Εκχώρηση Εθνικής Κυριαρχίας – Μύθοι και Πραγματικότητες
Μέσα από τις τελευταίες εξελίξεις στη μάχη που δίνει η Ελλάδα για αποφυγή της ανεξέλεγκτης χρεωκοπίας, και με την υποτιθέμενη συμφωνία που επιτεύχθηκε σε ευρωπαϊκό επίπεδο στις 26 Οκτωβρίου, αναδύθηκε ως μείζον πολιτικό ζήτημα το θέμα εκχώρησης εθνικής κυριαρχίας εκ μέρους της Ελλάδας.
Όσοι παραδοσιακά αντιστέκονται στην ιδέα της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, τόσο αυτοί που πρόσκεινται σε αριστερά/κομμουνιστικά κόμματα/πολιτικές ομάδες, αλλά και αυτοί που προτάσσουν εθνικιστικές ευρωφοβικές αντιλήψεις, είναι απόλυτα φυσιολογικό, για εντελώς διαφορετικούς λόγους, να απορρίπτουν κάθε εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Πέραν όμως από τους δηλωμένους και συνειδητοποιημένους ευρωσκεπτικιστές, όσοι δαιμονοποιούν την πιθανότητα εκχώρησης εθνικής κυριαρχίας και μεταφοράς εξουσιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο απλά καταφεύγουν σε ευκαιριακές και λαϊκιστικές προσεγγίσεις που αντίκεινται με το Ευρωπαϊκό όραμα.
Κοιτάζοντας ιστορικά τη δημιουργία και την μετέπειτα εξέλιξη της ΕΕ, θα δούμε ότι κάθε βήμα προς την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση έγινε με την συγκατάθεση των κρατών μελών (ΚΜ). Βασική πρόνοια για την εξέλιξη του ευρωπαϊκού project ήταν, και είναι, η μεταφορά μέρους των εξουσιών και της εθνικής κυριαρχίας των ΚΜ σε υπερεθνικά θεσμικά όργανα (supranational institutions) που δημιουργήθηκαν μέσα από συλλογικές αποφάσεις σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Κλασσικότερο παράδειγμα είναι η Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) και η υιοθέτηση ενιαίου νομίσματος.
Η ΟΝΕ προβλέπει ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα καθορίζει τη νομισματική πολιτική για όλα τα ΚΜ της ευρωζώνης. Μήπως αυτό δεν είναι εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας;
Αποδόθηκε, επίσης, και ο ανάλογος εποπτικός ρόλος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για έλεγχο των δημοσιονομικών πολιτικών των ΚΜ για την τήρηση των ορίων που συμφωνήθηκαν στο Μάαστριχτ. Συγκεκριμένα, και τουλάχιστον στη θεωρία, η δημοσιονομική πολιτική των ΚΜ θα έμπαινε σε αυστηρά πλαίσια (το δημοσιονομικό έλλειμμα δεν θα έπρεπε υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος θα έπρεπε να κινείται κάτω από το 60% του ΑΕΠ) που δεν θα επέτρεπαν σε καμία χώρα να εκμεταλλεύεται τη σταθερότητα ενός ισχυρού ευρωπαϊκού νομίσματος για να ξοδεύει απερίσκεπτα και αλόγιστα, δημιουργώντας ανεξέλεγκτα χρέη.
Αυτός ο έλεγχος στη δημοσιονομική πολιτική δεν είναι ουσιαστικής μορφής εκχώρηση εθνικών κυριαρχιών;
Όλες αυτές οι παραχωρήσεις από τα ΚΜ έγιναν με γνώμονα τα συνολικά οφέλη και πλεονεκτήματα που απορρέουν από την ΟΝΕ. Κάνοντας συγκεκριμένες «θυσίες» τα ΚΜ θα απολάμβαναν και τα ανάλογα οικονομικά οφέλη που σχετίζονται κυρίως με την οικονομική ανάπτυξη που θα έφερνε ένα ενιαίο νόμισμα.
Δυστυχώς, στην πράξη, οι χώρες της ευρωζώνης δεν έλαβαν σοβαρά υπόψη τον εποπτικό ρόλο που προσπαθούσε να ασκήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στους δημοσιονομικούς δείκτες. Ακόμη και η Γερμανία με τη Γαλλία πρώτες παραβίασαν το όριο για το έλλειμμα, ενώ τα περισσότερα από τα ΚΜ ακολούθησαν, με αποτέλεσμα η προσπάθεια επιβολής κάποιας μορφής δημοσιονομικού ελέγχου να καταρρεύσει. Αυτή η χαλαρότητα και η ελαφρότητα από μέρους των ΚΜ απέδειξε ότι οι εξουσίες που δόθηκαν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήταν ελλιπείς και ανεπαρκείς. Ο φόβος των ΚΜ να εξουσιοδοτήσουν κατάλληλα ένα υπερεθνικό θεσμικό όργανο για την εφαρμογή των συμφωνηθέντων του Μάαστριχτ τους στοίχισε ακριβά. Ως αποτέλεσμα, ούτε η Ελλάδα ένιωσε ποτέ την επιτακτική ανάγκη να μειώσει το δυσβάστακτο και συνεχώς αυξανόμενο εθνικό χρέος της, όχι στο 60% του ΑΕΠ που ήταν το συμφωνημένο όριο, αλλά τουλάχιστον σε διψήφιο αριθμό!
Οι αδυναμίες της Ελληνικής οικονομίας ειδικά, αλλά και της ΕΕ γενικά, όπως και η αδυναμία του ευρωπαϊκού συστήματος οικονομικής διακυβέρνησης, ξεγυμνώθηκαν μέσα από την παγκόσμια οικονομική κρίση και τώρα, προ του φάσματος της συνολικής κατάρρευσης του ευρώ, όλοι καλούμαστε να συνεισφέρουμε στην προσπάθεια να ανατραπούν τα δεδομένα.
Ήδη τα ΚΜ, έχοντας πικρή εμπειρία από τα λάθη και τις παραλήψεις του παρελθόντος, συμφώνησαν να παραχωρήσουν ακόμη περισσότερες εξουσίες σε υπερεθνικό επίπεδο, με σκοπό την ενδυνάμωση της ευρωπαϊκής οικονομικής διακυβέρνησης και τον καλύτερο συντονισμό στη διαμόρφωση οικονομικής πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Συγκεκριμένα, αυτό θα επιτευχθεί μέσω της διαδικασίας «Ευρωπαϊκό Εξάμηνο», το Σύμφωνο «Ευρώ+» και το πακέτο των έξι νομοθετικών μέτρων, που συμφωνήθηκαν από όλες τις χώρες.
Πιο ειδικά, η Ελλάδα, το πιο «αμαρτωλό» από τα ΚΜ, καλείται σε περαιτέρω συνεργασία με την ΕΕ σε θέματα οικονομικής πολιτικής, ώστε να βεβαιωθούν και οι δανειστές της αλλά και οι εταίροι της ότι δεν θα παραστρατήσει σε παλιές λαϊκίστικες συνήθειες αχαλίνωτης σπατάλης των δημοσίων πόρων. Κανείς δεν αμφισβητεί το πόσο επίπονα και άδικα εν πολλοίς είναι τα μέτρα που επιβάλλονται, αλλά οι επιπτώσεις σίγουρα θα είναι ακόμη χειρότερες αν στο τέλος η Ελλάδα, και πιθανότατα η ευρωζώνη στο σύνολο της, δεν αποφύγουν την κατάρρευση με όλες τις καταστροφικές συνέπειες που αυτή συνεπάγεται.
Είναι καιρός όλοι μας να καταλάβουμε ότι από τη στιγμή που θέλουμε ένα ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα είναι απαραίτητο να ενδυναμωθεί και η ευρωπαϊκή δημοσιονομική διακυβέρνηση, και αυτό ουσιαστικά σημαίνει εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας. Για την Ελλάδα ο βαθμός δυσκολίας είναι ακόμη μεγαλύτερος αφού έχει να πείσει τους εταίρους της ότι γύρισε για τα καλά σελίδα και οι παλιές συνήθειες έχουν εξαλειφθεί. Αν κάποιοι εναντιώνονται στην ιδέα εκχώρησης εθνικής κυριαρχίας σε ευρωπαϊκούς θεσμούς και δεν κατανοούν ότι πρέπει εκ των έσω να προσπαθήσουν να συνδιαμορφώσουν τις πολιτικές που επηρεάζουν τα ΚΜ (στοχεύοντας αναλόγως είτε προς μία κεϋνσιανή είτε προς μία πιο νέο-φιλελεύθερη κατεύθυνση), τότε τουλάχιστον να μην ασπάζονται την ιδέα της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης και ας προτείνουν εναλλακτικά σενάρια.
Άδωνης Πηγασίου (PhD)
Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου