Πάλι βγήκαμε «κουρεμένοι» από τη Σύνοδο Κορυφής
Ολοκληρώθηκε σήμερα τις πρώτες πρωινές ώρες άλλη μια Σύνοδος Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ένα απογοητευτικό αποτέλεσμα για την Κύπρο και την Ελλάδα. Όπως έγινε τον Οκτώβριο που οι ηγέτες της Ευρώπης παρέπεμψαν για αποφάσεις στη Σύνοδο Δεκεμβρίου, αυτή τη φορά μας παρέπεμψαν στη Σύνοδο Μαρτίου και το Μάρτιο θα μας παραπέμψουν στη Σύνοδο Ιουνίου και ούτω καθ’ εξής. Λεκτική υποστήριξη σε Κύπρο και Ελλάδα για τις παράνομες ενέργειες της Τουρκίας, κάποια ψιλομέτρα και τίποτε άλλο. Όπως γίνεται και με τις αποφάσεις των γενικών συνελεύσεων των Ηνωμένων Εθνών και του Συμβουλίου Ασφαλείας. Ένα μάτσο χαρτιά. Όχι όμως εντελώς χωρίς αντίκρισμα, ούτε όμως και με την αξία που πολλές φορές για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης θέλουν οι πολιτικές δυνάμεις και οι εκάστοτε κυβερνώντες να τους αποδίδουν.
Δεν μπορεί κανένας να υποτιμήσει ότι ακόμα και η λεκτική καταδίκη των ενεργειών της Τουρκίας έχει σημασία. Όχι όμως δε τέτοιο βαθμό που να στήνουμε στην Κύπρο μπαϊράμια και να νομίζουμε ότι θα πάμε στην Ευρώπη και οι ηγέτες της θα αποφασίσουν να κεφαλοκλειδώσουν την Τουρκία και τον Ερντογάν για χάρη μας. Αυτό δε θα γίνει, εκτός κι αν αλλάξουν οι συγκυρίες και τα συμφέροντα σημαντικών χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και της ίδιας της ΕΕ σε σχέση με την Τουρκία. Και τέτοιο πράγμα δεν είναι ορατό μέσα στα επόμενα χρόνια. Και το κείμενο συμπερασμάτων που ενέκρινε η Σύνοδος Κορυφής είναι περισσότερο από σαφές: «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επαναβεβαιώνει το στρατηγικό ενδιαφέρον της ΕΕ για την ανάπτυξη συνεργασίας και αμοιβαία επωφελούς σχέσης με την Τουρκία. Η προσφορά θετικής ατζέντας ΕΕ-Τουρκίας παραμένει στο τραπέζι, με προϋπόθεση ότι η Τουρκία θα δείξει ετοιμότητα να προωθήσει γνήσια συνεργασία με την Ένωση και τα κράτη μέλη και να επιλύσει διαφορές μέσα από το διάλογο και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο», σημειώνεται. Προστίθεται μάλιστα ότι, η «ατζέντα θα μπορούσε να εκταθεί στα πεδία της οικονομίας, του εμπορίου, επαφές ατόμων, υψηλού επιπέδου διάλογο και συνεχή συνεργασία στα θέματα της μετανάστευσης».
Την ίδια όμως στιγμή και σημειώστε το αυτό, «το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπογραμμίζει τη σημασία που έχει να διατηρηθούν ανοιχτοί δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας. Η ΕΕ είναι επίσης έτοιμη να συνεχίσει να χορηγεί οικονομική βοήθεια στους Σύρους πρόσφυγες και τις κοινότητες που φιλοξενούνται στην Τουρκία» και να συνεχίσει τη συνεργασία με την κυβέρνηση στην Άγκυρα «για την υπεύθυνη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών προς τα κράτη-μέλη» και για «τη μάχη εναντίον των δικτύων διακινητών μεταναστών».
Πρέπει να καταλάβουμε ότι στην ΕΕ διακυβεύονται πολλά κι αυτά είναι πολύ πιο σημαντικά από τις προκλήσεις της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και σε ότι αφορά τις διαφορές της με την Ελλάδα. Γι’ αυτό και έχει από το περασμένο καλοκαίρι που πηγαίνουμε στην Ευρώπη για μαλλί αλλά, στην ουσία, βγαίνουμε κουρεμένοι.
Το συγκριτικό πλεονέκτημα της Κύπρου απέναντι στην Τουρκία είναι ότι βρίσκεται στην Ευρώπη. Και αυτό πρέπει να αξιοποιηθεί στο πλαίσιο των διαδικασιών για μια όσο το δυνατό πιο λειτουργική λύση του κυπριακού προβλήματος και όσο γίνεται πιο γρήγορα. Και είναι σε αυτή την προσπάθεια που αποκτούν αξία τα συμπεράσματα των Συμβουλίων Κορυφής. Η λύση του κυπριακού δεν θα προκύψει μέσα από μέτρα για αύξηση του κόστους στην Άγκυρα. Αυτό δεν θα γίνει ποτέ. Όπως δεν έγινε ούτε στο παρελθόν. Η λύση του κυπριακού μπορεί μόνο να προκύψει εάν τα συμφέροντα της Τουρκίας εξυπηρετούνται περισσότερο απ’ ότι η μη επίλυση του. Και αυτό συνέβη το 2004 όταν φθάσαμε σε ένα σχέδιο λύσης –ανεξάρτητα εάν απορρίφθηκε. Διότι τότε συνέπλευσαν τα συμφέροντα όλων:
• Της Κύπρου που ήταν μπροστά σε δύο μεγάλους στόχους: Ένταξη στην ΕΕ και επίλυση του κυπριακού, αλλά για λόγους που δεν είναι του παρόντος, επιτεύχθηκε μόνο η ένταξη.
• Της Τουρκίας που ήθελε να ενισχύσει την πορεία της προς την Ευρώπη, καθώς αυτό εξυπηρετούσε τότε και προσωπικά και κομματικά και τον Ερντογάν.
• Της ΕΕ που θα πετύχαινε τη διεύρυνση καθότι η Ελλάδα θα την εμπόδιζε εάν έμενε έξω η Κύπρος. Επίσης θα έφερνε πιο κοντά στην ΕΕ την Τουρκία μειώνοντας τον κίνδυνο από τη ραγδαία εξάπλωση των φανατικών μουσουλμάνων. Και βέβαια θα διεύρυνε τα ήδη μεγάλα οικονομικά της συμφέροντα σε σχέση με την Τουρκία.
• Της Δύσης που θα έλυνε ένα χρόνιο πρόβλημα στα εσωτερικά της (Ελλάδα, Τουρκία, Κύπρος) και που θα καθιέρωνε την κυριαρχία της στην περιοχή και θα διασφάλιζε την πλήρη -έστω και σταδιακά-δυτικοποίηση της Τουρκίας.
Η Ευρώπη θέλει μια καλύτερη σχέση με την Τουρκία και η Τουρκία έχει ανάγκη την Ευρώπη. Κι αυτό πρέπει να αξιοποιήσουμε. Αν βάλουμε στο κάδρο και τις σημαντικές εξελίξεις στα ενεργειακά και ενεργήσουμε έξυπνα, με σχεδιασμό και με πολιτική βούληση που δεν θα εξαρτάται από μικροκομματικά συμφέροντα στο εσωτερικό και τα όποια οικονομικά συμφέροντα από τη μη επίλυση του κυπριακού, τότε μπορούμε να ελπίζουμε σε καλύτερες μέρες.
Αν νομίζουμε όμως ότι θα πείσουμε την Ευρώπη να πάρει τέτοια οικονομικά μέτρα που θα γονατίζουν την Τουρκία και θα την εξαναγκάσουν να λύσει τα προβλήματα της με την Κύπρο και την Ελλάδα όπως εμείς πιστεύουμε, τότε βρισκόμαστε σε μια επικίνδυνη πλάνη. Την ίδια που καλλιεργούσαν οι κυβερνήσεις Κύπρου και Ελλάδας όλους αυτούς τους μήνες, ότι δηλαδή, η Ευρώπη θα πάρει σημαντικά οικονομικά κι άλλα μέτρα κατά της Τουρκίας. Διότι η συμπερίληψη μερικών ονομάτων και εταιρειών σε μια λίστα, έστω κι αν αυτή διευρυνθεί κατά τι, δεν είναι ότι νόμιζαν οι δύο κυβερνήσεις ότι θα πετύχουν. Εκτός κι αν μας κορόιδευαν συνειδητά. Ένα σενάριο όχι και τόσο μακριά από την πραγματικότητα.