ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ Ι. Τιρκίδης: Ο ρόλος δημοσίου και τραπεζών στο νέο μοντέλο ανάπτυξης

Ι. Τιρκίδης: Ο ρόλος δημοσίου και τραπεζών στο νέο μοντέλο ανάπτυξης

Ι. Τιρκίδης: Ο ρόλος δημοσίου και τραπεζών στο νέο μοντέλο ανάπτυξης

Ο δημόσιος τομέας έχει σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει στο νέο μοντέλο ανάπτυξης της οικονομίας αλλά και οι τράπεζες, επισημαίνει ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Οικονομικών Ερευνών της Τρ. Κύπρου Ιωάννης Τιρκίδης.

Σε συνέντευξή του στη StockWatch, ο κ. Τιρκίδης επισημαίνει ότι σε μακροχρόνιο ορίζοντα τα ζητήματα του δημοσίου τομέα είναι διαρθρωτικά. Αφορούν στην αύξηση της παραγωγικότητας και της αποδοτικότητας, τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημόσιου τομέα, στην παραγωγική δομή, στην μετατόπιση των δραστηριοτήτων, στη συρρίκνωση κάποιων τομέων και την επέκταση άλλων.

Επισημαίνει ότι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε είναι ουσιωδώς μακροχρόνιου ορίζοντα και ο δημόσιος τομέας θα κληθεί να διαδραματίσει ένα μεγαλύτερο και διαφορετικό ρόλο απ’ ότι μέχρι σήμερα.

Για τράπεζες, σημειώνει ότιστη νέα οικονομία, δηλαδή τη ψηφιακή και τη βιώσιμη ανάπτυξη, το γενικότερο πλαίσιο λειτουργίας τους δεν θα διαφοροποιηθεί, παρά τις τεχνολογικές προκλήσεις. 

«Οι τράπεζες είναι και θα είναι τράπεζες, και δε μπορεί να υπάρξει υγιής οικονομία χωρίς υγιές τραπεζικό σύστημα και το ανάποδο. Ο τραπεζικός τομέας επιδέχεται πιέσεις, από το ρυθμιστικό και το ανταγωνιστικό περιβάλλον», αναφέρει.

Σημειώνει ότι οι τράπεζες έχουν μια διπλή λειτουργία,την επιχειρηματική, με σκοπό την κερδοφορία και την οργανική ανάπτυξη της κεφαλαιακής τους βάσης και τη δημόσια λειτουργία της διαμεσολάβησης, της ροής του χρήματος στην οικονομία.

-Πόσο σημαντικό είναι για την οικονομία το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας;

Είναι σημαντικό για πολλούς λόγους, αλλά καλό είναι να το θέσουμε στη σωστή του διάσταση. 

Αν πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, το πρόγραμμα «Ευρωπαϊκή Ένωση Επόμενης Γενιάς» στο οποίο εντάσσονται τα εθνικά σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας των χωρών μελών, και το οποίο εγκρίθηκε τον Ιούλιο 2020, είναι ιστορικής σημασίας. Αυτό όμως κατά την άποψη μου, περισσότερο για την πολιτική του διάσταση, παρά για την οικονομική. Δηλαδή, σε περίοδο κρίσεως η Ευρωπαϊκή Ένωση απέδειξε εν πολλοίς την αλληλεγγύη της, δημιουργώντας αυτό το πρόγραμμα, το οποίο για πρώτη φορά χρηματοδοτείται με κοινό χρέος, περιλαμβάνει χορηγίες, και κατανέμεται αναλόγως αναγκών, σύμφωνα με τον βαθμό δηλαδή που έχει πληγεί μια οικονομία. Δεν εξέλειπαν οι διαφωνίες μεταξύ των χωρών πριν από τη λήψη της απόφασης, δεν παύει όμως να αποτελεί ορόσημο εκείνη η απόφαση.

Στο οικονομικό κομμάτι, το ύψος του προγράμματος, δηλαδή €750 δισ. για έξι χρόνια, δεν είναι τόσο μεγάλο όσο ακούγεται, ιδιαίτερα αν λάβει κανείς υπόψη ότι η εκταμίευση του δε θα είναι πλήρης. Αυτό γιατί όπως και στην περίπτωση της Κύπρου, οι χώρες μέλη δε θα αιτηθούν ολόκληρο το μέρος του προγράμματος που αφορά δάνεια αντί χορηγίεςκαι πιθανό η απορρόφηση των κονδυλίων να μην είναι πλήρης στο τέλος της ημέρας.

Το πρόγραμμα επιβάλλει επίσης μεταρρυθμίσεις, αναγκαίες εξάλλου, και ευθυγράμμιση με τους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την πράσινη οικονομία. Ιδιαίτερα σε ότι αφορά την πράσινη οικονομία, δεν τίθεται ζήτημα διαφωνίας με την γενικότερη αντίληψη, αλλά οι στόχοι για μηδενικούς ρύπους μέχρι το 2050 θα αποδειχτούν εξαιρετικά φιλόδοξοι για πολλές χώρες μέλη, και θα φέρουν διαφωνίες και συγκρούσεις εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την άποψη μου. Το κόστος μετάβασης στην πράσινη οικονομία θα είναι πολύ διαφορετικό από χώρα σε χώρα. Οι χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης για παράδειγμα, έχουν ακόμα σημαντική εξάρτηση από κάρβουνο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

Στην περίπτωση της Κύπρου, θα αντλήσουμε κατά το μέγιστο €1.2 δισ. μέχρι το 2026, εκ των οποίων οι χορηγίες θα είναι €1 δισ. Δεν πρέπει να επικεντρωνόμαστε στα νούμερα αυτά, τα οποία δεν είναι εξαιρετικά μεγάλα, αλλά στην πρόκληση που βρίσκεται μπροστά μας, που είναι η απορρόφηση των κονδυλίων, η ψήφιση και η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και άλλων υποχρεώσεων που προαπαιτούνται των εκταμιεύσεων και η καλύτερη και αποδοτικότερη αξιοποίηση τους με γνώμονα την αύξηση της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, και ενίσχυσης της ανθεκτικότητας της. Δε θα είναι εύκολος αυτός ο δρόμος.

-Η Κύπρος άργησε να εφαρμόσει αυτό το μοντέλο, δεδομένων των προβλημάτων που υπάρχουν εδώ και χρόνια;

Νομίζω οι αναφορές που γίνονται περί μοντέλου ανάπτυξης, είναι λίγο υπερβολικές και δημιουργούν σύγχυση. Μιλάμε για παλιό και νέο μοντέλο ωσάν να γυρίζουμε σελίδα σ’ ένα βιβλίο και αίφνης θα αλλάξει η ροή των πραγμάτων. Δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Η κάθε οικονομία όπως και η δική μας, αναπτύσσεται και εξελίσσεται, αντιμετωπίζοντας προκλήσεις, οικοδομώντας τις θεσμικές της ρυθμίζεις και υιοθετώντας τις νέες τεχνολογίες. Διαφορετική ήταν η διάρθρωση της κυπριακής οικονομίας τη δεκαετία του 1980 και διαφορετική τη δεκαετία του 1990. Διαφορετική ήταν στην προ-ενταξιακή και την μετα-ενταξιακή της περίοδο και διαφορετική θα είναι στο τέλος της δεκαετίας.

Η τεχνολογική και ρυθμιστική υποδομή μεταβάλλονται και η λειτουργία του πολιτικό-οικονομικού μας συστήματος καθορίζει την προσαρμογή της οικονομίας και την μετεξέλιξη της. Τι είναι αυτό που έχει σημασία; Αυτό που έχει σημασία η δυνατότητα λήψης αποφάσεων, η αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία των θεσμών, όπως το πολιτειακό πλαίσιο, το δικαστικό σύστημα, το σύστημα ασφάλειας, η λειτουργία του χρηματοοικονομικού συστήματος και των εποπτικών αρχών του. Στο τέλος-τέλος, είναι η λειτουργία και η ποιότητα της δημοκρατίας. Σε όλα αυτά η Κύπρος έχει κενά και δρόμο να καλύψει. Για όλα αυτά υπάρχουν οι δείκτες που μας δίνουν τις μετρήσεις, υπάρχουν ακόμα οι εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Δεν πρόκειται δηλαδή για μια μαγική φόρμουλα το μοντέλο, που θα λύσει όλα μας τα προβλήματα και θα μας απαλλάξει από όλες τις παθογένειες που αναπτύξαμε. Η πρόκληση που θα καθορίσει τις προοπτικές της κυπριακής οικονομίας είναι η θεσμική ανοικοδόμηση και τεχνολογική αναβάθμιση. Είναι επίσης η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και της μετάβασης στην πράσινη οικονομία.      

-Ποιό το βασικό πρόβλημα του μοντέλου οικονομίας των τελευταίων χρόνων;

Το βασικό πρόβλημα του ‘μοντέλου’ της κυπριακής οικονομίας, όχι μόνο των τελευταίων χρόνων αλλά και από πολύ παλαιότερα, είναι η ανεπάρκεια και δυσλειτουργία των θεσμών. Είναι η ακύρωση των θεσμών την κρίσιμη ώρα. Το είδαμε στην κρίση του χρηματιστηρίου το 2000, και στη κρίση του 2012-13. Και αυτό συμβαίνει γιατί το πολιτικό σύστημα που βρίσκεται πίσω από τους θεσμούς παρουσιάζει σωρεία παθογενειών. 

-Θεωρείτε ότι και ο δημόσιος τομέας έχει ρόλο να διαδραματίσει στην ανάκαμψη της οικονομίας;

Ο δημόσιος τομέας διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην οικονομία τα τελευταία δύο χρόνια 2020-21. Αλλά δεν πρέπει να μιλάμε μόνο για τις κυκλικές διακυμάνσεις της οικονομίας και το ρόλο του κράτους στην αντιμετώπιση τους. Αυτός ο διάλογος μεταξύ δημοσιονομικής περισυλλογής και δημοσιονομικής επέκτασης δεν αγγίζει καν το θέμα αν μιλάμε για ένα μακροχρόνιο ορίζοντα. Αυτό γιατί σε μακροχρόνιο ορίζοντα τα ζητήματα και οι προκλήσεις είναι πολύ διαφορετικές. Σε μακροχρόνιο ορίζοντα τα ζητήματα είναι διαρθρωτικά. Αφορούν στην αύξηση της παραγωγικότητας και της αποδοτικότητας, τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημόσιου τομέα. Αφορούν την παραγωγική δομή και την μετατόπιση των δραστηριοτήτων. Τη συρρίκνωση κάποιων τομέων και την επέκταση άλλων. Αφορούν στο ρόλο του δημόσιου τομέα σε σχέση με τον ιδιωτικό.

Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε είναι ουσιωδώς μακροχρόνιου ορίζοντα και ο δημόσιος τομέας θα κληθεί να διαδραματίσει ένα μεγαλύτερο και διαφορετικό ρόλο απ’ ότι μέχρι σήμερα. Και εξηγούμαι. Οι ανεπτυγμένες χώρες αντιμετωπίζουν οικονομική στασιμότητα, αυτό που ονόμασε κάποτε ο Αμερικανός οικονομολόγος LarrySummers, ‘secularstagnation’.

Από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, αντιμετωπίζουμε επιβραδυνόμενους ρυθμούς ανάπτυξης και πτωτική τάση στους ρυθμούς αύξησης της παραγωγικότητας, σε παγκόσμιο επίπεδο. Αν είναι να ξεφύγουμε από αυτό το λούκι,  θα χρειασθεί ναι, να επαναπροσδιορίσουμε το ρόλο του κράτους εκ των πραγμάτων. Παράδειγμα, για την οικοδόμηση της ψηφιακής και βιώσιμης οικονομίας του μέλλοντος, το κράτος θα πρέπει να διαδραματίσει μεγαλύτερο ρόλο. Υπάρχουν πολλές επενδύσεις σε υποδομές που θα χρειαστούν και που δε θα μπορούν να γίνουν από τον ιδιωτικό τομέα αποκλειστικά. Το ζητούμενο ασφαλώς είναι ο επαναπροσδιορισμός του δημόσιου τομέα χωρίς σπατάλη πόρων. Αυτό είναι πρόκληση αλλά και τεράστια ευκαιρία.

Το θέμα είναι μεγάλο και δε θέλω να μακρηγορήσω, αλλά μια άλλη πτυχή του δημόσιου τομέα αφορά το ισοζύγιο της δημοσιονομικής πολιτικής, ιδιαίτερα μεταξύ των μεταβιβαστικών πληρωμών ή παροχών αν θέλετε, και των επενδύσεων σε δημόσια αγαθά. Σε ότι αφορά τα δημόσια αγαθά με την οικονομική έννοια του όρου, στέκομαι όχι μόνο σε αναγκαίες υποδομές αλλά και στην παιδεία και τον τομέα της υγείας. Τα προβλήματα και στις δύο περιπτώσεις είναι τεράστια.

Χρειαζόμαστε τις μεταβιβαστικές πληρωμές αναμφίβολα, και σε πολλές περιπτώσεις χρειάζεται η βελτίωση τους. Χωρίς να διαγράφουμε αυτές τις περιπτώσεις θα πρέπει να επικεντρωθούμε με περισσότερη ένταση στην κατηγορία των δημοσίων αγαθών, και να το καταστήσουμε αυτό μέρος μιας προοδευτικής ατζέντας. Εκπαίδευση και δια βίου μάθηση. Έχει τεράστια σημασία. Τομέας υγείας και ετοιμότητα για πανδημίες. Το ίδιο. Βιωσιμότητα. Τα συλλογικά αγαθά που χρειάζονται για ένα ψηφιακό μέλλον, όπως προσβάσιμη 5G και όλες οι άλλες υποδομές. Όλα αυτά και άλλα, είναι δημόσια αγαθά τα οποία πια, θα αποτελούν προϋπόθεση για την ανάπτυξη.

-Οι τράπεζες έχουν ρόλο να διαδραματίσουν στη νέα στρατηγική για την οικονομία;

Δε νομίζω να υπάρχει άλλος τομέας στην οικονομία που να υπόκειται σε τόση παραπληροφόρηση και δαιμονοποίηση όσο ο τραπεζικός τομέας. Όχι μόνο στην Κύπρο, αλλά εδώ είναι λίγο περισσότερο θα έλεγα. Αλλά ας μη σταθούμε σ’ αυτό, γιατί δεν είναι το κύριο θέμα της ερώτησης, να υπενθυμίσω μόνο κάτι που είπα προηγουμένως σε μια άλλη ερώτηση, περί ακύρωσης θεσμών.

Οι τράπεζες είναι και θα είναι τράπεζες, και δε μπορεί να υπάρξει υγιής οικονομία χωρίς υγιές τραπεζικό σύστημα και το ανάποδο. Ο τραπεζικός τομέας επιδέχεται πιέσεις, από το ρυθμιστικό και το ανταγωνιστικό περιβάλλον. Παρατηρείται μια διακοπή που προέρχεται από το τεχνολογικό περιβάλλον και τις εναλλακτικές επιλογές που αναπτύσσονται. Είναι ακόμα και μια επικείμενη εισαγωγή ψηφιακού χρήματος από κεντρικές τράπεζες, και δεν αναφέρομαι σε φαινόμενα τύπου bitcoin. Αυτή η ιδέα του bitcoin, ότι μπορεί να υπάρξει ένα ψηφιακό χρήμα ανεξάρτητο από κράτη το οποίο θα λειτουργεί ως ένας αλγόριθμος έξω από οποιαδήποτε κοινωνική οργανωτική δομή, είναι ουτοπία. Επαναλαμβάνω, είναι άλλο θέμα η εισαγωγή ψηφιακού χρήματος από κεντρικές τράπεζες. Κάτι εντελώς διαφορετικό.

Οι τράπεζες είναι ιδιαίτεροι οργανισμοί γιατί χρησιμοποιούν τα χρήματα των καταθετών τους για να προωθήσουν την οικονομική δραστηριότητα και γιατί διαδραματίζουν κύριο ρόλο στην προστασία των καταθέσεων. Οι τράπεζες έχουν μια διπλή λειτουργία. Την επιχειρηματική, με σκοπό την κερδοφορία και την οργανική ανάπτυξη της κεφαλαιακής τους βάσης. Και τη δημόσια λειτουργία της διαμεσολάβησης, της ροής του χρήματος στην οικονομία. Ακόμη και με τη νέα τεχνολογία, αυτό δε θα αλλάξει. Στη νέα οικονομία όπως την περιγράψαμε, δηλαδή τη ψηφιακή και τη βιώσιμη ανάπτυξη, το γενικότερο πλαίσιο δεν θα διαφοροποιηθεί, παρά τις τεχνολογικές προκλήσεις. 

-Πώς νομίζετε ότι μπορεί να διευρυνθεί η παραγωγική βάση της οικονομίας;

Η Κύπρος είναι μια μικρή ανοικτή οικονομία με μικρή εσωτερική αγορά που περιορίζει τις οικονομίες κλίμακος. Τα περιθώρια διεύρυνσης της παραγωγικής βάσης είναι περιορισμένα. Δεδομένης αυτής της πραγματικότητας η κυπριακή οικονομία ανέπτυξε υπεράκτια δραστηριότητα, με επιτυχία μάλιστα. Αναφέρομαι στη ναυτιλία για παράδειγμα, και στις επαγγελματικές και διεθνείς επιχειρηματικές υπηρεσίες. Οι υπηρεσίες συνολικά είναι περίπου το 80% της παραγωγικής βάσης σε προστιθέμενη αξία. Το μισό από αυτό είναι υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας. Αυτό προσθέτει ανθεκτικότητα στην οικονομία και το είδαμε πέρσι με την κρίση της πανδημίας.

Αυτοί οι τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας θα συνεχίσουν να αναπτύσσονται και να προσαρμόζονται στα τεχνολογικά και περιβαλλοντικά δεδομένα. Η μετάβαση στην πράσινη οικονομία θα είναι καθοριστικής σημασίας τα επόμενα χρόνια αλλά και μακροπρόθεσμα. Η πράσινη συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι μια σειρά νομοθετικών και κανονιστικών ρυθμίσεων για τη μείωση των ρύπων στο μηδέν μέχρι το 2050. Αυτό θα σημαίνει τον εκσυγχρονισμό της βιομηχανίας. Τη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας αποκλειστικά από ανανεώσιμες πηγές. Την οικοδόμηση υποδομών φιλικών προς το περιβάλλον. Τη μετατροπή της γεωργικής καλλιέργειας σε βιολογική. Και άλλα. Πρόκειται δηλαδή για ένα πάρα πολύ φιλόδοξο έργο που θα χρειασθεί πολλά χρήματα και επενδύσεις σε υποδομές και τεχνολογία. Έργα και επενδύσεις της μετάβασης στην πράσινη οικονομία θα απορροφούν συνεχώς περισσότερους πόρους και θα ευνοούνται από τα ευρωπαϊκά προγράμματα.

-Πότε βλέπετε να ανακάμπτει η οικονομία;

Βλέπουμε ρυθμό ανάπτυξης το 2021-22 γύρω στο 3,5 με 4% αναλόγως των εξελίξεων για τον έλεγχο τα πανδημίας και την ανάκαμψη του τουριστικού τομέα. Αντιλαμβάνεστε όμως από όσα έχουμε πει, ότι οι μακροπρόθεσμες προοπτικές θα εξαρτηθούν από τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά μας. Το κλειδί στην ανάπτυξη και στην πράσινη μετάβαση θα είναι η αποτελεσματική και αποδοτική αξιοποίηση των πόρων, η λειτουργία του δημόσιου τομέα και η προσαρμογή του στα νέα δεδομένα, και η εμβάθυνση των επενδύσεων και της δραστηριότητας του ιδιωτικού τομέα, για την οικοδόμηση των νέων υποδομών και πλαισίου λειτουργίας.     

NEWSLETTER