Η βιωσιμότητα της λύσης και κίνδυνοι από μια ετεροβαρή κατανομή του εδαφικού
Μου κάνει φοβερή εντύπωση η ευκολοπιστία, για να μην πω αφέλεια, με την οποία αυτό-αποκαλούμενοι ειδήμονες αναφέρονται ή ακόμη προχωρούν και αναλύουν το κόστος της λύσης του κυπριακού. Χωρίς να εισέρχομαι στο ζήτημα πόσο ακριβείς ή όχι είναι αυτές οι προβλέψεις, το σίγουρο είναι ότι οι αριθμοί εν πάση περιπτώσει είναι τεράστιοι και πέραν των δυνατοτήτων μας για να αναλάβουμε. Επί πλέον, ανεξάρτητα με το τι μπορεί να είναι τα αρχικά κόστη ανασκευής και αλλά που μπορεί να εκκρεμούν (όπως τα κόστη αποζημιώσεων) φαίνεται να παραβλέπουν ή να αγνοούν ότι τα λειτουργικά έξοδα των δυο κρατιδίων και του ομόσπονδου κράτους θα είναι τεράστια και πολύ πιθανόν μη βιώσιμα.
Το πρώτο λάθος αυτών που αναφέρονται σε «κόστος της λύσης» είναι ο διφορούμενος τρόπος που, είτε εσκεμμένα ή όχι, συγχύζουν την έννοια της χρηματοδότησης με την ανάληψη του κόστους και επομένως της εξυπηρέτησης των δανείων αυτών που μπορεί τελικά να προσφέρουν τη χρηματοδότηση. Είναι τεράστια η διαφορά των δυο, ιδίως σε ένα καταχρεωμένο κράτος και μια χώρα με ένα πρωτοφανές και ιδιαίτερα ψηλό ιδιωτικό χρέος που ήδη δεν μπορεί να αποπληρωθεί και κρατά την οικονομία και την ανάπτυξη ενέχυρο και σε σχεδόν μόνιμα αδιέξοδα.
Το δεύτερο, και κατά πολύ μεγαλύτερο λάθος, είναι όμως ο στατικός και μυωπικός τρόπος με τον οποίο σπεύδουν να υπολογίσουν μερικοί το κόστος της λύσης. Κατ' αρχή πρέπει κάποιος που επιθυμεί σωστά και ορθολογιστικά να υπολογίσει το πραγματικό κόστος μιας λύσης του κυπριακού να ξεχωρίσει δυο σενάρια. Το ένα είναι η λύση να κρατήσει και το άλλο να μην κρατήσει και να καταρρεύσει, κάτι που εκ των πραγμάτων και αντικειμενικά φαίνεται να είναι και το πιο πιθανόν. Και το λεω αυτό όχι διότι είμαι απαισιόδοξος αλλά γιατί εκ των πραγμάτων εάν η μια πλευρά έχει να κερδίσει από ένα ναυάγιο και μια επερχόμενη απόσπαση του κρατιδίου της, τότε είναι και πιο πιθανόν να το επιδιώξει και να το προκαλέσει.
Επομένως, πριν ακόμη γίνει προσπάθεια υπολογισμού του πραγματικού κόστους μιας λύσης, πρέπει προηγουμένως να αξιολογηθεί η πιθανότητα επιτυχίας για μια μόνιμη εφαρμογή της. Γενικά, όσο πιο άδικος είναι ο διαχωρισμός στο εδαφικό και περιουσιακό (που είναι και η ουσία του κυπριακού) τόσο πιο απίθανη γίνεται η εφαρμογή μιας μόνιμης και διαρκούσας λύσης. Το κόστος σε μια τέτοια περίπτωση θα είναι πολύ πιο βαρύ και δυσμενές για την ελληνοκυπριακή πλευρά. Όμως και στη λιγότερο πιθανή περίπτωση να κρατήσει η λύση, εφόσον ο διαχωρισμός στο εδαφικό, που όπως φαίνεται θα είναι σοβαρά ετεροβαρής υπέρ της τουρκικής κοινότητας, ένας ορθολογιστικός υπολογισμός θα δείξει ότι το πραγματικό κόστος είναι πολύ πιο μεγάλο από αυτό που μπορεί να προκύψει μέσω των μεθόδων που επιχειρούνται τώρα που περιορίζονται μόνο σε μια στατική ανάλυση της άμεσης επένδυσης που πρέπει να γίνει απλά για να μπορεί να εφαρμοστεί η συμφωνία λύσης.
Και στις δυο περιπτώσεις, αλλά κυρίως στο πρώτο και πιο πιθανό σενάριο να μην κρατήσει η λύση, θα πρέπει κάποιος να υπολογίσει την πραγματική άξια του εδάφους που κατανέμεται στα δυο κρατίδια. Για να υπολογιστεί αυτό, θα πρέπει να τεθεί το ερώτημα σε ποια άξια θα μπορούσε κάποιος, θεωρητικά έστω, να αγοράσει το έδαφος και τα περιουσιακά στοιχεία του κάθε τεμαχίου. Η άξια δεν είναι σε αναλογία η ίδια, όπως τείνουν να απλοποιούν σχεδόν όλοι οι αναλυτές, με το ποσοστό εδάφους που κατέχει η κάθε πλευρά. Αντιθέτως, στην Κύπρο η αξία του τουρκοκυπριακού κρατιδίου με διατήρηση της κατοχής πέραν του 50% των καλύτερων ακτών της Κύπρου μπορεί εύκολα να είναι υψηλότερη από την αξία του μεγαλύτερου σε έκταση κομματιού που θα δοθεί στο ελληνοκυπριακό κρατίδιο. Η πραγματική οικονομική άξια του κάθε τεμαχίου εξαρτάται από την προοπτική που προσφέρει για την αξιοποίηση του. Εάν η προοπτική είναι πολύ μεγάλη συνεπάγεται ότι η αξία αυτού του κρατιδίου και η σημερινή του τιμή (Net Present Value) επομένως είναι και πολύ πιο μεγάλη.
Δεν θέλω να δώσω την εντύπωση ότι θεωρώ ότι μια λύση δεν είναι δυνατόν να προκαλέσει συνέργιες και επομένως θετικές επιπτώσεις στη συνολική προοπτική της Κύπρου για ανάπτυξη (non-zero sum game). Όμως και το αντίθετο είναι δυνατόν, ιδίως εάν η μορφή της λύσης δημιουργήσει έντονες ανισότητες σε βάθος χρόνου μεταξύ των δυο κοινοτήτων και προκαλέσει έτσι ένα αίσθημα αδικίας στη μια ή την άλλη πλευρά. Για αυτό είναι σημαντικό οποιαδήποτε λύση σε κύριο λόγο στο εδαφικό να είναι και να φαίνεται δίκαιη. Διότι μόνο έτσι θα μπορεί να διαρκέσει. Στη τελική ανάλυση, το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι τόσο ο σωστός υπολογισμός του κόστους με βάση τη δυναμική της αξιοποίησης των εδαφών και περιουσιακών στοιχείων των δυο πλευρών, αλλά τα συστημικά κίνητρα για μη κράτηση της συμφωνίας που μπαίνουν εις θέση με μια άδικη και ετεροβαρή κατανομή εδαφών. Η μυωπική αντιμετώπιση αυτού του κινδύνου, παρόλα τα κακά και επανειλημμένα δείγματα γραφής της άλλης πλευράς, είναι το λιγότερο που μπορώ να πω, εγκληματική αμέλεια από τους πολιτικούς μας.
Ο Σαββάκης Κ. Σαββίδης είναι οικονομολόγος, που ειδικεύεται στην οικονομική ανάπτυξη και τη χρηματοδότηση έργων. Ήταν πρώην ανώτερος διευθυντής στην Κυπριακή Τράπεζα Αναπτύξεως και έχει διατελέσει τακτικός Επισκεπτόμενος Λέκτορας στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, και πιο πρόσφατα στο Πανεπιστήμιο Queen’s του Καναδά. Author page: http://ssrn.com/author=262460