ΑΠΟΨΕΙΣ Ξαφνικά θυμήθηκαν το συνεργατισμό, αλλά ουδείς αναμάρτητος

Ξαφνικά θυμήθηκαν το συνεργατισμό, αλλά ουδείς αναμάρτητος

Ξαφνικά θυμήθηκαν το συνεργατισμό, αλλά ουδείς αναμάρτητος

Χθες, ξαφνικά, επανήλθε στη δημοσιότητα η κατάρρευση του συνεργατισμού και οι ευθύνες γι’ αυτήν. Η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Παρακολουθήσεως Σχεδίων Αναπτύξεως και Ελέγχου Δημόσιων Δαπανών, αποφάσισε να ανοίξει το θέμα και προς τούτο κάλεσε, μεταξύ άλλων, ενώπιον της τον πρόεδρο της Ερευνητικής Επιτροπής Γεώργιο Αρέστη για να ακούσει τι έχει να πει για το πόρισμα της Επιτροπής του. Και δικαιολογημένα ο κ. Αρέστη, πριν αρχίσει την τοποθέτησή του, διερωτήθηκε γιατί τώρα, ύστερα από δύο χρόνια που εκδόθηκε το πόρισμα, θυμήθηκε η Βουλή να τον καλέσει ενώπιον της.

Βέβαια η απάντηση δεν είναι δύσκολη. Είναι πολύ εύκολη κύριε Αρέστη μου. Έπονται βουλευτικές εκλογές και τα κόμματα ψάχνουν θέματα είτε για να πλήξουν το ένα το άλλο, είτε να προβληθούν έναντι των υπολοίπων. Κάτι παρόμοιο κάνει και η Κυβέρνηση με μια άλλη όμως τακτική. Εξαγγέλλει κάθε μέρα σχέδια, μέτρα, χορηγίες και ότι άλλο φανταστείς, φτάνει να υποδείξει πόσο «καλή» είναι και πόσο μας «σκέφτεται». Επομένως κύριε Αρέστη μου, δεν υπάρχει λόγος να διερωτάστε γιατί η Επιτροπή της Βουλής, που έχει πρόεδρο ένα βουλευτή του ΔΗΚΟ (Ζαχαρία Κουλία) και αντιπρόεδρο μία βουλευτίνα του ΑΚΕΛ (Ειρήνη Χαραλαμπίδου), αποφάσισε σήμερα, δύο χρόνια μετά, να ασχοληθεί ξανά με το συνεργατισμό.

Ουδέν κακό όμως, αμιγές καλού. Ακόμα και μέσα από κομματικές σκοπιμότητες, επανέρχεται στο προσκήνιο ένα τεράστιο σκάνδαλο, για το οποίο κανένα κόμμα τουλάχιστον από τα παλιά και παραδοσιακά, δεν είναι αμέτοχο. Έχουν όλα τεράστιες ευθύνες. Και είναι τόσο μεγάλες που κανένα δε μπορεί να υποδείξει στο άλλο ότι οι ευθύνες του είναι μεγαλύτερες από τις δικές του. Διότι αυτό θα συμβεί τις επόμενες μέρες εάν ο συνεργατισμός ενταχθεί και παραμείνει στην προεκλογική ατζέντα.

Ο συνεργατισμός κατέρρευσε διότι για δεκαετίες ήταν έρμαιο των κομμάτων σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο, διότι τον εκμεταλλεύονταν όλοι για πολιτικό, κομματικό και προσωπικό όφελος.

Ο συνεργατισμός κατέρρευσε διότι από μια στιγμή και μετά απώλεσε το χαρακτήρα του και αυτοί που τον διοικούσαν άμεσα και έμμεσα αποφάσισαν να τον μετατρέψουν σε εμπορική τράπεζα χωρίς να υπάρχει το υπόβαθρο και ο απαραίτητος έλεγχος. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο συνεργατισμός για δεκαετίες να αμφιταλαντεύεται μεταξύ συνεργατικών και εμπορικών πρακτικών και να αφήνει ανοικτές καμαρόπορτες για πλιάτσικο. Εξ ου και το φαγοπότι ήταν μεγάλο.

Και όταν ήρθε η ώρα της κρίσης το 2013 και τότε οι αποφάσεις ήταν προβληματικές. Αντιμετωπίστηκαν όλες οι συνεργατικές εταιρείες ως ένας ενιαίος οργανισμός και έτσι στη συνέχεια δε διασώθηκε καμιά.

Και τις αποφάσεις, δυστυχώς, τις έπαιρναν αυτοί που ευθύνονται για την κατάρρευση του. Οι οποίοι πρώτα τον εμβολίασαν με σχεδόν €2 δισ. για να το σώσουν – υποτίθεται - και στη συνέχεια με κρατικές εγγυήσεις μέσω της έκδοσης κυβερνητικών ομολόγων ύψους €3,5 δισ. για να μεταφερθεί το καλό μέρος του συνεργατισμού στην Ελληνική Τράπεζα και να μείνει στο κράτος το κακό ύψους περίπου ονομαστικής αξίας €8,2 δισ. και ελεγμένης λογιστικής αξίας το 2018, τότε δηλαδή που έγινε η συμφωνία, €4 δισ.

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία που καταγράφονται και στο πόρισμα της Ερευνητικής Επιτροπής της οποίας προήδρευε ο κ. Αρέστη, «το σύνολο της κρατικής ενίσχυσης προς το συνεργατισμό είτε για την κεφαλαιουχική της ενίσχυση κατά τα έτη 2013 και 2015 ή της διευκόλυνσης πώλησης μέρους των περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων προς την Ελληνική Τράπεζα ανέρχεται σε €5,910 δισ.».

Εν πάση περιπτώσει, όπως ανέφερα και πιο πάνω, ουδέν κακό αμιγές καλού. Με την ελπίδα ότι η επαναφορά του σκανδάλου του συνεργατισμού θα σπρώξει και τις διωκτικές αρχές να προχωρήσουν με τις διώξεις υπευθύνων και ίσως, η νομική υπηρεσία, υποδείξει και στο κράτος τι να κάμει με τις αστικές ευθύνες. Διότι, όπως υπέδειξε και ο κ. Αρέστη ως πρώην δικαστικός, υπάρχουν περιπτώσεις αστικών ευθυνών για τις οποίες η πολιτεία μπορεί να προσφύγει στη δικαιοσύνη και να απαιτήσει αποζημιώσεις.

Βέβαια υπάρχει ένα ερώτημα: Είναι δυνατό αυτοί που ευθύνονται για το μέγα αυτό σκάνδαλο, να στραφούν εναντίον των εαυτών τους ή και των δικών τους ανθρώπων που για δεκαετίες εξυπηρετούσαν και τους εξυπηρετούσαν!

NEWSLETTER