Ποιος θα αναλάβει την ευθύνη για το χάος;
Σήμερα, ο Υπουργός Οικονομικών θα ανοίξει στη Βουλή τη συζήτηση για τον κρατικό προϋπολογισμό του 2021, με τη συμπολίτευση και την αντιπολίτευση να μετρούν τα κουκιά τους. Στο στρατόπεδο της Κυβέρνησης, πέραν από τις ψήφους του ΔΗΣΥ (18), θεωρούν δεδομένες τις δύο της Αλληλεγγύης. Επίσης ότι θα τύχουν της υποστήριξης της ΕΔΕΚ (3 ψήφοι), της Συμμαχίας (1 ψήφος) και των τριών που έφυγαν πρόσφατα από το ΔΗΚΟ. Σύνολο 27. Θα υπολείπονται επομένως μία ψήφο για να φθάσουν στους 28 και να έχουν την πλειοψηφία, αφού στη Βουλή υπάρχουν 55 βουλευτές. Ποιος όμως θα είναι αυτός ο ένας; Από τους υπόλοιπους 28 βουλευτές της αντιπολίτευσης, ΑΚΕΛ 16, ΔΗΚΟ 7, Οικολόγοι 2, ΕΛΑΜ 2, Ανεξάρτητοι -δηλαδή Θεολόγου- 1, δε φαίνεται να υπάρχει κάποιος που θα μπορούσε να περάσει στην αντίθετη όχθη και να στηρίξει την Κυβέρνηση. Το ΔΗΚΟ έχει ήδη δημόσια διαμηνύσει ότι δεν θα υπερψηφίσει τον προϋπολογισμό, ενώ στην ίδια κατεύθυνση κινούνται Οικολόγοι, Θεολόγου και ΕΛΑΜ. Παραμένει ένα ερωτηματικό με το ΑΚΕΛ. Ενώ πέρυσι το κόμμα καταψήφισε τον προϋπολογισμό φέτος αφήνει ανοικτό το παράθυρο να τηρήσει αποχή. Αυτό όμως ανεπίσημα. Και διερωτάται κανείς εάν αυτό απλώς γίνεται για σκοπούς τακτικής. Όπως για παράδειγμα να διευκολύνει το ΔΗΚΟ να ψηφίσει αρνητικά, αφού η αρνητική του ψήφος δε θα έχει επιπτώσεις στη λειτουργία του κράτους. Με την αποχή του ΑΚΕΛ, οι αρνητικοί ψήφοι θα περιοριστούν στους 12 (ΔΗΚΟ 7, Οικολόγοι 2, ΕΛΑΜ 2, Θεολόγου 1) έναντι 26 θετικών που θα έχει εξασφαλίσει η συμπολίτευση. Θα τηρήσει όμως αποχή το ΑΚΕΛ ή θα καταψηφίσει; Και στο τέλος της ημέρας το ΔΗΚΟ θα διατηρήσει την αρνητική του στάση μέχρι το τέλος; Ή μήπως κάποιοι βουλευτές της αντιπολίτευσης θα απουσιάζουν την ώρα της ψηφοφορίας για να διευκολύνουν την έγκριση του προϋπολογισμού;
Πέρυσι, για παράδειγμα, όταν εκτός από το ΔΗΣΥ, το ΔΗΚΟ μαζί με την Αλληλεγγύη υπερψήφιζε τον προϋπολογισμό, κατηγορούσε όσους τον καταψήφιζαν για «κρυφτούλι». Το ΔΗΚΟ, σημείωνε από το βήμα της Βουλής στις 11 Δεκεμβρίου 2019 η αναπληρωτής πρόεδρος του κόμματος, Χριστιάνα Ερωτοκρίτου, «παραμένει σταθερό σε αρχές και αξίες και με υπευθυνότητα χωρίς να ταυτίζεται με τις πολιτικές της κυβέρνησης, θα υπερψηφίσει τον κρατικό προϋπολογισμό του 2020 απλά και μόνο για να διασφαλιστεί η λειτουργία του κράτους». Κοιτάζοντας δε προς το ΑΚΕΛ, πρόσθετε ότι «κάποιοι κρύβονται πίσω από την υπευθυνότητα του κόμματος της». Δηλαδή, καταψηφίζουν τον προϋπολογισμό εκ του ασφαλούς αφού ξέρουν ότι αυτός θα εγκριθεί και επομένως, όπως έλεγε και η κ. Ερωτοκρίτου, «θα διασφαλιστεί η λειτουργία του κράτους».
Τι επομένως άλλαξε φέτος και δεν ενδιαφέρει το ΔΗΚΟ εάν «θα διασφαλιστεί η λειτουργία του κράτους» και το ΑΚΕΛ από την πάγια αρνητική του θέση ίσως μετακινηθεί στην αποχή; Μήπως το ΑΚΕΛ θέλει να διευκολύνει το ΔΗΚΟ; Μήπως όσα γίνονται έχουν σχέση με τις βουλευτικές εκλογές του ερχόμενου Μαΐου και τις προεδρικές που έπονται;
Τι θα γίνει όμως εάν υπερισχύσουν οι σκοπιμότητες και ο προϋπολογισμός καταψηφιστεί; Μπορεί να καταψηφιστεί; Ο έγκριτος νομικός Αχιλλέας Αιμιλιανίδης που μίλησε χθες στην StockWatch, έθεσε ένα πολύ σημαντικό προβληματισμό: κατά πόσον η Βουλή έχει το δικαίωμα να καταψηφίσει τον προϋπολογισμό. Προς τούτο μας παρέπεμψε σε άρθρο του στο οποίο έκανε αναφορά σε γνωμάτευση του πρώην Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Κρίτωνα Τορναρίτη (30.1.1982). Κατά τον κ. Αιμιλινίδη ο κ. Τορναρίτης «τόνιζε πως η μη ψήφιση του προϋπολογισμού ώστε να ασκηθεί πίεση επί της Εκτελεστικής Εξουσίας δεν φαινόταν να συνάδει με την καλή πίστη που είναι αναγκαία για την άσκηση των συνταγματικών εξουσιών της Βουλής των Αντιπροσώπων, εφόσον ρόλος της είναι ο έλεγχος των δαπανών μέσω της ψήφισης του προϋπολογισμού και όχι η άσκηση πίεσης επί της Εκτελεστικής Εξουσίας για άλλους σκοπούς».
Ο κ. Αιμιλιανίδης καταλήγει στο άρθρο με κάτι όμως πολύ πιο σημαντικό από μια γνωμάτευση, θέση την οποία υιοθετώ πλήρως: Ότι, «ανεξαρτήτως του ερωτήματος κατά πόσο η Βουλή θα ενεργούσε αντισυνταγματικά αν καταψήφιζε τον προϋπολογισμό για αλλότριους σκοπούς» (…) «θεωρώ πως το πνεύμα του Συντάγματος όντως καθοδηγεί την κυβέρνηση και τη Βουλή των Αντιπροσώπων όπως αμοιβαία εξαντλήσουν όλα τα δυνατά περιθώρια με καλή πίστη, ώστε να επιτευχθεί λύση προς το συμφέρον αυτού που ονομάζουμε κυπριακή πολιτεία».
Διότι, αν τα πράγματα φθάσουν στα άκρα, το ενδεχόμενο να βρεθεί η κυπριακή πολιτεία ενώπιον ενός χάους, είναι πέραν από ορατό. Και διερωτούμαι: Έχουν στη Βουλή, συμπολίτευση και αντιπολίτευση, εκτιμήσει το μέγεθος της ζημιάς που θα προκαλέσουν στον τόπο, στην κοινωνία και στην οικονομία, η οποία κρέμεται από μια λεπτή κλωστή…