Περιμένοντας τους βαρβάρους
Σε ένα προηγούμενο μου άρθρο, είχα αναφέρει ότι η προσφυγή της Κύπρου στο Mηχανισμό Στήριξης είναι πια σχεδόν δεδομένη και ίσως επιθυμητή. Οι οικονομικές και τραπεζικές εξελίξεις τους τελευταίους μήνες έχουν δυστυχώς επιβεβαιώσει αυτή την πρόβλεψη.
Μπορεί να μιλάμε όσο θέλουμε για διατήρηση κεκτημένων και προστασία του λαού από «συνταγές λιτότητας». Η αλήθεια όμως είναι ότι, απλά, δεν έχουμε τους πόρους για να συνεχίσουμε να ξοδεύουμε όπως τώρα. Είναι γεγονός ότι το δημόσιο μας χρέος, το οποίο έφτασε το 71.6% του ΑΕΠ στο τέλος του 2011, είναι χαμηλότερο του μέσου όρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση (πληροφοριακά αναφέρω ότι η Ισπανία έχει ακόμα χαμηλότερο ποσοστό από την Κύπρο). Αυτό όμως δεν έχει σημασία από τη στιγμή που η Κυπριακή Δημοκρατία έχει ήδη αποκλειστεί από τις διεθνείς χρηματαγορές από το περασμένο καλοκαίρι. Το δάνειο από τη Ρωσία και οι συνεχείς ανανεώσεις (rollover) βραχυπρόθεσμων εντόκων γραμματίων από συγκεκριμένους εγχώριους θεσμικούς επενδυτές καλύπτουν προς το παρόν τις χρηματοδοτικές μας ανάγκες. Αυτό όμως δεν μπορεί να συνεχιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα αφού το κράτος συνεχίζει να έχει δημοσιονομικό έλλειμμα και πρέπει να ξεπληρώσει δάνεια αξίας πάνω από €2 δισ. που λήγουν το 2013. Σε αυτό το ποσό δεν προσμετρείται τυχόν αύξηση του χρέους από τις κυβερνητικές εγγυήσεις 1.5 δισ. ευρώ (δάνεια συμβουλίων αποχετεύσεων και ΑΗΚ, συμμετοχή Κύπρου στα πακέτα διάσωσης της Ευρωζώνης κλπ.) ή την επανακεφαλαιοποίηση της Λαϊκής Τράπεζας μέσω κυβερνητικών ομολόγων.
Το μεγάλο πρόβλημα φυσικά είναι ο τραπεζικός τομέας και ιδιαίτερα οι συστημικοί κίνδυνοι που πηγάζουν από το τεράστιο του μέγεθος, κάτι για το οποίο είχα προειδοποιήσει πέρσι σε σχετικό άρθρο. Το καθαρό δανειακό χαρτοφυλάκιο των δύο μεγάλων μας τραπεζών είναι περίπου €22 δισ. (125% του ΑΕΠ) στην Ελλάδα και €51 δισ. (290% του ΑΕΠ) συνολικά. Ποιός άλλος από το κράτος θα καλύψει τυχόν επιπλέον κεφάλαια που θα χρειαστούν οι τράπεζες αυτές σε περίπτωση που η ποιότητα των χαρτοφυλακίων τους χειροτερεύσει σαν αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης και κυρίως τυχόν εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ; Και για όσους νομίζουν ότι μπορούμε να τις αφήσουμε να καταρρεύσουν, ας υπενθυμίσουμε ότι οι συνολικές καταθέσεις τους ανέρχονται σε περίπου €49 δισ. (280% του ΑΕΠ), ένα σημαντικό μέρος των οποίων καλύπτεται από το Κυπριακό Σχέδιο Προστασίας Καταθέσεων. Ποιός θα αποζημιώσει τους καταθέτες σε περίπτωση προβλημάτων όταν το Ταμείο Προστασίας Καταθέσεων έχει μόνο €100 εκ. και τί επιπτώσεις θα έχει ένα τέτοιο σενάριο στην φήμη της Κύπρου σαν χρηματοοικονομικό κέντρο;
Για όλους αυτούς τους λόγους, η προσφυγή στο Μηχανισμό Στήριξης δεν είναι μόνο αναπόφευκτη αλλά και αναγκαία σαν ασπίδα προστασίας της Κύπρου από τα χειρότερα και αποκατάστασης της εμπιστοσύνης στο εγχώριο τραπεζικό μας σύστημα από τους ξένους επενδυτές. Το κόστος μιας καθυστερημένης ένταξης στο Μηχανισμό γίνεται μεγαλύτερο κάθε μέρα αφού τα προβλήματα μεγεθύνονται, ενώ η διαπραγματευτική μας θέση έναντι των Ευρωπαϊκών αρχών όλο και αποδυναμώνεται. Το γεγονός ότι η Ισπανία έχει και αυτή σημαντικά προβλήματα αυτό το διάστημα ίσως αποβεί χρήσιμο για τη δική μας περίπτωση αφού μπορεί να οδηγήσει σε βελτίωση των όρων για πρόσβαση στο Μηχανισμό, αλλά χρειάζεται κατάλληλη προεργασία ώστε να πείσουμε τις Ευρωπαϊκές αρχές για το είδος και μέγεθος του προγράμματος που επιδιώκουμε.
Θεωρητικά είναι δυνατή η πρόσβαση της κυβέρνησης στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας (EFSF) μόνο για την ανακεφαλαιοποίηση τραπεζικών ιδρυμάτων, χωρίς να χρειαστεί να μπει σε πλήρες Οικονομικό Πρόγραμμα όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας. Οι σχετικοί κανονισμοί όμως απαιτούν όπως η χώρα που θα λάβει τέτοια στήριξη να αποδείξει ότι διαθέτει μια υγιή δημοσιονομική πολιτική, κάτι που για την Κύπρο προϋποθέτει πλήρη τήρηση των δεσμεύσεων που έχει δώσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή (και όχι αδιαφορία για την τήρηση τους, όπως ακούστηκε πρόσφατα). Ο μόνιμος μηχανισμός διάσωσης των χωρών της Ευρωζώνης, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM), έχει επίσης αυστηρά κριτήρια οικονομικής και δημοσιονομικής προσαρμογής.
Τυχόν ένταξη της Κύπρου στο Μηχανισμό περιέχει πλεονεκτήματα αλλά και κινδύνους. Δύο συγκεκριμένες ανησυχίες είναι η αποτυχία προγραμμάτων στήριξης σε χώρες όπως η Ελλάδα λόγω της εξαιρετικά σκληρής λιτότητας που έχουν επιβάλει, καθώς και το θέμα της διατήρησης του (χαμηλού) φορολογικού καθεστώτος στην Κύπρο. Αυτά είναι θέματα που πρέπει να μπουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων από την αρχή. Από την άλλη πλευρά, η Κύπρος ξεκινά σε σχετικά καλύτερη δημοσιονομική κατάσταση από αντίστοιχες χώρες ενώ μπορεί επίσης να χρησιμοποιήσει το Μηχανισμό για να δημιουργήσει τις κατάλληλες θεσμικές δομές, να αξιοποιήσει την υπάρχουσα τεχνογνωσία για λύση των δημοσιονομικών και χρηματοοικονομικών της προβλημάτων, καθώς και για να επιβάλλει τις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την προώθηση της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης.
Μερικοί (κυρίως πολιτικοί) ανησυχούνε για ένα άλλο ενδεχόμενο μειονέκτημα του Μηχανισμού, το οποίο είναι η απώλεια εθνικής κυριαρχίας. Η απάντηση μου σε αυτό το θέμα έρχεται από το γνωστό ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη «Περιμένοντας τους βαρβάρους»: Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους. Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μιά κάποια λύσις. Όταν μια κυβέρνηση δεν τολμά να πάρει τις απαραίτητες αποφάσεις για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που έχει, δεν πρέπει να παραπονείται όταν οι αποφάσεις παίρνονται από άλλους.
Ο Κωνσταντίνος Στεφάνου είναι Ανώτερος Οικονομολόγος για Χρηματοοικονομικά Θέματα στην Παγκόσμια Τράπεζα (World Bank). Τα τελευταία χρόνια είναι με απόσπαση στο Συμβούλιο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας (Financial Stability Board) που έχει έδρα τη Βασιλεία της Ελβετίας. Έχει σπουδάσει Οικονομικά και Δημόσια Πολιτική στα πανεπιστήμια του Cambridge και Harvard αντίστοιχα. Οι απόψεις που εκφράζονται σε αυτό το άρθρο είναι αυστηρά προσωπικές.