Επικρίσεις για αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στους ενεργειακούς χειρισμούς που εμποδίζουν διαχρονικά τη μείωση του ενεργειακού κόστους για τους καταναλωτές, αλλά και για την απουσία μακροχρόνου ολοκληρωμένου ενεργειακού σχεδιασμού, εξέφρασε χθες κατά κυβέρνησης και υπουργείου Ενέργειας, ο τέως πρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕΚ), Γιώργος Σιαμμάς.
Ο κ. Σιαμμάς, απευθύνοντας ομιλία με τίτλο «Το ενεργειακό μέλλον της Κύπρου», στο 3ο Φόρουμ Οικονομίας που πραγματοποίησε χθες το ΑΚΕΛ, έκανε λόγο για σημαντικές επιπτώσεις που προκύπτουν λόγω της απουσίας του ολοκληρωμένου ενεργειακού σχεδιασμού.
Οι τρεις βασικές συνέπειες που διαπίστωσε, αφορούν ειδικότερα την επάρκεια παραγωγής, τη δυσκολία επίτευξης στόχων διείσδυσης ΑΠΕ για το 2030, καθώς και τη δυσκολία επίτευξης στόχων μείωσης των εκπομπών ρύπων για το 2030.
Μακριά οι ενεργειακοί στόχοι
Σε ότι αφορά το πρώτο ζήτημα, σημείωσε ότι τα επόμενα χρόνια θα υπάρχει σοβαρό πρόβλημα επάρκειας παραγωγής και ασφαλούς εφοδιασμού της χώρας.
«Βασικός λόγος, η καθυστέρηση στην έλευση φυσικού αερίου, που είναι απαραίτητο για την λειτουργία των νέων μονάδων παραγωγής της ΑΗΚ και της Power Energy Cyprus (PEC)», υπέδειξε.
Τόνισε ότι για το λόγο αυτό συνεχίζεται ακόμα η λειτουργία των παλαιών και ρυπογόνων μονάδων στη Δεκέλεια, η απόσυρση των οποίων λόγω των εκπομπών, όπως ανέφερε, θα επιτείνει ακόμα πιο πολύ το πρόβλημα επάρκειας παραγωγής.
Σε σχέση με τη δυσκολία επίτευξης στόχων διείσδυσης ΑΠΕ, επεσήμανε ότι οι μεγάλες αδυναμίες των Δικτύων Μεταφοράς και Διανομής, καθώς και η μεγάλη καθυστέρηση στην εγκατάσταση συστημάτων αποθήκευσης, δυσκολεύουν την περαιτέρω διείσδυση των Ανανεώσιμων πηγών στο σύστημα και αυξάνουν τις περικοπές την άνοιξη και το φθινόπωρο, ενώ τόνισε ότι υπήρξε μεγάλη και αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην προώθηση της εγκατάστασης συστημάτων αποθήκευσης.
Για τη δυσκολία επίτευξης στόχων μείωσης εκπομπών ρύπων, ο κ. Σιαμμάς υπέδειξε ότι οι δυσκολίες που υπάρχουν, με αποτέλεσμα τις καθυστερήσεις στην ένταξη των ΑΠΕ στο σύστημα μέχρι το 2030, καθώς και οι απαράδεκτες καθυστερήσεις στην έλευση φυσικού αερίου, αυξάνουν σημαντικά την πιθανότητα να μην επιτευχθεί μέχρι το 2030, ο βασικός πυλώνας της ενεργειακής πολιτικής που είναι η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Ο κ. Σιαμμάς, σημείωσε ότι οι ενεργειακοί στόχοι για το 2050 και κυρίως τα βήματα που χρειάζεται να γίνουν για να τους πετύχουμε, εντάσσονται μέσα στο πλαίσιο του ενεργειακού σχεδιασμού που θα έπρεπε να διαθέτει το κράτος, που να καλύπτει όλες τις πτυχές της ενεργειακής στρατηγικής στον ηλεκτρισμό, το φυσικό αέριο, τις μεταφορές και την οικονομία και τα θέματα ανταγωνιστικότητας, περιβάλλοντος, κλιματικής αλλαγής, ανανεώσιμων πηγών και αειφόρου ανάπτυξης, ενεργειακής αποδοτικότητας και ασφαλούς εφοδιασμού της χώρας.
Ο «μεγάλος κερδισμένος» του κόστους ηλεκτρισμού
Σε ότι αφορά το κόστος ενέργειας και ειδικότερα του ηλεκτρισμού, ο κ. Σιαμμάς αναφέρθηκε στις εξελίξεις που οδήγησαν στην αύξησή του κατά την ενεργειακή κρίση το 2021.
«Στην πορεία, οι τιμές του φυσικού αερίου έπεσαν, με αποτέλεσμα στις χώρες της ΕΕ να έχουμε σήμερα τιμές χονδρικής αγοράς των 40 και 50 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ενώ στην Κύπρο που παρέμεινε δέσμια του πετρελαίου, μόνο το κόστος καυσίμου είναι σήμερα της τάξης των 200 ευρώ την μεγαβατώρα, ενώ το 2022 άγγιξε τα 300», επεσήμανε.
«Και ενώ οι καταναλωτές και η οικονομία υποφέρουν από το δυσβάστακτο ενεργειακό κόστος ηλεκτρισμού, υπάρχει και ένας μεγάλος κερδισμένος. Αυτός είναι το κυπριακό κράτος», παρατήρησε, υποδεικνύοντας ότι οι εισπράξεις ΦΠΑ, μόνο λόγω του αυξημένου κόστους καυσίμου, είναι αυξημένες περίπου κατά εκατό εκατομμύρια ευρώ ετησίως, σε σύγκριση με το 2019, πριν από την κρίση.
Εννέα εισηγήσεις για μείωση ενεργειακού κοστους
Ο κ. Σιαμμάς παρέθεσε εννέα συγκεκριμένες εισηγήσεις που προτάθηκαν και στο παρελθόν για μείωση του ενεργειακού κόστους, σημειώνοντας ωστόσο ότι «έγιναν πολύ λίγα».
Αναφερόμενος σε αυτές, επέκρινε την κυβέρνηση μεταξύ άλλων, για αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην εισαγωγή φθηνού φυσικού αερίου, περιορισμό της ΑΗΚ στην ένταξη ΑΠΕ στο μείγμα παραγωγής της και λανθασμένη θέση έναντι της ανάγκης μειοδοτικών διαγωνισμών για αγορά ενέργειας από ΑΠΕ.
Στο πλαίσιο των εισηγήσεων, συμπεριέλαβε τη φορολόγηση των «ουρανοκατέβατων κερδών που έχουν κάποιες εταιρείες με έργα ΑΠΕ».
Πιο αναλυτικά, οι εισηγήσεις που παρατέθηκαν αφορούν:
1) Άμεση εισαγωγή Φυσικού Αερίου για την Ηλεκτροπαραγωγή.
«Δυστυχώς η κυβέρνηση καθυστέρησε αδικαιολόγητα για δέκα σχεδόν χρόνια να εισάγει φθηνό φυσικό αέριο που θα μείωνε και τις εκπομπές ρύπων για τις οποίες καταβάλλουμε σημαντικό κόστος. Η διαδικασία της ΔΕΦΑ για το πλωτό τερματικό αποϋγροποίησης στο Βασιλικό, που υποτίθεται θα ήταν έτοιμο από το 2020, οδηγήθηκε σε παταγώδη αποτυχία και αποτελεί ίσως το μεγαλύτερο σκάνδαλο στα χρονικά της Δημοκρατίας, που ερευνάται από την Ευρωπαϊκή εισαγγελία», σημείωσε ο κ. Σιαμμάς.
Υπέδειξε ότι θα πρέπει το κράτος να επιδιώξει άμεση απόκτηση του πλοίου «Προμηθέας» και να ολοκληρώσει τα χερσαία έργα στο Βασιλικό και σε περίπτωση περαιτέρω καθυστέρησης, να εξεταστούν και εναλλακτικές προτάσεις, με μόνο κριτήριο το κόστος και τον χρόνο έλευσης ΦΑ, τονίζοντας παράλληλα, ότι θα πρέπει να προωθηθεί η έλευση φθηνού φυσικού αερίου από τα κυπριακά κοιτάσματα για την ηλεκτροπαραγωγή.
2) Η δεύτερη εισήγηση αφορά ταχεία ένταξη ανανεώσιμων πηγών στο μείγμα παραγωγής της ΑΗΚ, που αποτελεί τον μόνο τρόπο άμεσης μείωσης της χονδρικής τιμής της ΑΗΚ, εκτός από την χρήση φυσικού αερίου, που θα καθορίζει ουσιαστικά και την τιμή στην επικείμενη λειτουργία της ανταγωνιστικής αγοράς.
«Ο περιορισμός που ουσιαστικά επέβαλε στην ΑΗΚ η ΡΑΕΚ για ένταξη ΑΠΕ στο μείγμα παραγωγής της, με τις ευλογίες και της προηγούμενης Κυβέρνησης, καθώς και η απαγόρευση για σύναψη συμβάσεων με ιδιώτες για αγορά ενέργειας από ΑΠΕ δεν είναι προς το συμφέρον του καταναλωτή και οδήγησε την ΑΗΚ σε μειονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών της», υποστήριξε ο τέως πρόεδρος της ΡΑΕΚ, υποδεικνύοντας πως και η ΑΗΚ επέδειξε ολιγωρία στο θέμα αυτό.
3) Άμεση προκήρυξη μειοδοτικών διαγωνισμών για αγορά ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, χωρίς αποκλεισμούς, με το όφελος που θα προκύπτει να μεταβιβάζεται απευθείας στους καταναλωτές.
Σε ότι αφορά την τρίτη εισήγηση, επεσήμανε ότι όλες οι χώρες της Ευρώπης έχουν κάνει διαγωνισμούς με εξαιρετικά αποτελέσματα.
«Το Υπουργείο Ενέργειας μας ακολούθησε διαχρονικά ξεκάθαρα λανθασμένη θέση στο ζήτημα αυτό, αφού ο μόνος διαγωνισμός που έκανε με εξαίρετα αποτελέσματα ήταν το 2012. Τώρα που έχει ήδη κορεστεί με ΑΠΕ το ηλεκτρικό σύστημα και υπάρχουν αυξημένες περικοπές ΑΠΕ, είναι πιο δύσκολο να γίνουν», σημείωσε.
4) Προκήρυξη μειοδοτικών διαγωνισμών, χωρίς αποκλεισμούς, για έργα ΑΠΕ με αποθήκευση καθώς και για έργα αποθήκευσης ενέργειας, για να καταστεί δυνατή η επίτευξη των στόχων της πράσινης μετάβασης για το 2030, 2040 και 2050.
5) Συζήτηση είτε για επαναφορά της μείωσης του ΦΠΑ στο λογαριασμό ηλεκτρισμού στο 9%, πολιτική που εφάρμοσαν κατά την διάρκεια της κρίσης και άλλες χώρες στην ΕΕ, είτε χρησιμοποίηση των αυξημένων εσόδων ΦΠΑ λόγω του υπέρμετρου κόστους ηλεκτρισμού, για οικονομική ανακούφιση των καταναλωτών.
6) Απευθείας στήριξη των ευάλωτων καταναλωτών από το κράτος, για καταπολέμηση της Ενεργειακής φτώχειας και αφαίρεση της σχετικής φορολογίας από τους υπόλοιπους καταναλωτές, επειδή η κοινωνική πολιτική πρέπει να ασκείται απευθείας από το κράτος, όπως τόνισε.
7) Χρησιμοποίηση του 50% των εσόδων από τις πωλήσεις δικαιωμάτων CO2, για κάλυψη του προϋπολογισμού του Ταμείου ΑΠΕ, το οποίο να μετονομαστεί σε Ταμείο Πράσινης Μετάβασης.
Υποστήριξε τη χρησιμοποίηση του Ταμείου, για στήριξη των έργων αποθήκευσης ενέργειας και αναβάθμισης των δικτύων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρισμού, έργων απόλυτα αναγκαίων για επίτευξή της πράσινης μετάβασης.
8) Σημείωσε επίσης την πρόταση για επέκταση και διεύρυνση του προγράμματος εγκαταστάσεων net–metering για κατοικίες, το οποίο όπως επεσήμανε μετονομάστηκε σε «Φωτοβολταϊκά για όλους», υποστηρίζοντας θα πρέπει να έχει προτεραιότητα έναντι των εμπορικών εγκαταστάσεων όταν υπάρχει περιορισμός λόγω αδυναμίας του δικτύου να υποδεχτεί ΑΠΕ. Ανέφερε επίσης την εισήγηση για τοποθέτηση φωτοβολταϊκών συστημάτων σε όλα τα δημόσια κτήρια και σχολεία.
Υποστήριξε ακόμα, πως η εγκατάσταση οικιακών ΦΒ με την μέθοδο net – metering, δεν χρειάζεται επιδότηση, αλλά μόνο εξασφάλιση της χρηματοδότησης και σταδιακή αποπληρωμή της, σημειώνοντας ότι επιδότηση θα πρέπει να δίνεται σε οικιακά συστήματα ΦΒ με αποθήκευση.
9) Ταυτόχρονα αναφέρθηκε στην εισήγηση για «άμεση υιοθέτηση της πολιτικής που εφάρμοσαν πολλά άλλα κράτη μέλη της ΕΕ για φορολόγηση των ουρανοκατέβατων κερδών που έχουν κάποιες εταιρείες με έργα ΑΠΕ, λόγω της ενεργειακής κρίσης και των ψηλών τιμών των ορυκτών καυσίμων».
Μικρές προσδοκίες από ανταγωνιστική αγορά
Ο κ. Σιαμμάς τόνισε ότι η αυστηρή παρακολούθηση της λειτουργίας της αγοράς όταν ξεκινήσει τους επόμενους μήνες και η παρέμβαση της ΡΑΕΚ ή και του κράτους, όπου κρίνεται αναγκαίο προς όφελος των καταναλωτών, είναι απόλυτα αναγκαία.
Αναφέρθηκε στην προσδοκία του υπουργείου Ενέργειας για μείωση των τιμών μετά τη λειτουργία της ανταγωνιστικής αγοράς, υποδεικνύοντας ωστόσο, ότι αυτό δεν συμβαίνει πάντα.
Ασφαλιστικές δικλείδες για την ηλεκτρική διασύνδεση
Σε ότι αφορά το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου – Κρήτης (Great Sea Interconnector), ο κ. Σιαμμάς το χαρακτήρισε στρατηγικά σημαντικό, γιατί θα τερματίσει την ενεργειακή απομόνωση της Κύπρου.
Τόνισε εντούτοις, πως θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι δεν θα υπάρξει αύξηση του κόστους για τους καταναλωτές, αλλά αντίθετα, να υπάρξει όφελος.
Χαρακτήρισε σημαντικό να διασφαλιστεί ο ασφαλής εφοδιασμός του κράτους σε περίπτωση βλάβης του καλωδίου, με την ύπαρξη στο νησί εγκατεστημένης παραγωγικής ισχύος που να καλύπτει την μέγιστη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας.
Υπέδειξε ακόμα, ότι θα πρέπει να μπει ένας περιορισμός στο ποσοστό κάλυψης της κατανάλωσης ενέργειας από το καλώδιο, για να αποφευχθεί η δημιουργία ενός μονοπωλίου εισαγωγής ενέργειας.
Ανάγκη αναθεώρησης μοντέλου αγοράς ηλεκτρισμού
Ο κ. Σιαμμάς χαρακτήρισε φανερή την ανάγκη αναθεώρησης του μοντέλου της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας μετά το 2030, υποδεικνύοντας ότι ως κράτος μέλος της ΕΕ θα πρέπει να εξετάσουμε σε βάθος το θέμα των αλλαγών που απαιτούνται στη λειτουργία των αγορών ενέργειας.
Εξέφρασε την εκτίμηση ότι παρά την κυριαρχία των ΑΠΕ, θα παραμένει η ανάγκη για συμβατικές μονάδες παραγωγής που θα εξασφαλίζουν τη σταθερότητα και την ασφαλή τροφοδοσία του συστήματος, σημειώνοντας πως μέχρι το 2050 οι συμβατικές μονάδες, ανάλογα με την πρόοδο της τεχνολογίας, ίσως εργάζονται με υδρογόνο που δεν θα παράγει κανένα ρύπο.
Ταυτόχρονα, χαρακτήρισε βέβαιο πως «η μεγάλη Ενεργειακή κρίση του 2021-2022, που για την Κύπρο συνεχίζεται, θα επιφέρει σημαντικές αλλαγές στον τρόπο διαχείρισης των θεμάτων ενέργειας από την ΕΕ, που θα επηρεάσουν όλα τα κράτη μέλη», με πιο σημαντική την ανάγκη αλλαγής του μοντέλου αγοράς, για την οποία εξέφρασε την εκτίμηση ότι θα υπάρξουν αντιδράσεις.
«Το μείζον είναι να υπάρξουν αλλαγές που θα μειώνουν το κόστος για την οικονομία και τους καταναλωτές, αλλά και θα οδηγούν στην επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων, με έμφαση στη δραστική μείωση των εκπομπών θερμοκηπιακών αερίων», τόνισε.
Υπογράμμισε ωστόσο, πως για να επιτευχθούν αυτά, θα πρέπει το κράτος να ετοιμάσει ένα ολοκληρωμένο μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό, που θα αναθεωρείται σε τακτική βάση και θα καλύπτει όλα τα ζητήματα και ιδιαίτερα την μακροχρόνια στρατηγική για τον τομέα του ηλεκτρισμού.
Ταυτόχρονα, εξέφρασε την ελπίδα, όπως στον μακροχρόνιο σχεδιασμό του Κράτους, πέραν των καθαρά ενεργειακών ζητημάτων, συμπεριληφθεί η φύτευση δέντρων στις γυμνές εκτάσεις, τους αστικούς και υπεραστικούς δρόμους, τα σχολεία και τα δημόσια κτήρια, κάτι που χαρακτήρισε ως τον πιο σημαντικό πυλώνα για ένα αειφόρο και βιώσιμο μέλλον.