Ο ρόλος των ξένων κεφαλαίων στην Κυπριακή Οικονομία
Η μεγάλη ροή ξένων κεφαλαίων είναι σημαντικό συστατικό της ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης που είχαμε όλα αυτά τα χρόνια. Είναι επίσης βασικό αίτιο της κρίσης χρέους και ανταγωνιστικότητας που αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή η Κυπριακή Οικονομία.
Η μεγάλη ροή ξένων κεφαλαίων προς την Κύπρο δημιούργησε ιστορικά μεγάλη ρευστότητα στις τράπεζες και αποτελεί μέρος της εξήγησης για το εξαιρετικά υψηλό ιδιωτικό χρέος ως ποσοστό του εισοδήματος μας που μας κατατάσσει πρώτους στον κόσμο. Με δεδομένο αριθμό καλών δυνητικών επενδύσεων σε μια μικρή οικονομία όπως η Κύπρος, η τέραστια (σε σχέση με το μέγεθος της οικονομίας) ροή κεφάλαιων, δημιούργησε συνθήκες που συνάδουν με τον υπέρμετρο δανεισμό για οικιστικούς, κτηματικούς και καταναλωτικούς σκοπούς, με βιαστική επέκταση των τραπεζών εντός και εκτός Κύπρου, ακόμα και με την τεράστια συγκέντρωση σε Ελληνικά ομόλογα.
Η μεγάλη ροή ξένων κεφαλαίων επηρέασε επίσης άμεσα ή έμμεσα (μέσω της συνεπακόλουθης αύξησης των δανείων) τη ζήτηση και έτσι τις τιμές των ακινήτων που αυξήθηκαν σε τρομακτικά επίπεδα. Τα έσοδα του κράτους από τις αγοραπωλησίες ακινήτων ήταν από τη φύση τους προσωρινά αλλά χρησιμοποιήθηκαναπό το κράτος, μαζί μέ άλλα προκυκλικά δημοσιονομικά έσοδα, για τη δημιουργία μόνιμων εξόδων π.χ. συστηματικές αυξήσεις μισθών και άλλων ωφελημάτων για τους δημόσιους υπαλλήλους. Αυτό το φαινόμενο συνείσφερε σταδιακά στη δημιουργία δημοσιονομικής τρύπας και αποτελεί μέρος της εξήγησης για την κρίση δημόσιου χρέους στην Κύπρο, πέραν των κακών δημοσιονομικών χειρισμών της τελευταίας πενταετίας.
Αυτές οι υπέρμετρες αυξήσεις των μισθών και των ωφελημάτων στο Δημόσιο αλλά και στον Τραπεζικό τομέα, μαζί με την αύξηση της κατανάλωσης, δημιούργησαν αυξητικές πίεσεις στους μισθούς στην υπόλοιπη οικονομία πολύ πέραν της αύξησης στην παραγωγικότητα. Είναι αξιοσημείωτο ότι κατά την περίοδο 1999-2007, η Κύπρος είχε το μεγαλύτερο χάσμα μεταξύ του ρυθμού αύξησης πραγματικών μισθών και του ρυθμού αύξησης παραγωγικότητας της εργασίας, ανάμεσα στις αναπτυγμένες χώρες (Πίνακας 11, ILO Global Wage Report 2012). Η χαμηλή ανταγωνιστικότητα της Κυπριακής οικονομίας σχετίζεται λοιπόν και με την τεράστια ροή ξένων κεφαλαίων προς την Κύπρο. Είναι μάλιστα δύσκολο να μην αναγνωρίσει κάποιος αναλυτής συστατικά που θυμίζουν την κατάρα των φυσικών πόρων, όπου δυνητικά παραγωγικοί τομείς της οικονομίας μαραίνονται (ή δεν φυτρώνουν ποτέ) λόγω της ύπαρξης ενός υπερτροφικού τομέα με υπερκέρδη (economicrents) που δεν συνάδουν με την ένταση της προσπάθειας ή το επίπεδο παραγωγικότητας στον τομέα αλλά οφείλονται σε τυχαίους ή προσωρινούς παράγοντες.
Προς τι η πιο πάνω ανάλυση ενός μηχανισμού που πιθανότατα δημιούργησε τις συνθήκες για την κρίση που αντιμετωπίζουμε; Η κατανόηση του τι μας συνέβηκε είναι χρήσιμη αυτή τη στιγμή ως τροφή για σκέψη που θα μας καθοδηγήσει σωστά. Τα συμπεράσματα που βγαίνουν από την ανάλυση των προηγούμενων παραγράφων δεν είναι όμως πάντα τα αναμενόμενα.
Π.χ., αν η τεράστια ροή ξένων κεφαλαίων έχει όντως συμβάλει σημαντικά στη δημιουργιά της κρίσης που αντιμετωπίζουμε, και με δεδομένο ότι η οικονομική παρατήρηση και ανάλυση δείχνουν πως μεγάλη ροή κεφάλαιων και υπερδανεισμός είναι ιστορικά βασικές εξηγήσεις για τη δημιουργία χρηματοπιστωτικών κρίσεων, τότε θα ήταν λύση το να κλείσουμε απλά τη στρόφιγγα αυτής της ροής σήμερα; Η φορολόγηση της ροής ξένων κεφαλαίων σε περίοδο κρίσης δεν αποτελεί λύση. Αντίθετα, μια αντικυκλική δημοσιονομική πολιτική με επιδότηση αυτών των ροών σε περιόδους ύφεσης και φορολόγηση τους σε περιόδους επέκτασης θα αποτελούσε καλή μακροπροληπτική πολιτική σταθεροποίησης της οικονομίας και αποφυγής κρίσεων. Οι κατάλληλοι θεσμοί μπορεί να υποβοηθήσουν στην άσκηση τέτοιας πολιτικής και μπροστά στις προκυκλικές δημοσιονομικές προκλήσεις που πιθανότατα θα αντιμετωπίσουμε μελλοντικά λόγω φυσικού αερίου.
Με το ίδιο σκεπτικό, αν ο χρηματοοικονομικός τομέας είναι όντως υπερτροφικός τότε είναι λύση η σμίκρυνση του σήμερα; Το βέβαιο είναι πως αν γίνει αυτό απότομα τότε η σημερινή ύφεση θα διαρκέσει πολύ περισσότερο. Είναι επίσης βέβαιο πως αλλαγές στα κίνητρα εντός του τραπεζικού τομέα, η σωστή και έγκαιρη πληροφόρηση των επενδυτών σε συνθήκες διαφάνειας, βελτίωση σχετικών νόμων, και αναδιάρθρωση του τομέα που να τον κάνει πιο αποδοτικό σε ένα πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον, θα βοηθούσαν τον τομέα αλλά και την οικονομία μας να γίνει σταδιακά πιο υγιής. Η στρατηγική έμφαση σε άλλους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας είναι επίσης αναγκαία. Όλα αυτά, αφού διασώσουμε τον πολύτιμο αυτό τομέα με τρόπο που να ωφελεί το μέσο πολίτη. Το βάρος της διάσωσης του ευρύτερου χρηματοοικονομικού τομέα και των άμεσα συνδεδεμένων υπηρεσιών, θα πρέπει να κατανεμηθεί με το δικαιότερο δυνατό τρόπο π.χ. να συμπεριλαμβάνει φορολόγηση της προηγούμενης συσσώρευσης πλούτου, και με το μέσο φορολογούμενο πολίτη να έχει ανάλογο μερίδιο στα μελλοντικά κέρδη του ευρύτερου τομεά, π.χ. μέσω μελλοντικής φορολόγησης του τομέα ο οποίος θα πρέπει πρώτα να ανακάμψει και να γίνει πιο αποδοτικός.
Ο κ. Μάριος Ζαχαριάδης είναι αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Κύπρου με ειδικότητα στα Διεθνή Μακροοικονομικά και την Οικονομική Μεγέθυνση και Ανάπτυξη.