ΑΠΟΨΕΙΣ Ουσιαστική και όχι τυπική συζήτηση για τις συντάξεις του ΤΚΑ

Ουσιαστική και όχι τυπική συζήτηση για τις συντάξεις του ΤΚΑ

Ουσιαστική και όχι τυπική συζήτηση για τις συντάξεις του ΤΚΑ

Και εκεί που η ζήτηση θα έπρεπε να επικεντρωθεί κατά πόσο θα καταργηθεί το πέναλτι του 12% για όσους επιλέγουν να συνταξιοδοτηθούν στο 63ο έτος της ηλικίας τους, μας προέκυψε συζήτηση για αύξηση του ορίου πάνω από το 65ο έτος. Όχι τυχαία βέβαια αλλά στη βάση του νόμου που ψήφισε η Βουλή το 2012. Τότε, δηλαδή, που μπήκαν τα δυο μας πόδια σε ένα παπούτσι διότι η οικονομία και τα δημόσια οικονομικά κατέρρεαν, τράπεζες ήταν μια ανάσα μακριά από λουκέτα και τα κόμματα ψήφιζαν αβέρτα ότι έμπαινε μπροστά τους για να σώσουν ότι μπορούσε να σωθεί. Πάντα όμως, κόμματα, πολιτικοί και κατεστημένο μεταξύ του οποίου και το δημοσιοϋπαλληλικό, πρώτιστα έζωσαν τον εαυτό τους. Εξ ου και οι χορηγίες προς τα κόμματα παρέμειναν στα ύψη, ενώ των πρώτων που αποκαταστάθηκαν οι μισθοί που είχαν περικοπεί το 2012, ήταν των κυβερνητικών υπαλλήλων. Διότι οι κυβερνήσεις – κόμματα – πολιτικοί είναι ένα και το αυτό με το δημοσιοϋπαλληλικό κατεστημένο.

Σήμερα λοιπόν, οι πρώτοι που μιλούν για την ανάγκη αύξησης του ορίου συνταξιοδότησης στον ιδιωτικό τομέα, είναι το δημοσιοϋπαλληλικό κατεστημένο. Διότι, μας είπαν για παράδειγμα, «αυτό προβλέπει ο νόμος». Καθότι, πρόσθεσαν, «συντάξιμη ηλικία σημαίνει η ηλικία των 65 ετών και αυτή αναπροσαρμόζεται από το 2018 με τρόπο που καθορίζεται με κανονισμούς κάθε 5 χρόνια», «με βάση τη μεταβολή του προσδόκιμου ζωής».

Αυτό όμως, είναι το τυπικό και αφορά ένα νόμο που έγινε το 2012 κάτω από άλλες συνθήκες. Το ουσιαστικό αφορά στο κατά πόσο είναι σωστό και ηθικό να αυξηθεί αυτό το όριο από τη μια και να παραμείνει το πέναλτι του 12% για αφυπηρέτηση στο 63ο έτος από την άλλη. Η απάντηση βέβαια που θα δώσουν είναι προβλέψιμη: Αυτό προβλέπει ο νόμος και ταυτόχρονα θα πρέπει να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Είναι όμως μια απάντηση τυπική που αποφεύγει την ουσιαστική συζήτηση του θέματος. Η οποία παραπέμπει στην ανισότητα μισθών, ωφελημάτων και συντάξεων μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Κατά πόσο δηλαδή θα έπρεπε αυτό το κράτος να πάρει τέτοια μέτρα που σταδιακά θα έκλειναν την ψαλίδα και που θα δημιουργούσαν συνθήκες διασφάλισης ικανοποιητικών ελάχιστων μισθών και ελάχιστων συντάξεων. Θα μπορούσε για παράδειγμα το κράτος να παγοποιήσει - αν μη τι άλλο - τους μισθούς στον ευρύτερο δημόσιο τομέα και να επιδοτήσει τις χαμηλές συντάξεις των ιδιωτικών υπαλλήλων. Θα μπορούσε να επιδοτήσει τις συντάξεις των μακροχρόνια ανέργων που εξαναγκάζονται να συνταξιοδοτηθούν στο 63ο έτος. Να φροντίσει να καταβάλλει ένα ελάχιστο ικανοποιητικό επιτόκιο στα €7 δισ. που έχει δανειστεί - και δεν υπάρχουν - από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Που σημειώστε ότι εάν εξαναγκαζόταν το κράτος να επιστρέψει το συγκεκριμένο ποσό θα έπρεπε στο δημόσιο τομέα να γίνουν τόσο μεγάλες και τόσες πολλές περικοπές δαπανών που σίγουρα θα άγγιζαν και τους μισθούς και τις κρατικές συντάξεις των κυβερνητικών υπαλλήλων.

Επομένως κάθε κύριε δημόσιε υπάλληλε που μιλάς εκ του ασφαλούς για τις συντάξεις των άλλων και όχι τις δικές σου, θα πρέπει να λαμβάνεις υπόψη τις πραγματικότητες και όχι μόνο τους τύπους. Και στις υποχρεώσεις των στελεχών του δημόσιου τομέα δεν είναι μόνο να εφαρμόζουν τους νόμους αλλά και να εισηγούνται τροποποιήσεις εκεί και όπου απαιτούν οι περιστάσεις. Και οι σημερινές περιστάσεις ούτε σε αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης παραπέμπουν, ούτε στην ισοπεδωτική παραμονή του πέναλτι 12% στη συνταξιοδότηση κατά το 62ο έτος. Η οποία δε λαμβάνει υπόψη ούτε τα χρόνια που εργάστηκε και έχει εισφορές ο εργαζόμενος, ούτε από πιο κλάδο προέρχεται, ούτε αν είναι ανάμεσα στους μακροχρόνια ανέργους λόγω των προβλημάτων του 2012 – 2013 και της πανδημίας.

Ούτε λαμβάνει υπόψη μια δίκαιη αντιμετώπιση των εργαζομένων με μεταφορά πόρων για την κάλυψη των αναγκών των πιο ευάλωτων.

Δημοσιογράφος (panicoscharal.j@gmail.com)

NEWSLETTER