ΑΠΟΨΕΙΣ Γιατί μπήκαμε σε ύφεση

Γιατί μπήκαμε σε ύφεση

Γιατί μπήκαμε σε ύφεση
 Μας σερβίρεται ότι αφού η κρίση χτύπησε την Ευρώπη έπρεπε και εμείς να μπούμε σε ύφεση.  Μας λένε ότι είναι ανοικτή η κυπριακή οικονομία απέναντι στις δυνάμεις της παγκόσμιας οικονομίας, και ότι δεν μπορούσαμε να αντιδράσουμε.  Μας επαναλαμβάνουν και αναλύσεις για την εγγύτητα της ελληνικής οικονομίας η οποία εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό κίνδυνο, αλλά και για το μέγεθος του χρηματοπιστωτικού μας τομέα.  Μας λένε, με άλλα λόγια, ότι η κυπριακή οικονομία είναι, ουσιαστικά, χωρίς κατεύθυνση και χωρίς καπετάνιο.  Αν έχουμε ούριο άνεμο θα ταξιδέψουμε.  Αν, όμως, δεν έχουμε, απλά θα μείνουμε εδώ.  Μέτρα; Ναι, συμπεριλαμβάνονται μέτρα στον τελευταίο προϋπολογισμό.  Όχι μέτρα για αναμόχλευση της οικονομικής μας ανάπτυξης ή έστω μέτρα για θωράκιση της οικονομίας μας στο μέλλον.  Μη νομίσετε.  Αυτό θα εξυπάκουε προγραμματισμό, μελέτη και σκληρή δουλειά.  Το κυριότερο, όμως, ρήξη με το κυπριακό βαθύ κράτος: Ανώτεροι και ανώτατοι δημόσιοι λειτουργοί, διευθυντές και πολιτειακοί αξιωματούχοι.  Προϋπολογιστήκαν μέτρα απλά και μόνο προς το ελάχιστο επιτρεπτό περιορισμό του δημοσιονομικού μας ελλείμματος.  Για το έλλειμμα, υπάρχει, βλέπετε, έλεγχος από την ΕΕ.  Η παγκόσμια κρίση χτύπησε δυνατά τον παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό τομέα.  Κλονίστηκε η εμπιστοσύνη στο σύστημα, στις αγορές.  Το κόστος του χρήματος ανέβηκε και αλυσιδωτές αντιδράσεις μετέφεραν τις δονήσεις στην πραγματική οικονομία – στην παραγωγή, στην κατανάλωση, στον τουρισμό.  Και μπήκαν οι πλείστες οικονομίες ανά τον κόσμο σε ύφεση.  Κάποιες αντέδρασαν γρήγορα και είναι ήδη σε τροχιά ανάπτυξης.  Άλλες βυθίστηκαν ακόμη περισσότερο σε ύφεση και άλλες λίγο πολύ, ακολουθούν τον κύκλο της παγκόσμιας οικονομίας – όπως κάνουμε εμείς.  Η κάθε μια ανάλογα με το δυναμισμό της, τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, την ευελιξία της.  Αλλά και ανάλογα με την κοινωνικο-οικονομική φάση στην οποία βρίσκεται και φυσικά με βάση την ιδεολογικο-οικονομική θεωρία της εκτελεστικής εξουσίας σε κάθε μια από αυτές.  Εμείς, από το 2004 βρισκόμασταν στον αστερισμό της ανάπτυξης γης και της φρενήρους αύξησης των τιμών των ακινήτων . Θυμάστε, τότε που όλοι είχαν γίνει developers…  Και το οικονομικό επιτελείο της τότε διακυβέρνησης επέχαιρε.  Εισέρρεαν, βλέπεις, εκατομμύρια στα ταμεία του κράτους.  Θα μπαίναμε στην ευρωζώνη με πλεονάσματα.  Γιατί ήμασταν μια εύρωστη οικονομία.  Ποιος ασχολείται τώρα με δομικά προβλήματα, (που αίφνης έγιναν τώρα διαχρονικά); Δώσε και των παιδιών στο δημόσιο αυτά που ζητούν.  Έκαναν θυσίες.  Ποια Lehman Brothers;  Μιλήσαμε, κάποιοι τότε, για υπερεξάρτηση της οικονομίας σε ένα τομέα που δεν δύναται να έχει αειφόρο ή έστω διατηρήσιμη μεσοπρόθεσμα ανάπτυξη.  Μιλήσαμε για την ανάγκη προσανατολισμού της κυπριακής οικονομίας, προς τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα.  Είπαμε ακόμη και ότι μπαίνουμε στην ευρωζώνη χωρίς θωράκιση και χωρίς προγραμματισμό.  Μιλήσαμε και γράψαμε, τότε, για τα ενυπάρχοντα δομικά και διαρθρωτικά μας προβλήματα.  Για τους κινδύνους που αυτά επιφέρουν.  Δυστυχώς, αγνοηθήκαμε.  Έτσι βόλευε.  Γι’ αυτό, όταν μοιραία μειώθηκε η εξωτερική ζήτηση στα ακίνητά μας και ακρίβυνε πια το χρήμα, βρεθήκαμε με την κρίση εντός των πυλών.  Με το οικονομικό επιτελείο της σημερινής, πια, διακυβέρνησης πρώτα να καθησυχάζει ότι δεν θα μας επηρεάσει η όποια κρίση, και μετά να πανικοβάλλεται και να τρέχει.  Όχι για να τα διορθώσει.  Απλά για να τα δικαιολογήσει.  Με βάση, πάντοτε, το ιδεολογικο-οικονομικό πρότυπο στο οποίο πιστεύει.  Φταίνε οι ξένοι.  Φταίει το σύστημα.  Φταίει ο πλούτος.  Τι θα μπορούσαμε να κάνουμε; Εμείς η μικρή Κύπρος.  Προς τα πού θα μπορούσαμε να κινηθούμε για να αποφύγουμε την κρίση; Μα αυτό μας το καταδεικνύει μια απλή ανάλυση.  Αυτή η οποία παρουσιάζει ότι ακόμη και μέσα στην ύφεση, οι τομείς των χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων στην Κύπρο – ο τομέας δηλαδή που πλήγηκε τόσο πολύ διεθνώς – αλλά και του ευρύτερου τομέα των διεθνών υπηρεσιών, εξακολουθούν να σημειώνουν θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.  Παρά τη γραφειοκρατία μας και την αντι-επενδυτική, πολλές φορές, εικόνα του κράτους.  Παρά τον κρατισμό που αναβλύζουν κυβερνητικές δηλώσεις – νυν και πρώην (για να είμαστε δίκαιοι).  Παρά τις εγκληματικές και άτσαλες απορρίψεις αιτήσεων σοβαρών ξένων επενδυτών για δραστηριοποίηση στο νησί.  Παρά τις εσκεμμένες ή και όχι καθυστερήσεις τέτοιων αιτήσεων και, φυσικά, τη συνεπαγόμενη διαφθορά από τις Αρχές.  Παρά τη γενικότερη αναχρονιστική εποπτεία του χρηματοπιστωτικού μας συστήματος, σε ένα τόσο έντονα ανταγωνιστικό τομέα.  Παρά το ότι για μήνες τώρα δεν βρήκαμε το χρόνο έστω για να ετοιμάσουμε απλά τα έντυπα για να μπορεί κάποιος να εγγράψει επενδυτικά ταμεία στην Κύπρο.  Παρά τις δημόσιες απειλές ότι θα αυξήσουμε τους φόρους που αυτοί οι ξένοι επενδυτές θα πρέπει να μας καταβάλλουν.  Παρόλα αυτά, οι ξένοι ακόμη μας προτιμούν.  Εμείς απλά έπρεπε (και πρέπει) να τους ανοίξουμε την πόρτα.  Και δεν είναι μόνο αυτοί οι τομείς.  Οι τομείς της ναυτιλίας, του ποιοτικού τουρισμού, της υγείας, για να αναφέρω μόνο μερικούς, αποτελούν καλές βάσεις για στρατηγική ανάπτυξη.  Αρκεί να γίνει ο προγραμματισμός και να κινηθούμε μεθοδικά, και με βάση το επικρατούν ευρωπαϊκό μοντέλο της οικονομίας της αγοράς.  Η Κύπρος είχε και έχει σημαντικά φυσικά πλεονεκτήματα, όπως είναι η ευρωπαϊκή μας υπόσταση σε σχέση με το (σταθερό) φορολογικό μας σύστημα, η γεωγραφική μας θέση, το ανθρώπινο δυναμικό μας, ο δυναμικότατος ιδιωτικός μας τομέας και οι αναπτυσσόμενες υποδομές μας.  Άρα, δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία.  Η κυπριακή οικονομία αφέθηκε να εισέλθει σε ύφεση επειδή δεν εφαρμόσαμε την ώρα που έπρεπε μέτρα στρατηγικής ή τα όποια μέτρα για να τη θωρακίσουμε – έστω την υστάτη.  Μπήκαμε σε ύφεση επειδή παραμείναμε (και παραμένουμε ακόμη δυστυχώς) στον αυτόματο πιλότο. Θα αναλάβει κάποιος επιτέλους το τιμόνι; Δρ. Στέλιος Πλατής Οικονομολόγος, Ακαδημαϊκός
NEWSLETTER