Έντονη ανησυχία και σοβαρό προβληματισμό αναφορικά με τα όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας σχετικά με το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης της Κύπρου, EuroAsia Interconnector, εκφράζουν οι συνδικαλιστικές oργανώσεις που δραστηριοποιούνται στην ΑΗΚ.
Σε κοινή ανακοίνωση οι συντεχνίες ΕΠΟΠΑΗ, ΣΗΔΗΚΕΚ, ΣΕΠΑΗΚ και ΣΥΒΑΗΚ καταθέτουν τέσσερα κρίσιμα ερωτήματα αναφορικά με το μεγαλεπήβολο έργο και τονίζουν ότι είναι άξιο απορίας, πως το εδώ και πολλά χρόνια πολυδιαφημιζόμενο έργο, ενός ιδιωτικού φορέα, δυσανάλογο του ηλεκτρικού συστήματος της Κύπρου και κόστους αρκετών δισεκατομμυρίων, αφού πρώτα κάποιοι μερίμνησαν να χαρακτηριστεί ως έργο υψίστης εθνικής σημασίας, τώρα επιδιώκεται να το επιφορτιστεί το κράτος.
Προστίθεται ότι οι σχεδιασμοί για διασύνδεση με άλλα κράτη, πρέπει πρωτίστως να εξυπηρετούν το ίδιο το κράτος και τους καταναλωτές του και όχι να γίνονται ερήμην αυτών, ενώ σημειώνουν ότι λόγω της γεωγραφικής απόστασης που έχουμε από την Ευρώπη, το κόστος διασύνδεσης είναι τεράστιο, με αμφίβολη τη δυνατότητα απόσβεσής του χωρίς σοβαρό όφελος για την οικονομία του τόπου.
Παράλληλα εκτιμούν ότι το κράτος θα μπορούσε να επενδύσει σε εναλλακτικές τεχνολογίες, με πολύ χαμηλότερο κόστος, που να καταστήσει το νησί πραγματικά πράσινο, με ασφάλεια εφοδιασμού, επάρκεια και σταθερότητα.
«Δεν είναι καθόλου τυχαίο, που η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων αντιπροτείνει την αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας και ως εκ τούτου κατέληξε στη μη δανειοδότηση του έργου της διασύνδεσης» αναφέρουν και προσθέτουν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση με τεράστια εμπειρία στο αντικείμενο των διασυνδέσεων, προκρίνει και συστήνει τον περιορισμό στην ανταλλαγή ενέργειας μέσω αυτών, στο 10% των συνολικών αναγκών σε ηλεκτρική ενέργεια της χώρας, ενώ ταυτόχρονα, εναποθέτει την ευθύνη στο κάθε κράτος ξεχωριστά, για την επάρκεια και ασφάλεια εφοδιασμού του.
Ως εκ τούτου, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις της ΑΗΚ στην ανακοίνωση τους εκφράζουν την απορία στο κατά πόσο το ίδιο το κράτος έχει προβεί σε τεχνοοικονομική μελέτη κόστους / οφέλους για το ηλεκτρικό σύστημα της Κύπρου, που να καταδεικνύει το βέλτιστο στρατηγικό σχεδιασμό για την ενέργεια, προτού προωθήσει τη γραμμή διασύνδεσης έναντι άλλων τεχνολογιών π.χ. ανανεώσιμες πηγές ενέργειας συνεπικουρούμενες με αποθήκευση.
«Εύλογη είναι η απορία ότι, ενώ ο σχεδιασμός (2012) ενέπλεκε τη συνεργασία τριών κρατών γιατί το ένα σήμερα δεν εμφανίζεται (όταν στα τότε δημοσιεύματα θα αναλάμβανε και το κόστος του έργου) και παρουσιάζονται μόνο δυο κράτη με δυσανάλογο μάλιστα εις βάρος της Κύπρου καταμερισμό του κόστους με 63%», όπως προστίθεται επίσης.
Ζητούν απαντήσεις
Με βάση τα πιο πάνω, αναφέρουν ότι εγείρονται τα ακόλουθα ερωτήματα:
- Ποιο προβλέπεται να είναι το τελικό κόστος της διασύνδεσης κατά τον χρόνο ολοκλήρωσης και ποιές επιπτώσεις θα έχει τυχόν απόφαση της κυβέρνησης για εμπλοκή του κράτους στο έργο αυτό στα οικονομικά του και κατ’ επέκταση στον Κύπριο φορολογούμενο;
- Είναι τελικά το όλο εγχείρημα / έργο τεχνοοικονομικά βιώσιμο και το Κράτος έχει το εχέγγυο ότι η πραγματοποίηση του θα αποβεί προς όφελος του Κύπριου Πολίτη και της Κυπριακής Δημοκρατίας; - Κρίσιμος παράγοντας στην βιωσιμότητα του έργου είναι ο τρόπος χρήσης του καλωδίου και οι ποσότητες που θα εισάγουμε ή θα εξάγουμε. Πώς έχει κριθεί ως ώριμο έργο αφού ακόμη δεν έχουν προσδιοριστεί οι ποσότητες από και προς την Κύπρο μέσα από την γραμμή διασύνδεσης ;
- Πώς και με ποιό τρόπο θα παράγεται επιπρόσθετη ενέργεια στην Κύπρο για εξαγωγή, ώστε να αποπληρώνεται το κόστος της γραμμής διασύνδεσης; Μήπως τελικά, θα επιβληθεί ειδικό τέλος στους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας εξαιτίας πιθανόν εγγυήσεων του Κράτους;
Ευθύνες σε ΡΑΕΚ
Σημειώνουν ότι θα αναμένουν από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και ιδιαίτερα από τον πρόεδρο της ΡΑΕΚ, που έκρινε ως ώριμο, ένα έργο στο οποίο δεν περιλαμβάνεται σ’ αυτό το στάδιο η διασύνδεση με το τρίτο κράτος και του οποίου έργου το κόστος πρόσφατα εκτοξεύθηκε κατά μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια, να απαντήσει σε όλα τα πιο πάνω ερωτήματα, με επιστημονικά τεκμηριωμένους τεχνοοικονομικούς όρους και όχι θεωρητικά και αόριστα, όπως έπραξε πρόσφατα σε σχετική αρθρογραφία του.
Εισηγούνται τέλος όπως εξεταστεί, εάν ισχύουν οι προϋποθέσεις που είχαν τεθεί κατά τη συμφωνία καταμερισμού κόστους, η οποία δέσμευε και την Κυπριακή Δημοκρατία.
«Το θέμα, καθώς και άλλα σοβαρά θέματα του τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, τα οποία θα μας απασχολήσουν στο άμεσο μέλλον, είναι υψίστης σοβαρότητας και καθοριστικής σημασίας για το μέλλον αυτού του τόπου, οι δε επιπτώσεις τους θα είναι άμεσες για την οικονομία μας», καταλήγει η ανακοίνωση.