Έντονες πιέσεις και οργιώδες παρασκήνιο επικρατούν τις τελευταίες ώρες με σκοπό την αναβολή της ψήφισης της πρότασης νόμου του ΑΚΕΛ, για την επιβολή έκτακτου τέλους επί των απροσδόκητων κερδών των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Σύμφωνα με πληροφορίες της StockWatch, το ΔΗΚΟ εξετάζει το ενδεχόμενο να ζητηθεί αναβολή της συζήτησης και ψηφοφορίας επί του θέματος, ενώ αυτή την ώρα πραγματοποιείται επικοινωνία με τις κοινοβουλευτικές ομάδες των υπόλοιπων κομμάτων ώστε να εξεταστεί κατά πόσο ένα τέτοιο αίτημα θα εξασφάλιζε την απαραίτητη πλειοψηφία, εφόσον τεθεί προς ψηφοφορία στην Ολομέλεια του Σώματος.
Σύμφωνα με νεότερες πληροφορίες το αίτημα για αναβολή εξασφαλίζει πλειοψηφία, με την αιτιολογία να δοθεί χρόνος στα κόμματα να αξιολογήσουν τα μέτρα στήριξης της οικονομίας και των δανειοληπτών από μέρους των τραπεζών.
Οριστικές αποφάσεις για την αναβολή ή όχι της ψήφισης της πρότασης νόμου, αναμένεται να λάβει η σύσκεψη των αρχηγών και εκπροσώπων των κομμάτων που θα πραγματοποιείται αυτή την ώρα, ενώ η συνεδρία της Ολομέλειας είναι προγραμματισμένη να αρχίσει στις 12 το μεσημέρι.
Με βάση πληροφόρηση της StockWatch, η έγκριση της προτεινόμενης νομοθεσίας φαίνεται να κρίνεται οριακά, καθώς έως τώρα θετικά προτίθενται να ψηφίσουν πέραν των βουλευτών του ΑΚΕΛ, της ΕΔΕΚ και του Κινήματος Οικολόγων, αλλά και η ανεξάρτητη βουλεύτρια Αλεξάνδρα Ατταλίδου και τρεις τουλάχιστον βουλευτές του ΔΗΚΟ.
Το πού θα γείρει τελικά η ζυγαριά, ενδεχομένως να κριθεί κυρίως, από τις ψήφους των βουλευτών του ΕΛΑΜ.
Στο μεταξύ, σε ανακοίνωσή του ο Σύνδεσμος Τραπεζών αναφέρει ότι παρακολουθεί στενά τις συζητήσεις και τις διαβουλεύσεις που πραγματοποιούνται το τελευταίο διάστημα, υπό το πρίσμα της πρότασης Νόμου για επιβολή επιπρόσθετης, έκτακτης φορολόγησης.
«Οι τράπεζες μέλη του Συνδέσμου λαμβάνουν πολύ σοβαρά υπόψη εισηγήσεις, προτάσεις και ιδέες, αναφορικά με τον ρόλο του τομέα επί συγκεκριμένων πεδίων και δεσμεύονται προς άμεση εξέταση και λήψη συγκεκριμένων μέτρων», προσθέτει.
Επαναβεβαιώνει παράλληλα, την ισχυρή βούλησή του για συνεργασία, παραγωγική συζήτηση και κυρίως συγκεκριμένα βήματα που θα βοηθήσουν την οικονομία και την κοινωνία, ενώ τονίζει ότι οι τράπεζες μέλη του οργανισμού παραμένουν προσηλωμένες στο τρίπτυχο της οικονομικής ανάπτυξης, της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και της κοινωνικής ευημερίας.
Υπενθυμίζεται ότι σκοπός της πρότασης νόμου, όπως αυτή αρχικά κατατέθηκε στη Βουλή, ήταν η θέσπιση νομοθεσίας με την οποία ιδρύεται ταμείο υπό την επωνυμία «Ταμείο Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Στήριξης Δανειοληπτών» για την αντιμετώπιση των έκτακτων συνθηκών που έχουν δημιουργηθεί ως αποτέλεσμα της ανόδου του πληθωρισμού κατά την τελευταία τριετία και των συνακόλουθων διαδοχικών αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για αύξηση των επιτοκίων.
Συγκεκριμένα, ο σκοπός της πρότασης νόμου όπως ανέλυσαν οι εισηγητές της, είναι η στήριξη για κάλυψη του κόστους δανεισμού για υπό σύναψη νέων, αλλά και υφιστάμενων στεγαστικών δανείων προς απόκτηση κύριας κατοικίας.
Επίσης επιδιώκεται στήριξη ευάλωτων δανειοληπτών βάσει σχεδίων χορηγιών, η επιχορήγηση δράσεων επιμόρφωσης και διαφώτισης για την καταπολέμηση του χρηματοοικονομικού αναλφαβητισμού και την ανάπτυξη χρηματοοικονομικής παιδείας για τους πολίτες.
Περαιτέρω είχαν αναφέρει ότι με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις παρέχεται το δικαίωμα στην κυβέρνηση να διευρύνει το πεδίο εφαρμογής, ώστε να καλύψει και ευρύτερα θέματα κοινωνικής πολιτικής και αποκατάστασης θυμάτων καταχρηστικής συμπεριφοράς από πλευράς πιστωτικών ιδρυμάτων.
Με βάση την πρόταση όπως αναθεωρήθηκε οι πόροι από την επιβολή έκτακτου τέλους αλληλεγγύης ύψους 5% σε πιστωτικά ιδρύματα για τα φορολογικά έτη 2024 και 2025, θα πηγαίνουν στο ταμείο του κράτους.
Πιο αναλυτικά, προβλέπεται η είσπραξη επιβλητέου τέλους αλληλεγγύης, το οποίο είναι ένα έκτακτο τέλος που επιβάλλεται στα αδειοδοτημένα πιστωτικά ιδρύματα (ΑΠΙ) για τα φορολογικά έτη 2024 και 2025 επί της σημειωθείσας, σε σύγκριση με τα έσοδα του φορολογικού έτους 2022, αύξησης των καθαρών εσόδων από τόκους ΑΠΙ και ανέρχεται σε ποσοστό ύψους 5%, επί των εν λόγω εσόδων.
Η πρόταση, σύμφωνα με τους εισηγητές, αποσκοπεί στην δικαιότερη κατανομή των οικονομικών επιπτώσεων εντός της κοινωνίας, οι οποίες έχουν προκύψει από την άνοδο του πληθωρισμού και την αύξηση των επιτοκίων από το έτος 2022 και εντεύθεν.
Υπενθυμίζεται ότι με βάση στοιχεία από την Κεντρική Τράπεζα τα οποία δημοσίευσε την προηγούμενη Τρίτη η StockWatch, τα κέρδη του τραπεζικού συστήματος την τελευταία διετία (2023-2024) είναι ιδιαίτερα υψηλά, μετά από τα ισχυρά πλήγματα που δέχθηκαν οι τράπεζες από την οικονομική κρίση και κατά την πανδημία του κορωνοϊού που οδήγησαν σε κατάρρευση τραπεζών και κούρεμα καταθέσεων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, η κερδοφορία των κυπριακών τραπεζών κατά το πρώτο ενιάμηνο του τρέχοντος έτους ανήλθε στα €952,5 εκατ., ενώ συνολικά για το 2023 τα κέρδη έφτασαν στο €1,26 δισ.
Σημειώνεται ότι τα κέρδη των τραπεζών έφτασαν στα €171 εκατ. το 2022, ενώ την προηγούμενη διετία λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, είχαν καταγραφεί ζημιές της τάξης των €79 εκατ. περίπου το 2021 και σχεδόν €150 εκατ. το 2020.
Σύμφωνα με στοιχεία τα οποία επεξεργάστηκε η StockWatch, με βάση τα αναμενόμενα έσοδα από τόκους για το 2024 και τον υπολογισμό της διαφοροποίησής τους από το 2022 για τις έξι μεγαλύτερες τοπικές τράπεζες, η υπολογιζόμενη συνολική αύξηση ανέρχεται σε περίπου €1 δισ. Ο φόρος στον οποίο αφορά η πρόταση υπολογίζεται για τα εν λόγω τραπεζικά ιδρύματα σε περίπου €52 εκ.
Με βάση τα αναμενόμενα κέρδη του 2024, ο επιπρόσθετος αυτός φόρος αναμένεται να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην κερδοφορία των τραπεζών της τάξης του 4%-5%.