι πολύ μικρό στα αρχικά χρόνια σε σχέση με τα μεγέθη των τραπεζών. Από την άλλη έχουμε τις δαπάνες του δημόσιου τομέα στις οποίες έχουν ιδιαίτερα επικεντρωθεί οι Moody’s στην τελευταία τους έκθεση. Τι γίνεται για να αποσοβήσουμε τον κίνδυνο από τη λογική που λέει ότι σε χώρες όπως η Ελλάδα είναι το κράτος που δημιούργησε το πρόβλημα στις τράπεζες; (Το γεγονός ότι το κυπριακό χρηματιστήριο και η Ελληνική που δεν έχει πολλά ομόλογα της Ελληνικής κυβέρνησης) αυξήθηκε 5.8% την περασμένη Δευτέρα λόγω του διακανονισμού για τα Ελληνικά κρατικά χρεόγραφα, είναι υποστηρικτικό της θέσης ότι είναι το κράτος που δημιουργεί το πρόβλημα). Η δική μου αντίληψη είναι ότι δεν έχουν παρθεί οποιαδήποτε μέτρα για να συμμαζευτούν οι δαπάνες του κράτους (μισθοί και κοινωνικές παροχές μέσω στοχευμένων μέτρων), παρά τις επανειλημμένες νουθεσίες των οίκων αξιολόγησης για τη μονιμότητα (ανελαστικότητα) αυτών των δαπανών. Είναι αυτόν τον κίνδυνο που υποτιμά η κυβέρνηση. Το πρόβλημα δεν είναι φανταστικό και δεν έχουν «εμμονές» (σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο) όσοι ανησυχούν για την πορεία του δημόσιου χρέους. Αντίθετα, για πολλούς αναλυτές (και ειδικά τους οίκους αξιολόγησης), στους οποίους βασίζονται οι επενδυτές για το επιτόκιο που θα ζητήσουν στις μελλοντικές δανειοδοτήσεις του κράτους, το πρόβλημα είναι αρκετά σημαντικό για να παίρνει πρώτη θέση στις αναλύσεις τους. Μακάρι αυτοί οι αναλυτές (και ο υποφαινόμενος) να έχουν λάθος. Από τη στιγμή που μας το λένε συνεχώς όμως, πρέπει να αντιληφθούμε ότι κάτι πρέπει να κάνουμε, έστω και αν έχουν αυτοί λάθος. Σε τελική ανάλυση, είμαστε εμείς που χρειαζόμαστε δάνεια. Είμαστε στον τρίτο μήνα του έτους και οι δαπάνες του κράτους συνεχίζουν να μεγαλώνουν χωρίς οποιαδήποτε συζήτηση (είτε από την αντιπολίτευση, είτε από την κυβέρνηση) για το πώς μπορούν κάπως να αυξάνονται με ρυθμούς συμβατούς με την ανάπτυξη της οικονομίας. Έρχονται εκλογές και μετά μπαίνουμε στον αργό ρυθμό του καλοκαιριού. Δυστυχώς οι Moody’s δεν ενδιαφέρονται για τις εκλογές μας (παρά μόνο πως επηρεάζουν τις αποφάσεις μας για δημόσιες δαπάνες) και δεν ακολουθούν τους δικούς μας ρυθμούς το καλοκαίρι. Οι κίνδυνοι είναι υπαρκτοί και πρέπει να προσπαθήσουμε να τους ελαχιστοποιήσουμε όσο το δυνατόν γρηγορότερα, και άρα, με τους δικούς μας όρους. Ο Αλέξανδρος Μιχαηλίδης είναι καθηγητής χρηματοοικονομικών στο Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Κύπρου.