Από νομικό λαβύρινθο καλείται να εξέλθει το κράτος για να αποτρέψει μία ενδεχόμενη δημοσιονομική κρίση, ως αποτέλεσμα της απόφασης του διοικητικού δικαστηρίου να κρίνει ως αντισυνταγματικό το νόμο για τις περικοπές μισθών στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Η χθεσινή πολύωρη σύσκεψη του συμβουλίου των αρχηγών των κομμάτων, υπό τον πρόεδρο Αναστασιάδη, έφερε στην επιφάνεια την αδυναμία της εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας να διαχειριστούν το ζήτημα που προκύπτει, χωρίς να προκληθούν νέες δημοσιονομικές ή μισθολογικές στρεβλώσεις.
Με βάση την πληροφόρηση που πήρε η StockWatch από μέλη του συμβουλίου των αρχηγών των κομμάτων που συμμετείχαν στη χθεσινή σύσκεψη του προεδρικού, ουδείς εκ των ανωτάτων αξιωματούχων της εκτελεστικής εξουσίας ήταν σε θέση να δώσει επακριβώς το κόστος της οικονομικής επίπτωσης που θα υποστούν οι φορολογούμενοι, από τυχόν επιστροφή των περικοπών στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων.
Όπως αναφέρθηκε, επηρεάζονται 84 περίπου χιλιάδες εργαζόμενοι και συνταξιούχοι του δημοσίου, των ημικρατικών οργανισμών, της τοπικής αυτοδιοίκησης και των ανεξάρτητων θεσμών όπως είναι μεταξύ άλλων, η ΕΚ, το γραφείο της επιτρόπου διοικήσεως, της επιτρόπου προσωπικών δεδομένων και της επιτρόπου για την προστασία του παιδιού.
Στη διάρκεια της σύσκεψης και σε επίμονα ερωτήματα αρχηγών κομμάτων για το ύψος του κόστους που θα επωμιστούν τα κρατικά ταμεία, έπεσαν ουσιαστικά δύο νούμερα.
Κάποιοι είχαν κάνει λόγο για €1 δισ.
Παρενέβη ωστόσο ο υπουργός οικονομικών και είπε ότι το κόστος με βάση πρόσφατη τεχνοκρατική επεξεργασία ανέρχεται περίπου στο €1.6 δισ.
Το ποσό αυτό ανέφερε λίγο αργότερα στις δηλώσεις του και ο πρόεδρος του ΔΗΚΟ Νικόλας Παπαδόπουλος αλλά δεν περιλαμβάνει τις προσαυξήσεις των δημοσίων υπαλλήλων, που παγοποιήθηκαν για επτά χρόνια.
Λίγη ώρα αργότερα, ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ Αβέρωφ Νεοφύτου εξερχόμενος του προεδρικού, τόνισε πως η δημοσιονομική επίπτωση από την απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου θα κοστίσει στους φορολογούμενους περίπου €2 δισ.
Τεχνοκράτες του ΥΠΟΙΚ με τους οποίους επικοινώνησε η StockWatch δεν ήταν τουλάχιστον μέχρι χθες, σε θέση να υπολογίσουν το ύψος του κόστους από τυχόν παραχώρηση αναδρομικών αποζημιώσεων προς τους δημόσιους υπαλλήλους.
Ο πρώην γενικός εισαγγελέας της Δημοκρατίας Αλέκος Μαρκίδης, διερωτήθηκε πως μετά από τόσες μέρες η κυβέρνηση δεν κατάφερε ακόμη να υπολογίσει τι θα επωμιστούν τα κρατικά ταμεία συνεπεία της απόφασης του διοικητικού δικαστηρίου.
Ανησυχούν όλοι για τα δημόσια οικονομικά
Οι πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει σε σχέση με την ενημέρωση που έκανε χθες ο ΠτΔ προς τους αρχηγούς των κομμάτων, αναφέρουν ότι ήταν καθολική η ανησυχία όλων σε σχέση με το μέλλον των δημόσιων οικονομικών.
Ο πρόεδρος απαντώντας σε σχετικά ερωτήματα πολιτικών αρχηγών, παραδέχθηκε ότι το ζήτημα όπως εξελίσσεται μετά την απόφαση του πρωτοδικείου είναι ιδιαίτερα πολύπλοκο και δύσκολο.
Δεν ήταν σε θέση να υιοθετήσει απόψεις νομικών ότι η πρωτόδικη απόφαση θα αφορά μόνο τους 101 δημόσιους υπαλλήλους που προσέφυγαν στο δικαστήριο και όχι το σύνολο των εργαζομένων στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Τόνισε ότι είναι πρωταρχικής σημασίας να πετύχει η κυβέρνηση αναστολή της καταβολής των αποζημιώσεων, ώστε, όπως σημείωσε, να κερδίσει χρόνο το κράτος, μέχρι να προχωρήσει σε συνεργασία με τη βουλή στην προώθηση μέτρων και ενδεχομένως αλλαγής, του επίμαχου άρθρου του Συντάγματος.
Επιφυλάξεις για αλλαγές στο Σύνταγμα
Πολιτικοί αρχηγοί, στο σημείο αυτό, επεσήμαναν προς τον ΠτΔ ότι τυχόν τροποποίηση του Συντάγματος θα πρέπει να είναι η ύστατη ενέργεια, υποδεικνύοντας ότι δεν «μπορούμε κάθε λίγο και λιγάκι να εγείρουμε ως πολιτεία την ανάγκη αλλαγής άρθρων του Συντάγματος».
Ο πρόεδρος άφησε να εννοηθεί ότι οι δικηγόροι της Δημοκρατίας κατά την εκδίκαση της έφεσης στο ανώτατο θα επικαλεστούν μεταξύ των νομικών επιχειρημάτων, το άρθρο 1 του πρώτου πρωτοκόλλου της σύμβασης των πολιτών της Ευρώπης που λέει ότι το κάθε κράτος έχει το δικαίωμα να θεσπίζει νόμους προς το δημόσιο συμφέρον.
Ο κ. Μαρκίδης, που μιλούσε χθες στο Σίγμα, εξέφρασε την άποψη ότι «δεν μπορούν να φύγουν από τα πρακτικά του διοικητικού δικαστηρίου τα όσα οι εισαγγελείς της νομικής υπηρεσίας έχουν θέσει»
Η νομική υπηρεσία, είπε, δεν έφερε μαρτυρίες ενώπιον του πρωτοδικείου και υποστήριξε ότι το κύριο σημείο που ήγειρε η εισαγγελία ήταν ότι ο μισθός είναι μεν περιουσιακό δικαίωμα, αλλά η μείωση του στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως τόνισε, δεν ήταν ουσιώδης και επομένως δεν είμαστε υποχρεωμένοι με βάση το Σύνταγμα να πληρώσουμε οτιδήποτε».
Ο πρώην γενικός εισαγγελέας υπέδειξε ότι όλοι σήμερα με πρώτη την κυβέρνηση, λένε ότι θα είναι μεγάλο το κόστος της επίπτωσης για τα κρατικά ταμεία και πως το κράτος/ εργοδότης, πληρώνει κάθε χρόνο περίπου €200 εκ. για τη σταδιακή αποκατάσταση των μισθών στο δημόσιο.
Ο κ. Μαρκίδης υποστήριξε ότι η επίσημη αυτή παραδοχή αποδεικνύει όντως ότι τελικά ήταν και είναι ουσιώδης η περικοπή μισθών στο δημόσιο.
Σε δύο κατευθύνσεις οι ύστατες ενέργειες της κυβέρνησης
Σύμφωνα με τα όσα ανέφεραν εκτός της σύσκεψης οι αρχηγοί των κομμάτων αλλά και με βάση την πληροφόρηση που συγκέντρωσε η StockWatch, οι ενέργειες της κυβέρνησης περιορίζονται σε δύο κατευθύνσεις.
Θα ενεργήσει νομικά με την υποβολή έφεσης και την ίδια ώρα με τη συνέργεια των κομμάτων, αλλά και των εμπλεκόμενων συνδικαλιστικών οργανώσεων, θα συμφωνηθούν μέτρα διατήρησης του δημοσιονομικού ισοζυγίου στην περίπτωση κατά την οποία το εφετείο θα επικυρώσει την πρωτόδικη απόφαση και θα κληθεί το κράτος να δώσει αποζημιώσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ.
Ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ Αβέρωφ Νεοφύτου φαίνεται ότι ενθαρρύνει την κυβέρνηση να αξιοποιήσει στο μέγιστο βαθμό τη συμφωνία πλαίσιο που συνομολόγησε τον Μάιο του 2018 με τη ΣΕΚ και την ΠΕΟ, και η οποία προβλέπει τη σταδιακή αποκατάσταση των μισθών στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα μέχρι το 2023, με βάση πάντα τις αντοχές της οικονομίας και σε βάθος πέντε χρόνων.
Ο κ. Νεοφύτου που ρωτήθηκε σχετικά από τη StockWatch, επιβεβαίωσε ότι η συμφωνία πλαίσιο μπορεί να δώσει διέξοδο σε αυτό το περίπλοκο θέμα, όπως το έχει χαρακτηρίσει.
Μελετάται το ενδεχόμενο η συμφωνία πλαίσιο να κατοχυρωθεί και νομικά, για ευνόητους λόγους, ώστε σε περίπτωση μη παραχώρησης μισθολογικών αυξήσεων ή αυτόματων αυξήσεων, εξαιτίας μίας ενδεχόμενης αδυναμίας των δημόσιων οικονομικών, να μην νομιμοποιείται ο δημόσιος υπάλληλος να προσφύγει στη δικαιοσύνη.
Σημειώνεται ότι η ΠΑΣΥΔΥ δεν υπέγραψε την εν λόγω συμφωνία, αφού ήταν σε εξέλιξη η εκδίκαση της προσφυγής μελών της στο διοικητικό δικαστήριο.
Χθες, ο ΠτΔ ενημέρωσε τις ηγεσίες των κοινοβουλευτικών κομμάτων ότι στις προσεχείς λίγες μέρες θα συνέλθει εκ νέου το συμβούλιο των αρχηγών στην παρουσία αυτή τη φορά του γενικού εισαγγελέα.
Πως αντέδρασε ο ΠτΔ στην αξίωση απομάκρυνσης του ΥΠΟΙΚ
Ήπια ήταν η αντίδραση του προέδρου Αναστασιάδη όταν ο πρόεδρος του ΔΗΚΟ άφησε εμμέσως πλην σαφώς να εννοηθεί ότι αν δεν ικανοποιηθεί το αίτημα του κόμματος για απομάκρυνση εδώ και τώρα του υπουργού οικονομικών Χάρη Γεωργιάδη, δεν θα πρέπει το προεδρικό και η Πινδάρου να έχουν απαιτήσεις για επίτευξη συνεργειών εντός της βουλής.
Ο κ. Παπαδόπουλος ξεκαθάρισε προς τον πρόεδρο αλλά και προς τον κ. Γεωργιάδη που ήταν παρών στη σύσκεψη, ότι δεν τίθεται οποιοδήποτε διαπροσωπικό πρόβλημα με τον υπουργό, αλλά, όπως εξήγησε, η θέση του ιδίου άπτεται πολιτικής αρχής , ότι δηλαδή ο υπουργός θα έπρεπε να αναλάβει την πολιτική ευθύνη, μετά τα ευρήματα της ερευνητικής επιτροπής για το Συνεργατισμό .
Ο πρόεδρος Αναστασιάδης υπέδειξε με ήπιο τρόπο στον αρχηγό του ΔΗΚΟ ότι η απαίτηση του για απομάκρυνση του κ. Γεωργιάδη δεν θα πρέπει να συνδυαστεί με τις προσπάθειες που καταβάλλουμε όλοι, όπως είπε, για να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τις επιπτώσεις από την δικαστική απόφαση για τους μισθούς των δημοσίων.
Για το θέμα Γεωργιάδη δεν έγινε οποιαδήποτε παρέμβαση από άλλο πολιτικό αρχηγό, αλλά ούτε και από τον υπουργό ο οποίος δεν θέλησε να σχολιάσει την αξίωση του κ. Παπαδόπουλου, από τη στιγμή που τον λόγο πήρε ο ίδιος ο ΠτΔ.