Η επίτευξη των στόχων SDGs και το κόστος για τις επιχειρήσεις
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πολύ πρόσφατα δημοσίευσε τους δείκτες προόδου σε σχέση με την εφαρμογή των 17 Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης των Ηνωμένων Εθνών (UN SDGs) ως περιγράφονται στη γνωστή πλέον Ατζέντα 2030. Οι Στόχοι είναι απόλυτα συνυφασμένοι με την ευρύτερη προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) για Βιώσιμη και Αειφόρο Ανάπτυξη σε όλους τους επαγγελματικούς και τεχνολογικούς τομείς και καταδεικνύουν την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στη Γηραιά Ήπειρο την τελευταία δεκαπενταετία.
Όσον αφορά τα δεδομένα της Κύπρου, η πορεία υλοποίησης των στόχων SDGs περιλαμβάνει τόσο θετικά όσο και αρνητικά στοιχεία. Τα πλέον θετικά είναι πως σε τρεις στόχους, «Όχι Φτώχια», «Ζωή στη Ξηρά» και «Καλή Υγεία και Ευεξία», η Κύπρος βρίσκεται πιο ψηλά από τον μέσο όρο της ΕΕ και καταγράφεται πρόοδος στην προσπάθεια για πλήρη επίτευξη τους. Παράλληλα μέσα από τους στόχους διαφαίνεται μερική εξέλιξη στην τεχνολογική και ψηφιακή αναβάθμιση διαφόρων τομέων (Fintech/ Technology).
Στον αντίποδα, τα αποτελέσματα της έρευνας δυστυχώς καταδεικνύουν ότι σε σχέση με τους περισσότερους στόχους, η Κύπρος παραμένει κάτω του μέσου όρου της ΕΕ αν και υπάρχει πρόοδος για επίτευξή τους. Πρόοδος καταγράφεται σε σχέση με τον Στόχο για «Αξιοπρεπή Εργασία και Οικονομική Ανάπτυξη» ο οποίος είναι λίγο κάτω του μέσου όρου της ΕΕ. Μεγαλύτερη πρόοδος, αλλά ακόμα αρκετά πιο κάτω από το μέσο όρο στην ΕΕ, καταγράφεται για τον Στόχο «Βιομηχανία, Καινοτομία, Υποδομές». Από εκεί και πέρα, υπάρχουν οκτώ στόχοι που είναι και κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ και η πρόοδος που καταγράφεται είναι περιορισμένη. Από αυτούς τους στόχους πιο χαμηλά σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ είναι αυτοί που αφορούν στην «Ειρήνη, Δικαιοσύνη και Ισχυρούς Θεσμούς» και στην «Ισότητα των Φύλων». Προβληματισμό επίσης δημιουργεί ο Στόχος για «Μείωση των Ανισοτήτων», ο οποίος παρόλο που διατηρήθηκε πάνω του μέσου όρου της ΕΕ, αντί να καταγράψει πρόοδο υπήρξε επιδείνωση. Αξίζει επίσης να σημειώσουμε πως για τρεις στόχους δεν υπάρχει αξιολόγηση για την Κύπρο. Πρόκειται για τους στόχους «Καθαρό νερό και υγιεινή», «Ζωή κάτω από το νερό» και «Κλιματική Δράση».
Κοιτάζοντας και τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ παρατηρούμε ότι σε όλες υπάρχουν προβληματικοί Δείκτες, ακόμα και σε οικονομίες μεγαθήρια όπως η Γαλλία και η Γερμανία. Στην περίπτωση της Ελλάδας, οι περισσότεροι στόχοι είναι κάτω του μέσου όρου της ΕΕ αλλά καταγράφεται σημαντική πρόοδος για τους περισσότερους από αυτούς.
Γενικότερα πάντως, αξίζει να αναφέρουμε πως χρονικά δεν περιλαμβάνεται το σύνολο των επιπτώσεων που ενδεχομένως να προκάλεσε η πανδημία του COVID-19 και σίγουρα δεν περιλαμβάνονται οι επιπτώσεις που επέφερε ο πόλεμος στην Ουκρανία όπως η περαιτέρω άνοδος του πληθωρισμού και η αύξηση του κόστους ενέργειας. Φαινόμενα που αναλόγως του πόσο θα διαρκέσουν, ενδεχομένως να επηρεάσουν ή μερικώς να επιβραδύνουν την πορεία υλοποίησης των Στόχων τα επόμενα χρόνια, παρόλο που σε καμία περίπτωση δεν τερματίζεται η υποχρέωση εφαρμογής τους, ειδικότερα για την Κλιματική Αλλαγή και την Πράσινη Βιωσιμότητα.
Η σημασία του χρήματος
Όπως χαρακτηριστικά σχολιάζει ο Ευρωπαίος Επίτροπος υπεύθυνος για θέματα Οικονομίας, Paolo Gentiloni, «η δημιουργία μίας βιώσιμης και ανθεκτικής Ευρώπης χρειάζεται σημαντικές οικονομικές πηγές». Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της Κύπρου. Πρόσφατα, μιλώντας στην Ετήσια Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Επενδυτικών Ταμείων Κύπρου (CIFA), ο υπουργός Οικονομικών Κωνσταντίνος Πετρίδης ανέφερε πως η στροφή προς τη Βιώσιμη, Πράσινη και Ψηφιακή οικονομία απαιτεί σημαντικές επενδύσεις και πόρους τόσο από τον δημόσιο αλλά και από τον ιδιωτικό τομέα. Όπως πολύ σωστά σημείωσε, η συγκεκριμένη αλλαγή συνεπάγεται σημαντικό κόστος κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να το αντιληφθούν όσο είναι νωρίς οι επιχειρήσεις και οι εταιρικοί όμιλοι στην Κύπρο, αλλιώς κινδυνεύουν να χάσουν το τρένο των ωφελημάτων που προκύπτουν από την ενσωμάτωση μοντέλων λειτουργίας (operational) και στοχευμένων προγραμμάτων για τη Βιωσιμότητα, την Πράσινη και Αειφόρο Ανάπτυξη. Μπορεί ακόμη να βρεθούν αντιμέτωποι με πολύ υψηλό κόστος για την χρήση, συμμόρφωση και υλοποίηση των Προγραμμάτων και Στόχων Βιωσιμότητας σε επίπεδο εμπορικής πρακτικής και φήμης.
Είναι αντιληπτό πλέον ότι δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια εμπορικής και επιχειρηματικής συνέχειας στο λειτουργικό μοντέλο προηγούμενων δεκαετιών. Όπως εμπράκτως προκύπτει από μελέτες, όσο πιο νωρίς προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα οι επιχειρήσεις, τόσο μικρότερο θα είναι το κόστος και τόσο μεγαλύτερη η μακροχρόνια βιωσιμότητά τους.
Δικηγόρος, Banking & Financial Services, LLB. LLM. LPC, CISL, University of Cambridge.