ΑΠΟΨΕΙΣ Το ναρκοπέδιο του τραπεζικού συστήματος

Το ναρκοπέδιο του τραπεζικού συστήματος

Το ναρκοπέδιο του τραπεζικού συστήματος
From Stavros A. Zenios
31/10/2011 9:17

Με το κούρεμα του ελληνικού χρέους το τραπεζικό σύστημα μετατρέπεται σε ένα ναρκοπέδιο.  Η τραπεζική κρίση είναι σύνθετη και κρύβει δύο μεγάλες παγίδες.  Τι αποκαλύπτουν τα στοιχεία; Οι μεγαλύτερες κυπριακές τράπεζες αντιμετωπίζουν προβλήματα ανακεφαλαιοποίησης.  Μελέτη της Goldman Sachs εκτιμά ότι μεταξύ 54 ευρωπαϊκών τραπεζών που αντιμετωπίζουν προβλήματα η Marfin βρίσκεται στην 5η δυσμενέστερη θέση και η Τρ. Κύπρου στην 9η ευνοϊκότερη. Οι δύο τράπεζες πρέπει να εξασφαλίσουν €1.4 δισ. και €2.1 δισ. αντίστοιχα για να εγγυηθούν τη σταθερότητα τους.

 Αυτή είναι διαχειρίσιμη κατάσταση! Το ξεκαθαρίζω από την αρχή για να αποφύγουμε υπερβολικές ανησυχίες.  Καλώς έστειλε καθησυχαστικό μήνυμα προς τους καταθέτες ο υπουργός Οικονομικών.

Ορατός όμως είναι και ο κίνδυνος κατάρρευσης.  Αυτό πάθανε στην Ισλανδία.  Κατέρρευσαν οι τράπεζες, κατέρρευσε η οικονομία, διαλύθηκε η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός δικάζεται για «αμέλεια υπουργικών ευθυνών».  Η υπεραισιοδοξία δεν βοηθά στη διαχείριση του προβλήματος.

 Πως θα εξελιχθεί η κρίση;

 Οι τράπεζες έχουν εννέα μήνες να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα κεφάλαια.  Αν το επιτύχουν το πρόβλημα περιορίζεται, θα επηρεαστούν οι μέτοχοι αλλά όχι οι καταθέτες.  Η Τρ. Κύπρου φαίνεται να έχει υλοποιήσιμο σχέδιο που καλύπτει τις ανάγκες.  Το σχέδιο της Marfin εγείρει ερωτηματικά.  Αναμένεται εξασφάλιση κεφαλαίων από την έκδοση «μετατρέψιμου ομολογιακού δανείου €660 εκ., εκ των οποίων €65 εκ. έχουν ήδη εκδοθεί».  Αυτό θα ήταν εφικτό πριν ξεσπάσει η κρίση, τώρα φαίνεται υπεραισιόδοξο.  Προβλέπεται επίσης «ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης μέσω της οργανικής κερδοφορίας» που αναμένεται να αποφέρει €660 εκ.  Όταν η Τρ. Κύπρου υπολογίζει να εξασφαλίσει €585 εκ. με αυτό τον τρόπο τότε και αυτή η εκτίμηση φαίνεται υπεραισιόδοξη.

 Και ακόμη δεν έχουν συνυπολογισθεί οι επιπτώσεις από τα επισφαλή δάνεια κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα - το ποσοστό επισφαλών δανείων έφθασε  το 13% τον περασμένο Ιούνιο.

 Επομένως, θα χρειαστεί μάλλον δημόσιο χρήμα.  Μελέτη του Economist εκτιμά τα απαιτούμενα κεφάλαια σε 28.4% του κυπριακού ΑΕΠ που είναι το ψηλότερο στην ευρωζώνη.  Στις παρούσες δημοσιονομικές συνθήκες το κράτος δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί και προσφεύγουμε στο ευρωπαϊκό ταμείο σταθερότητας.  Θα δανειστούμε ως κράτος για να στηρίξουμε τις τράπεζες μας.  Γιατί; Διότι έτσι προστατεύουμε τους καταθέτες και την οικονομία.  Δεν το κάνουμε για χάρη των μετόχων ή της διοίκησης. 

 Εδώ κρύβονται οι δύο νάρκες της διαχείρισης.  Το ζητούμενο είναι η σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος και ο περιορισμός του κόστους στο φορολογούμενο.  Το μονοπάτι που μας επιτρέπει να αποφύγουμε τις νάρκες είναι στενό.  Για να το διασχίσουμε απαιτείται πολιτική βούληση και εμπειρογνωμοσύνη στην επεξεργασία του νομοσχεδίου περί διαχείρισης χρηματοοικονομικών κρίσεων. Ο νόμος είναι απαραίτητος και χρειάζεται έγκριση το ταχύτερο. 

 Πρώτη νάρκη είναι το ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί των τραπεζιτών: Οι τράπεζες είναι πολύ μεγάλες για να αφεθούν να καταρρεύσουν.  «Σώστε μας» λένε στην κυβέρνηση «και σώζετε τον εαυτό σας».  Ζητούν όπως η κυβέρνηση επενδύσει σε τιμές αγοράς, όπως μην επηρεαστούν τα δικαιώματα των μετόχων και όπως διασφαλιστεί η αποχώρηση της κυβέρνησης από τις τράπεζες μόλις αποκατασταθεί η κεφαλαιουχική επάρκεια.  Αυτή είναι τριπλή νάρκη για το δημόσιο συμφέρον.  Πρώτον, οι τιμές αγοράς προεξοφλούν τις κρατικές επενδύσεις! Δεν πρέπει να πληρώσει ο φορολογούμενος τη βούληση του όπως στηρίξει τις τράπεζες, αλλά να αγοράσει στην τιμή που θα είχαν οι μετοχές χωρίς την κρατική στήριξη.  Ο φορολογούμενος έχει μονοψώνιο και δικαιούται να το εκμεταλλευτεί.  Δεύτερον, χωρίς την κρατική στήριξη οι μέτοχοι θα έχαναν την τράπεζα, άρα δεν μπορεί να διατηρούν τα δικαιώματα τους λες και δεν τρέχει τίποτα.  Θα επιβληθούν περιορισμοί στην καταβολή μερισμάτων και φιλοδωρημάτων.  Και τρίτο, ο φορολογούμενος αναμένει απόδοση από την επένδυση του.  Δεν μπορεί να επωμίζεται τον κίνδυνο στην περίοδο της κρίσης και να αφήσει τα μελλοντικά κέρδη στη διεύθυνση και τους μετόχους.

 Δεύτερη νάρκη είναι ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση θα ασκήσει τα ιδιοκτησιακά της δικαιώματα.  Χρειάζεται σαφής στρατηγική εξόδου που να διασφαλίζει λογική απόδοση των δημόσιων πόρων χωρίς να αφήνει χώρο για κυβέρνηση-τραπεζίτη.  Πρέπει να αποφύγουμε το φαινόμενο που παρατηρούμε στα θέματα φυσικού αερίου, δηλαδή της διαχείρισης πολύπλοκων θεμάτων από ένα δημόσιο υπάλληλο ή από Υπουργική Επιτροπή με ανεπαρκείς τεχνικές γνώσεις.  Η Κεντρική Τράπεζα μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο, περνώντας από ρόλο επόπτη σε ρόλο συν-διαχειριστή κατά την περίοδο της κρίσης.  Χρειάζονται διοικητικοί σύμβουλοι που να είναι γνώστες τραπεζικών θεμάτων και να μην έχουν συμφέροντα ως μέτοχοι ή ως δανειζόμενοι επιχειρηματίες.  Να είναι σε θέση να χειριστούν τα θέματα τόσο με επιστημονικό ορθολογισμό όσο και αίσθημα δημόσιας ευθύνης.  Θα χρειαστεί στρατηγική απομόχλευσης του τραπεζικού συστήματος που να συνάδει με το μέγεθος της οικονομίας μας.  Οπωσδήποτε πρέπει να αποφευχθεί η συνήθης πρακτική για διορισμό εκπροσώπων των κομμάτων!

 Οι κεντρικοί τραπεζίτες της ευρωζώνης έχουν ευθύνη για το ότι επέτρεψαν στις τράπεζες τόση συγκέντρωση κινδύνων σε επισφαλή κρατικά ομόλογα.  Ο συστημικός κίνδυνος είναι δύσκολο να προβλεφθεί και σχεδόν αδύνατο να αποφευχθεί, στην προκειμένη περίπτωση ωστόσο υπήρχαν επαρκείς προειδοποιήσεις.  Τώρα όμως είναι ώρα του κράτους.  Η συζήτηση νομοσχεδίου το 2011 για μια κρίση που εκτυλίσσεται από το 2007 αποκαλύπτει ακόμη μια φορά «πολύ σοβαρή ανεπάρκεια, ολιγωρία, αμέλεια και ανευθυνότητα».  (Ο αντίστοιχος βρετανικός νόμος εγκρίθηκε το 2009!).  Η ανάλυση αποκαλύπτει και κάτι ακόμη, για το οποίο έγραψα σε προηγούμενα άρθρα.  Ότι τα περιθώρια για χάραξη αποτελεσματικής πολιτικής μεταξύ των ιδεολογικών δογματισμών αριστεράς-δεξιάς είναι πολύ περιορισμένα.  Η πρώτη νάρκη οπλίζεται από ιδεολογικούς δογματισμούς της δεξιάς για υπεροχή των αγορών.  Η δεύτερη από δογματισμούς της αριστεράς για το ρόλο του κράτους.  Το υφιστάμενο νομοσχέδιο έχει κενά και από τις δύο πλευρές που οδηγούν κατευθείαν στις νάρκες.  Χρειάζεται γνήσιος πολιτικός διάλογος για να μπορέσουμε να τα καλύψουμε.

 Τέλος, είναι καιρός να στρέψουμε την προσοχή μας στα δομικά προβλήματα της οικονομίας και σε πολιτικές οικονομικής ανάπτυξης.  Οι περικοπές δαπανών από μόνες τους δεν λύνουν το πρόβλημα.

Σημ.: Η αναφορά από το πόρισμα Πολυβίου, σελ. 602. Goldman Sachs Equity Research, Report on Europe: Banks, Oct. 21, 2011. The Economist, Cushion Calculations, 2011.

 Ο Σταύρος Α. Ζένιος είναι καθηγητής διοικητικής επιστήμης και χρηματοοικονομικών στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και πρόεδρος των Πρυτάνεων των Πανεπιστημίων των Ευρωπαϊκών Πρωτευουσών.

NEWSLETTER