Αύξηση στα κέρδη της για το εννιάμηνο του 2024 ανακοίνωσε η Ελληνική Τράπεζα, λόγω της διψήφιας αύξησης των εσόδων από τόκους.
Το κέρδος που αναλογεί στους κατόχους μετοχών της μητρικής εταιρείας ανήλθε σε €284,4 εκατ. σε σύγκριση με κέρδος €240,7 εκατ. πέρσι.
Τα αποτελέσματα αναλυτικά
Τα καθαρά έσοδα από τόκους για την εννιαμηνία του 2024 ανήλθαν σε €455,6 εκατ., αυξημένα κατά 20% σε σύγκριση με €379,7 εκατ. για την εννιαμηνία του 2023.
Η αύξηση στα καθαρά έσοδα από τόκους οφειλόταν κυρίως στην αύξηση στα έσοδα από τόκους από καταθέσεις σε Κεντρικές Τράπεζες και χρεόγραφα, μετά τις συνεχιζόμενες αυξήσεις των επιτοκίων από την ΕΚΤ κατά τη διάρκεια του 2023, που αντισταθμίστηκε εν μέρει από τους αυξημένους τόκους στο δανειακό κεφάλαιο και στις καταθέσεις πελατών κυρίως λόγω των υψηλότερων καταθετικών επιτοκίων.
Επιπλέον, τα έσοδα από τόκους από το δανειακό χαρτοφυλάκιο είναι υψηλότερα κυρίως λόγω της αύξησης των βασικών επιτοκίων δανεισμού.
Το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο (σε ετησιοποιημένη βάση) για την εννιαμηνία του 2024 ανήλθε σε 3,35% και σημείωσε αύξηση ύψους 76 μ.β. σε σύγκριση με 2,59% για την εννιαμηνία του 2023, θετικά επηρεασμένο από την αύξηση στα καθαρά έσοδα από τόκους, καθώς και από τη μείωση του μέσου όρου των τοκοφόρων περιουσιακών στοιχείων.
Η μείωση του μέσου όρου των τοκοφόρων περιουσιακών στοιχείων κατά την εννιαμηνία του 2024 οφείλεται κυρίως στη μείωση στα μετρητά και καταθέσεις σε Κεντρικές Τράπεζες, η οποία με τη σειρά της προήλθε κυρίως λόγω της αποπληρωμής των ΣΠΜΑ/TLTRO τον Ιούνιο του 2024 καθώς και στη μείωση του επιπέδου των καταθέσεων πελατών κατά την εννιαμηνία του 2024, σε σύγκριση με την εννιαμηνία του 2023.
Το σύνολο των μη επιτοκιακών εσόδων για την εννιαμηνία του 2024 ανήλθε σε €98,1 εκατ. (αποτελείται από τα καθαρά έσοδα δικαιωμάτων και προμηθειών ύψους €51,5 εκατ., τα καθαρά κέρδη από διάθεση και επανεκτίμηση ξένου συναλλάγματος και χρηματοοικονομικών μέσων ύψους €22,9 εκατ., τα καθαρά έσοδα από ασφαλιστικές εργασίες ύψους €12,4 εκατ. και τα άλλα έσοδα ύψους €11,4 εκατ.) και αυξήθηκε κατά 15% σε σύγκριση με €85,4 εκατ. για την εννιαμηνία του 2023.
Η αύξηση οφειλόταν κυρίως στα αυξημένα καθαρά κέρδη από διάθεση και επανεκτίμηση ξένου συναλλάγματος και χρηματοοικονομικών μέσων, που αντισταθμίστηκε εν μέρει από τη μείωση στα καθαρά έσοδα δικαιωμάτων και προμηθειών.
Τα καθαρά κέρδη από διάθεση και επανεκτίμηση συναλλάγματος και χρηματοοικονομικών μέσων ανήλθαν σε €22,9 εκατ. για την εννιαμηνία του 2024 (αποτελούμενα από καθαρά κέρδη ξένου συναλλάγματος ύψους €4,7 εκατ. και καθαρά κέρδη από διάθεση και επανεκτίμηση χρηματοοικονομικών μέσων ύψους €18,2 εκατ.), σημαντικά αυξημένα σε σύγκριση με καθαρά κέρδη ύψους €7,1 εκατ. για την εννιαμηνία του 2023 (αποτελούμενα από καθαρά κέρδη ξένου συναλλάγματος ύψους €5,5 εκατ. και καθαρά κέρδη από διάθεση και επανεκτίμηση χρηματοοικονομικών μέσων ύψους €1,6 εκατ.).
Τα καθαρά έσοδα δικαιωμάτων και προμηθειών για την εννιαμηνία του 2024 ανήλθαν σε €51,5 εκατ., μειωμένα κατά 5% σε σχέση με €54,3 εκατ. για την εννιαμηνία του 2023. Η μείωση ήταν κυρίως λόγω των μειωμένων τραπεζικών δικαιωμάτων και προμηθειών, ως αποτέλεσμα των χαμηλότερων εσόδων από δάνεια και πιστωτικές διευκολύνσεις.
Τα καθαρά έσοδα από ασφαλιστικές εργασίες για την εννιαμηνία του 2024 ανήλθαν σε €12,4 εκατ. σε σύγκριση με €13,0 εκατ. την εννιαμηνία του 2023, μειωμένα κατά 5%.
Τα άλλα έσοδα για την εννιαμηνία του 2024 ανήλθαν σε €11,4 εκατ. και αυξήθηκαν κατά 4% σε σύγκριση με €10,9 εκατ. για την εννιαμηνία του 2023, κυρίως λόγω των ψηλότερων καθαρών κερδών από τη διάθεση αποθεμάτων ακινήτων και εσόδων από μερίσματα από επενδύσεις σε μετοχές, που κυρίως προέρχονται από τις ασφαλιστικές εταιρείες του Ομίλου.
Η αύξηση αντισταθμίστηκε εν μέρει από τα χαμηλότερα άλλα έσοδα, τα οποία για την εννιαμηνία του 2023 περιλαμβάνουν ποσό που σχετίζεται με την ευνοϊκή έκβαση ενός αμφισβητούμενου ποσού ύψους περίπου €3,0 εκατ. από την ΚΕΔΙΠΕΣ.
Το σύνολο των καθαρών εσόδων για την εννιαμηνία του 2024 ανήλθε στα €553,7 εκατ., αυξημένο κατά 19% σε σύγκριση με €465,1 εκατ. την εννιαμηνία του 2023, κυρίως λόγω της αύξησης στα καθαρά έσοδα από τόκους.
Έξοδα
Τα συνολικά έξοδα για την εννιαμηνία του 2024 ανήλθαν σε €215,6 εκατ., αυξημένα κατά 11% σε σύγκριση με €193,8 εκατ. για την εννιαμηνία του 2023, κυρίως λόγω της αύξησης στα διοικητικά και άλλα έξοδα και στα έξοδα προσωπικού.
Τα έξοδα προσωπικού για την εννιαμηνία του 2024 ανήλθαν σε €99,4 εκατ. αυξημένα κατά 11% σε σύγκριση με €89,9 εκατ. την εννιαμηνία του 2023, και αντιπροσώπευαν το 46% των συνολικών εξόδων του Ομίλου (εννιαμηνία 2023: 46%).
Τα διοικητικά και άλλα έξοδα για την εννιαμηνία του 2024 ανήλθαν σε €100,9 εκατ. και αυξήθηκαν κατά 16% σε σύγκριση με €87,0 εκατ. για την εννιαμηνία του 2023.
Ο δείκτης εξόδων προς έσοδα για την εννιαμηνία του 2024 ανήλθε στο 38,9% σε σύγκριση με 41,7% για την εννιαμηνία του 2023, ενώ για την 3η τριμηνία του 2024 ο δείκτης εξόδων προς έσοδα ανήλθε στο 36,7% (2η τριμηνία 2024: 40,6%).
Προβλέψεις
Η χρέωση για ζημιές απομείωσης χρηματοοικονομικών μέσων ανήλθε σε €6,5 εκατ. για την εννιαμηνία του 2024, σε σύγκριση με €10,3 εκατ. για την εννιαμηνία του 2023.
Ο δείκτης κόστους ζημιών απομείωσης έναντι των δανείων και απαιτήσεων (ετησιοποιημένη βάση) για την εννιαμηνία του 2024 και την εννιαμηνία του 2023 ανήλθε σε 0,27% και 0,29% αντίστοιχα, ενώ για την 3η τριμηνία του 2024 ο δείκτης κόστους ζημιών απομείωσης έναντι των δανείων και απαιτήσεων (ετησιοποιημένη βάση) ανήλθε σε 0,16% (2η τριμηνία 2024: 0,00%25).
Αναπροσαρμόζοντας για την επανεκτίμηση των ταμειακών ροών που αφορούν το περιουσιακό στοιχείο αποζημίωσης ΠΠΣ, ο αναπροσαρμοσμένος δείκτης κόστους ζημιών απομείωσης των δανείων και απαιτήσεων (ετησιοποιημένη βάση) για την εννιαμηνία του 2024 και την εννιαμηνία του 2023 ανήλθε στο 0,29% και 0,34% αντίστοιχα.
Άλλα οικονομικά μεγέθη
Οι καταθέσεις πελατών ανήλθαν σε €14,9 δισ. στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 (30 Ιουνίου 2024: €15,0 δισ. και 31 Δεκεμβρίου 2023: €15,3 δισ.) και μειώθηκαν κατά 1% από την τελευταία τριμηνία και κατά 3% από τις 31 Δεκεμβρίου 2023.
Τα μεικτά δάνεια του Ομίλου στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 ανήλθαν σε €6.004 εκατ., σε σύγκριση με €6.092 εκατ. στις 30 Ιουνίου 2024 και €6.166 εκατ. στις 31 Δεκεμβρίου 2023 (31 Δεκεμβρίου 202329: €6.162 εκατ.), και μειώθηκαν κατά 1% από την τελευταία τριμηνία και κατά 3% από το τέλος του έτους, καθώς οι αποπληρωμές αντιστάθμισαν τον νέο δανεισμό.
Ο δείκτης καθαρών δανείων προς καταθέσεις στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 ήταν στο 39,4%, σε σύγκριση με 39,8% στις 30 Ιουνίου 2024 και 39,4% στις 31 Δεκεμβρίου 2023. Αναπροσαρμοσμένος για το χαρτοφυλάκιο που κατέχεται προς πώληση, ο δείκτης καθαρών δανείων προς καταθέσεις στις 31 Δεκεμβρίου 2023 μειώθηκε στο 39,3%.
Στα €705 εκατ. τα νέα δάνεια
Το σύνολο του νέου δανεισμού που παραχωρήθηκε κατά την εννιαμηνία του 2024 ανήλθε σε €705 εκατ., από τα οποία τα €172 εκατ. αφορούν συνολικό νέο πράσινο δανεισμό που αντιπροσωπεύει το 24% του συνολικού νέου δανεισμού της Τράπεζας, σημειώνοντας μείωση 22% σε ετήσια βάση σε σύγκριση με νέο δανεισμό ύψους €900 εκατ. για την εννιαμηνία του 2023. Τ
Πλεόνασμα ρευστότητας €7,4 δισ.
Ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας του Ομίλου στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 ανήλθε στο 583%, σε σύγκριση με 542% στις 31 Δεκεμβρίου 2023, που είναι αρκετά πιο πάνω από το ελάχιστο εποπτικό όριο του 100%.
Το πλεόνασμα ρευστότητας ανήλθε σε €7,4 δισ. στις 30 Σεπτεμβρίου 2024, παραμένοντας αμετάβλητος σε σύγκριση με τις 31 Δεκεμβρίου 2023.
ΜΕΧ
Τα ΜΕΔ όπως ορίζονται από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) για τον Όμιλο, ανήλθαν στα €404 εκατ. στις 30 Σεπτεμβρίου 2024, σε σύγκριση με €411 εκατ. στις 30 Ιουνίου 2024 και με €464 εκατ. στις 31 Δεκεμβρίου 2023, μειωμένα κατά 2% την 3η τριμηνία του 2024 και κατά 13% από το τέλος του έτους (εξαιρουμένου των ΜΕΔ που καλύπτονται από το ΠΠΣ, τα ΜΕΔ ανήλθαν σε €0,1 δισ. στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 και 30 Ιουνίου 2024 και €0,2 δισ. στις 31 Δεκεμβρίου 2023).
Ο δείκτης MEΔ στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 για τον Όμιλο ήταν 6,7% (31 Δεκεμβρίου 2023: 7,5%). Ο δείκτης εξαιρουμένων των ΜΕΔ που καλύπτονται από τo ΠΠΣ στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 ήταν 2,4% (31 Δεκεμβρίου 2023: 2,6%).
Αναπροσαρμοσμένος για χαρτοφυλάκιο που κατέχεται προς πώληση, ο δείκτης ΜΕΔ μειώθηκε στο 7,5% στις 31 Δεκεμβρίου 2023, ενώ ο δείκτης ΜΕΔ εξαιρουμένων των ΜΕΔ που καλύπτονται από το ΠΠΣ ήταν 2,5% στις 31 Δεκεμβρίου 2023.
Ο δείκτης κάλυψης των ΜΕΔ του Ομίλου ήταν στο 45% στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 (31 Δεκεμβρίου 2023: 42%), ενώ εξαιρουμένων των ΜΕΔ που καλύπτονται από το ΠΠΣ, ο δείκτης αναπροσαρμόζεται στο 74% στις 30 Σεπτεμβρίου 2024 (31 Δεκεμβρίου 2023: 71%).
Αναπροσαρμοσμένος για χαρτοφυλάκιο που κατέχεται προς πώληση, ο δείκτης κάλυψης των ΜΕΔ στις 31 Δεκεμβρίου 2023, παρέμεινε το ίδιο, καθώς εξαιρουμένων των ΜΕΔ που καλύπτονται από το ΠΠΣ ο δείκτης αναπροσαρμόστηκε στο 73%.
Κεφάλαια
Ο ρυθμιστικός Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 148 του Ομίλου αυξήθηκε κατά 389 μ.β. φτάνοντας το 26,73%, σε σύγκριση με 22,84% στις 31 Δεκεμβρίου 2023, κυρίως λόγω της συμπερίληψης των ενδιάμεσων επισκοπημένων κερδών για την 1η εξαμηνία του 2024 καθώς επίσης και της μείωσης των ΣΠΣ. Παρόμοια, ο ρυθμιστικός Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου αυξήθηκε κατά 414 μ.β. φτάνοντας το 32,51%, σε σύγκριση με το 28,37% στις 31 Δεκεμβρίου 2023.
Συμπεριλαμβανομένων των μη ελεγμένων κερδών για την 3η τριμηνία του 2024, ο αναπροσαρμοσμένος Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 149 του Ομίλου αυξήθηκε περαιτέρω στο 28,33%, ενώ ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου48 του Ομίλου αυξήθηκε στο 34,11%.
Μ. Λούης: Ανοίγεται νέο κεφάλαιο
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα του Ομίλου για την εννιαμηνία που έληξε στις 30 Σεπτεμβρίου 2024, ο Μιχάλης Λούης, Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου, δήλωσε:
«Με σεβασμό στην ιστορία της Ελληνικής Τράπεζας ένα νέο κεφάλαιο ανοίγεται στην ήδη επιτυχημένη πορεία της, με τον Όμιλο Eurobank να αποτελεί πλέον τον βασικό μέτοχο».
«Με όπλα τα γερά θεμέλια της Τράπεζας κοιτάζουμε μπροστά στοχεύοντας στη διαμόρφωση ενός ακόμα πιο δυναμικού μέλλοντος, με τους πελάτες να είναι στο επίκεντρο της στρατηγικής μας. Η ενίσχυση των πελατειακών σχέσεων, ο εκσυγχρονισμός των δομών μας και η επιτάχυνση της ψηφιακής μετάβασης αποτελούν τις κύριες προτεραιότητες», τονίζει.
«Η πρόσβαση σε τεχνογνωσία, και βέλτιστες πρακτικές που μας προσφέρει το γεγονός ότι είμαστε πλέον μέλος ενός μεγάλου περιφερειακού χρηματοοικονομικού Ομίλου, θα βοηθήσουν σημαντικά στην ποιότητα εξυπηρέτησης προς τους πελάτες μας, δημιουργώντας παράλληλα αξία για το προσωπικό και όλους τους μετόχους μας», επισημαίνει.
«Η ευθύνη μας, ως Τράπεζα, δεν σταματά στην οικονομική απόδοση. Παραμένουμε προσηλωμένοι στη βιώσιμη ανάπτυξη και την κοινωνική υπευθυνότητα. Ενσωματώνουμε κριτήρια ESG (Περιβάλλον, Κοινωνία, Εταιρική Διακυβέρνηση) στις πρακτικές και τις επενδύσεις μας, συμβάλλοντας ενεργά στη δημιουργία μιας πιο βιώσιμης και συμπεριληπτικής κοινωνίας», καταλήγει.