Γιάννης Τελώνης: «Το όραμά μας πρέπει να είναι η ΟΝΕ»
Του Στέλιου Ορφανίδη
Σημαντική προϋπόθεση για την ένταξη της Κύπρου στον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών 2, θεωρεί ο Γιάννης Τελώνης, επικεφαλής της ομάδας Στρατηγικού Σχεδιασμού της Ελληνικής Τράπεζας, τη μείωση του κρατικού μισθολογίου, την αποσύνδεση των αυξήσεων στο δημόσιο από τις συμβάσεις στους Ημικρατικούς Οργανισμούς και την αύξηση του ορίου συνταξιοδοτήσεως. Αυτά, είπε, θα επιτρέψουν τον περιορισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος. Ο στόχος αυτός, επισήμανε, θα επιτευχθεί και με τη λήψη συμπληρωματικών μέτρων για τον περιορισμό της αύξησης των κρατικών δαπανών και η εκπλήρωσή του θα οδηγήσει σε σύγκλιση των επιτοκίων με αυτά του ευρώ, εντάσσοντας το κυπριακό τραπεζικό σύστημα στο ευρωπαϊκό διατραπεζικό σύστημα. Εντούτοις, η εκπλήρωση του στόχου αυτού σημαίνει ότι η κυπριακή κυβέρνηση «θα πρέπει να ζει μέσα στους πόρους της», κι αυτό θα της διδάξει η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σε ό,τι αφορά τον έλεγχο των επισφαλειών, ο Γιάννης Τελώνης επισήμανε ότι οι κανόνες που διέπουν τον προσδιορισμό τους και την εκποίηση των εξασφαλίσεων είναι άνισοι. Εντούτοις, υπογράμμισε την ανάγκη, για αλλαγή της κυπριακής κουλτούρας στο ζήτημα της καταβολής των δόσεων για εξόφληση δανείων, επισημαίνοντας πως ενώ οι τράπεζες «παίζουν» με τους ευρωπαϊκούς «κανόνες του παιγνιδιού» που προσδιορίζουν τις επισφάλειες, οι κανόνες για την εκποίηση των εμπράγματων εξασφαλίσεων παραμένουν, διατηρώντας τις σχετικές διαδικασίες χρονοβόρες. Στις δηλώσεις αυτές, προέβη το στέλεχος της Ελληνικής Τράπεζας σε αποκλειστική συνέντευξή του στη StockWatch, το πλήρες κείμενο της οποίας δημοσιεύεται σήμερα.
Ερ.: Κύριε Τελώνη, είναι εφικτή η ένταξη της λίρας στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών;
Απ.: Φαίνεται πως ο τέως Υπουργός Οικονομικών Μάρκος Κυπριανού άφησε κατά την αποχώρησή του ένα πλάνο για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Το πλάνο είναι πολύ σημαντικό γιατί, παρόλο που αυστηρά ομιλούντες, δεν προβλέπεται ως ρητή προϋπόθεση για ένταξη στο Μηχανισμό Συναλλαγματικής Ισοτιμίας, εντούτοις, για την περαιτέρω ένταξή μας στην ΟΝΕ θα πρέπει το έλλειμμα να μειωθεί δραστικά. Το πρόγραμμα μείωσης του ελλείμματος και η πρόοδος της Κύπρου σ’ αυτή την κατεύθυνση θα είναι ένα από τα κύρια θέματα υπό εξέταση. Και αυτό γιατί η Κύπρος έχει ήδη καταθέσει δύο προγράμματα σύγκλισης, οι προβλέψεις των οποίων δεν πραγματοποιήθηκαν. Είναι λοιπόν σημαντικό να ανακτήσουμε την αξιοπιστία μας στην ΕΕ. Ότι δηλαδή, εκείνα που λέμε μπορούμε να τα εφαρμόσουμε, και να φανεί ότι το κρατικό έλλειμμα βαίνει προς μείωση και εξάλειψη. Μη ξεχνάτε ότι ως Κύπρος θα περάσουμε μέσα από τρία «κόσκινα», της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του Συμβουλίου Υπουργών Οικονομικών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οπότε τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά. Δεν είναι ένα εύκολο εγχείρημα και δεν πρέπει να υποτιμούμε τις δυσκολίες.
Κυριότερη προϋπόθεση για την εκπλήρωση του στόχου αυτού είναι ο περιορισμός των κρατικών δαπανών. Εκεί πρέπει να μπει μια τάξη. Και σε συνάρτηση με αυτό, η μείωση του δημοσίου χρέους. Ήδη, έχουν δει το φως της δημοσιότητας ορισμένα μέτρα τα οποία προτίθεται να λάβει η Κυβέρνηση, όπως τον περιορισμό των κρατικών καταναλωτικών δαπανών, το πάγωμα στις προσλήψεις, τον περιορισμό των αναπτυξιακών δαπανών στο ελάχιστο κ.ά. Φοβούμαι όμως πως τα μέτρα αυτά είναι συμπληρωματικής φύσης, αφού, δεν αγγίζουν τα δομικά προβλήματα του προϋπολογισμού. Θα πρέπει να δούμε κινήσεις πάνω στο κρατικό μισθολόγιο. Η κίνηση για αποσύνδεση των μισθολογικών αυξήσεων των δημοσίων υπαλλήλων από τις αυξήσεις των υπαλλήλων στους ημικρατικούς οργανισμούς, είναι μια σωστή πρώτη κίνηση. Θα πρέπει η Κυβέρνηση να επιμένει στην αύξηση του ορίου αφυπηρέτησης και, βεβαίως, δεν πρέπει να παραλείψουμε την αναπροσαρμογή των κλιμάκων, το πιο ουσιώδες ίσως ζητούμενο. Πιστεύω πως το εφικτό για την κυβέρνηση είναι η μείωση των κλιμάκων εισδοχής, αλλά θα δυσκολευθεί πολύ στο να διαφοροποιήσει κεκτημένα δικαιώματα των εργαζομένων που άλλωστε ίσως και να μην είναι κάτι το επιθυμητό. Όμως, η Κυβέρνηση πρέπει να μάθει να ζει μέσα από τους πόρους της. Αν δεν το μάθει η ίδια, θα της το διδάξει η ΕΕ.
Η ένταξη στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση θα πρέπει να καταστεί το οικονομικό όραμα της κυβέρνησης για τα επόμενα 5 χρόνια.
Ερ.: Πώς θα επηρεάζει η ένταξη στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών τις τράπεζες και την πελατεία τους;
Απ.: Κατ’ αρχήν, η ένταξη στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών περιλαμβάνει και μια πορεία για τη σύγκλιση των επιτοκίων μας με τα ευρωπαϊκά. Έτσι, με την επιτυχή ένταξη στην ΟΝΕ, ο πελάτης μας θα ανήκει σε μια μεγάλη ομάδα άλλων 450 εκατομμυρίων ευρωπαίων πολιτών, για τους οποίους θα ισχύουν τα ίδια επιτόκια. Οι Κύπριοι θα μπορούν με τον τρόπο αυτό να προστατευθούν από μη ευνοϊκές διεθνείς συγκυρίες που ενδεχομένως προκύψουν στο μέλλον.
Όμως και η συμμετοχή στην Ευρωζώνη θα έχει ενδεχομένως και αυτή τα προβλήματά της, και εξηγώ: Μπορεί σε μια χρονική περίοδο μετά την ένταξη μας στην ΟΝΕ τα ευρωεπιτόκια να μην αντανακλούν το στάδιο του οικονομικού κύκλου που θα βρίσκεται η οικονομία μας, με πιθανότητα να υπάρχει δυσαρμονία μεταξύ της πανευρωπαϊκής νομισματικής πολιτικής και του τι θα χρειάζεται η οικονομία μας στη συγκεκριμένη περίοδο, όπως έγινε πρόσφατα στη Γερμανία. Επιπλέον, το μικρό μέγεθος της κυπριακής οικονομίας δε θα μπορεί να επηρεάζει το ύψος των ευρωεπιτοκίων.
Κάτι άλλο που θα αλλάξει ακόμα με τη μελλοντική υιοθέτηση του ευρώ, τόσο για τις τράπεζες όσο και τους πελάτες τους, είναι η διεύρυνση της καταθετικής βάσης από τα στενά γεωγραφικά όρια της κυπριακής λίρας, σε όλη την Ευρωζώνη. Έτσι, το πρόβλημα που παρατηρείται σε περιόδους που η Κυβέρνηση απορροφά μεγάλα ποσά από την αγορά για να καλύπτει τα ελλείμματά της, με αποτέλεσμα να υπάρχει πίεση στα επιτόκια, δε θα υφίσταται αφού οι Κυπριακές Τράπεζες θα έχουν στη διάθεσή τους τη διατραπεζική αγορά της Ευρώπης.
Βέβαια, μέχρι να συμβεί αυτό, θα απαιτηθούν χρόνια, αλλά μην ξεχνάτε πως ακόμα και ο στόχος της ένταξης στην ΕΕ είχε θεωρηθεί κάποτε ανέφικτος. Η ένταξη στην ΟΝΕ απαιτεί όραμα, προγραμματισμό, νοικοκύρεμα και σκληρή δουλειά, όπως έγινε δηλαδή με την ένταξη στην ΕΕ...
Ερ.: ...Σκληρή δουλειά αλλά και καρκινοβάτημα...
Απ.: Για να είμαστε δίκαιοι, τα δημοσιονομικά μας μεγέθη δεν είναι πολύ χειρότερα από αυτά της Ιταλίας για παράδειγμα ή ορισμένων άλλων προηγμένων χωρών. Απλώς, επειδή η Κύπρος είναι μικρή και δε βρίσκεται στο ίδιο στάδιο ανάπτυξης όπως οι χώρες αυτές, έχει πολλή δουλειά να κάνει για να καλύψει τη διαφορά που τη χωρίζει από το μέσο όρο των Ευρωπαϊκών Κρατών (και εννοώ το μέσο όρο της Ευρώπης των 15). Ο Κύπριος μπορεί να εργαστεί για την ολοκλήρωση ενός οράματος, φθάνει να του το δώσει η Κυβέρνηση. Πρέπει όμως, να περιμένουμε το διορισμό του νέου Υπουργού Οικονομικών, στον οποίο θα πρέπει να δοθεί μια περίοδος χάριτος, για να παρουσιάσει τη δική του πολιτική που να αναπτύσσει πώς θα υλοποιηθεί το οικονομικό όραμα της Κυβέρνησης.
Στεγαστικά δάνεια: Ανάσα για την αγορά
Ερ.: Θα επηρεάσουν τα ακριβότερα στεγαστικά δάνεια την περαιτέρω ανάπτυξη της οικονομίας που βασιζόταν τελευταία στις κατασκευές;
Απ.: Τα στοιχεία δείχνουν μια κάμψη στην παραχώρηση στεγαστικών δανείων που μπορώ να χαρακτηρίσω δικαιολογημένη, μιας και προηγουμένως υπήρχε πολύ μεγάλη ζήτηση. Σε κάποιο βαθμό ήταν φυσιολογική η κάμψη αυτή και θα δώσει στην αγορά την ευκαιρία να ανασάνει και να βρει τα φυσιολογικά της επίπεδα. Πάντως, πρέπει να πω πως τα επιτόκια εξακολουθούν να βρίσκονται χαμηλά σε σχέση με παλαιότερα. Θυμάστε πως κάποτε είχαμε σταθερά επιτόκια της τάξεως του 9%, ενώ τώρα βρίσκονται στο ήμισύ τους. Αυτό, να ξεκαθαρίσω, δε σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι τα επιτόκια θα αυξηθούν κι άλλο. Όμως πρέπει να παρατηρήσω ότι η οικοδομική βιομηχανία είναι πολύ ευαίσθητη σε ό,τι αφορά το ύψος των επιτοκίων. Αλλά ας μη σταθούμε μόνο στις κατασκευές.
Από την αύξηση των επιτοκίων θα επηρεαστούν και άλλοι παράμετροι και τομείς, καθώς αυξάνεται το κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων. Δυστυχώς, η Κεντρική Τράπεζα είχε να επιλέξει μεταξύ της όποιας επιβράδυνσης του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας που θα προκαλέσει αυτή η αύξηση και της προστασίας της ισοτιμίας της κυπριακής λίρας. Τα θεμελιώδη μεγέθη της κυπριακής οικονομίας δεν δικαιολογούν οποιαδήποτε υποτίμηση της κυπριακής λίρας. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι η κυπριακή οικονομία είναι εισαγωγική, θεωρητικά, μια υποτίμηση θα δημιουργούσε πληθωριστικές πιέσεις που σύντομα θα εξουδετέρωναν όλα τα οφέλη που θα έφερνε και συν τοις άλλοις, θα είχαμε και διόγκωση του μέρους του δημοσίου χρέους που είναι σε ξένο συνάλλαγμα συν αυξημένο εγχώριο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους. Μια υποτίμηση θα είχε ενδεχομένως και ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Κύπρου από ξένους οργανισμούς, με αποτέλεσμα να αυξηθεί περαιτέρω το κόστος δανεισμού. Η απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας δεν ήταν εύκολη και έγινε, πιστεύω, με πολλή περίσκεψη, έχοντας να επιλέξει μεταξύ δύο δύσκολων επιλογών. Στην πορεία θα φανεί το κατά πόσο η απόφαση αυτή ήταν δικαιολογημένη.
Αυτή τη στιγμή, το ζητούμενο είναι η ενίσχυση της εμπιστοσύνης στην αγορά για την αξία της κυπριακής λίρας, διότι δεν μπορείς να υπερασπιστείς μια ισοτιμία για την οποία η αγορά δεν πιστεύει πως είναι η ορθή. Μέχρι στιγμής, το αποτέλεσμα δείχνει πως οι στόχοι της απόφασης αυτής έχουν επιτευχθεί, αλλά θα πρέπει να περιμένουμε ακόμα δύο ή τρεις και ενδεχομένως τέσσερις μήνες για μια πιο ξεκάθαρη εικόνα.
Ερ.: Είναι ικανή, από μόνη της η αύξηση των επιτοκίων να στηρίξει την ισοτιμία στο διάστημα αυτό;
Απ.: Αυτό θα φανεί από μόνο του. Αν τα θεμελιώδη μεγέθη της οικονομίας στηρίζουν την ισοτιμία αυτή, δεν θα χρειάζεται να την υπερασπιστεί η Κεντρική Τράπεζα. Αν όμως τα θεμελιώδη καταδεικνύουν ότι το εγχείρημα αυτό είναι ανεδαφικό (που πιστεύω πως δεν είναι), τότε όση στήριξη και να παράσχει στη λίρα η Κεντρική Τράπεζα, δεν θα επιτύχει. Επειδή όμως, η ισοτιμία αυτή αντανακλά τα θεμελιώδη της οικονομίας με τα σημερινά δεδομένα, η Κεντρική Τράπεζα θεώρησε σκόπιμο να αποστείλει το μήνυμα σε όσους είχαν αμφιβολίες, ότι «εδώ μιλούν τα θεμελιώδη».
Επενδυτικό κλίμα: Απαιτείται περίοδος ηρεμίας
Ερ.: Στην κατεύθυνση αυτή θα συνέβαλλε και η δημιουργία ενός επενδυτικού κλίματος. Πώς θα μπορούσε να δημιουργηθεί και από ποιους;
Απ.: Όπως είπα προηγουμένως, απαιτείται η δημιουργία εμπιστοσύνης στην οικονομία. Το πρόβλημα είναι ότι η οικονομία διήλθε από ένα πολύ δύσκολο στάδιο που χαρακτηριζόταν από αβεβαιότητα και ρευστότητα, λόγω των πολιτικών εξελίξεων. Χρειάζεται μια περίοδος ηρεμίας για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη. Αλλά πιστεύω πως μέχρι το τέλος του χρόνου το σκηνικό θα εξακολουθεί να παραμένει ρευστό λόγω της αναμονής για ενδεχόμενες περαιτέρω πολιτικές εξελίξεις. Το γεγονός αυτό δε συμβάλλει στην ενδυνάμωση της εμπιστοσύνης. Η χρονιά αυτή θα είναι δύσκολη, όχι μόνο λόγω της αβεβαιότητας σε σχέση με το εθνικό πρόβλημα, αλλά και λόγω της ένταξης και της προσαρμογής που απαιτεί, των φορολογικών μέτρων που επιβλήθηκαν στα πλαίσια της εναρμόνισης κλπ. Όμως μην ξεχνάτε ότι στο παρελθόν περάσαμε και χειρότερα...
Επισφάλειες: Άνισοι οι κανόνες του παιγνιδιού
Ερ.: Αναμένετε ότι η δύσκολη αυτή χρονιά θα μεταφραστεί και σε αύξηση των επισφαλειών;
Απ.: Θα πρέπει να δούμε πώς ακριβώς θα εξελιχθεί. Υπενθυμίζω ότι ο τουρισμός παραμένει η κινητήριος δύναμη της οικονομίας. Όση συμβολή και να είχε τελευταία η κατασκευαστική βιομηχανία, η ατμομηχανή της οικονομίας συνεχίζει να είναι ο τουρισμός. Ας δούμε λοιπόν, πρώτα πώς θα πάει φέτος η οικονομία από πλευράς τουρισμού.
Ερ.: Η Ελληνική φαίνεται πως έχει κάποιο πρόβλημα με τον έλεγχο των επισφαλειών. Πού οφείλεται και ποια δάνεια αφορά;
Απ.: Θα έθετα το θέμα πιο γενικά, επισημαίνοντας ότι όλες οι Κυπριακές Τράπεζες περνούν αφενός μια περίοδο προσαρμογής σε νέα δεδομένα και κανονισμούς και αφετέρου αντικατοπτρίζουν τα προβλήματα της Κυπριακής Οικονομίας. Όπως γνωρίζετε, η Κεντρική Τράπεζα έχει αρχίσει να εφαρμόζει τους νέους κανονισμούς της Βασιλείας, σε ό,τι αφορά την κεφαλαιουχική επάρκεια, αναστολή τόκων κλπ, και εμείς προσαρμοζόμαστε σε ένα πολύ πιο αυστηρό πλαίσιο κανονισμών. Η κυπριακή οικονομία, ειδικά μετά την εισβολή του 1974, εργαζόταν με ένα σύστημα παροχής δανείων με εμπράγματη εξασφάλιση, στο οποίο είναι συνηθισμένος ο κύπριος πολίτης. Τώρα όμως, αυτό δεν αρκεί, γιατί έχει εισαχθεί το στοιχείο της κανονικής τήρησης των πληρωμών ενός δανείου. Μέχρι τώρα, λόγω της εμπράγματης εξασφάλισης των δανείων, η αυστηρή καταβολή των δόσεων για ένα δάνειο ερχόταν για τον κύπριο πολίτη σε δεύτερη μοίρα και δεν θεωρούταν ουσιαστικό στοιχείο της φερεγγυότητάς του. Τώρα όμως, απαιτείται αλλαγή της κουλτούρας του δανειζόμενου.
Ταυτόχρονα, το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την εκποίηση περιουσιακών στοιχείων που περιέρχονται στην κατοχή της τράπεζας μετά από ένα δάνειο που δεν εξοφλεί ο πελάτης, ενώ στην Ευρώπη ανέρχεται σε μερικές εβδομάδες, εδώ στην Κύπρο η περίοδος αυτή μπορεί να διαρκέσει μέχρι και δέκα χρόνια. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, να εμφανίζονται στα βιβλία μας πολύ περισσότερα δάνεια, ως επισφαλές, τα οποία μπορούμε να εκποιήσουμε για να διεκδικήσουμε το λαβείν μας, αλλά λόγω του ότι η διαδικασία αυτή είναι χρονοβόρα, να επηρεάζονται αρνητικά τα μεγέθη μας σε βάθος χρόνου.
Με άλλα λόγια παίζουμε με διαφορετικούς κανόνες του παιγνιδιού σε ό,τι αφορά τις δανειοδοτήσεις και διαφορετικούς κανόνες σε ό,τι αφορά την είσπραξη των επισφαλών δανείων. Αυτό επηρεάζει όλες τις τράπεζες του τόπου. Πιστεύω όμως, πως είναι θέμα χρόνου να αλλάξει η νοοτροπία των Κυπρίων και να αντιληφθεί πλέον ο μέσος Κύπριος πως είναι πολύ ουσιαστικό το να τηρεί τις προθεσμίες για τις δόσεις του και πως όταν δεν είναι σε θέση να το πράξει, να έρχεται σε επαφή με την τράπεζα, χωρίς να καθυστερήσει πρώτα μερικούς μήνες... Εμείς θα παίξουμε με τους νέους κανόνες του παιγνιδιού, αλλά θα χρειαστούμε κάποιο χρόνο να προσαρμοστούμε.
Οι κυπριακές τράπεζες έχουν γερές κεφαλαιακές βάσεις όπως και σχέδια επέκτασης στο εξωτερικό. Τα προβλήματα που έχουμε ως τράπεζες στην Κύπρο, είναι προβλήματα προσαρμογής σε νέο περιβάλλον και τα γνωστά προβλήματα της κυπριακής οικονομίας που πιστεύω ξέρουμε με ποιο τρόπο θα λυθούν.
Συνεργασίες και στόχοι για επέκταση
Ερ.: Έχετε σχέδια για συνεργασίες με άλλες τράπεζες, ειδικά στο εξωτερικό;
Απ.: Εμείς μιλάμε για αυτόνομη ανάπτυξη. Είμαστε πάντοτε ανοικτοί για συνεργασίες, αλλά αυτή τη στιγμή δεν έχουμε τίποτα σχετικό υπ’ όψιν μας. Ήδη προγραμματίζουμε μέχρι τον Ιούνιο να έχουμε στην Ελλάδα 25 καταστήματα και μέχρι το 2007 άλλα 40 ή 50, και με τον τρόπο αυτό, αποκτά η Ελληνική Τράπεζα στην Ελλάδα την κρίσιμη μάζα την οποία χρειάζεται. Το 2007 είναι μια συντηρητική εκτίμηση, μιας και λαμβάνουμε υπ’ όψιν μας διάφορες δυσκολίες που τυχόν εμφανιστούν. Όμως, αυτή τη στιγμή οι προσπάθειες για ανάπτυξη της τράπεζας, επικεντρώνονται στην Ελλάδα, όπου σας θυμίζω πριν τέσσερα χρόνια δεν είχαμε ούτ’ ένα κατάστημα!
Ερ.: Πώς αναμένετε να πετύχετε ως μικρή τράπεζα, όταν ακόμα και μεγάλες τράπεζες στο εξωτερικό προσπαθούν να συγχωνευθούν με άλλες;
Απ.: Εμείς δεν πάμε για τα μεγάλα μερίδια στην αγορά αλλά για τα λεγόμενα niche-markets, που προσφέρουν πολύ καλή επικερδοτητα, που μας επιτρέπουν μια ανάπτυξη στα μέτρα των δυνατοτήτων μας. Η εξασφάλιση μεριδίου 2% ως και 3%, αφενός, δεν προκαλεί τους μεγάλους παίκτες της αγοράς, και αφετέρου, μεταφράζεται σε κύκλο εργασιών που αντιστοιχεί στον υφιστάμενο κύκλο εργασιών μας στην Κύπρο, άρα ουσιαστικό διπλασιασμό της Ελληνικής Τράπεζας.
Ερ.:Τι συζητάτε αυτή τη στιγμή με την ΕΤΥΚ;
Απ.: Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει οτιδήποτε συγκεκριμένο. Οι διαπραγματεύσεις ανανέωσης της συλλογικής σύμβασης θα γίνουν τέλος του χρόνου με αρχές του επομένου. Αυτή τη στιγμή η κάθε τράπεζα κοιτάζει να δει τι θα ήθελε να διαπραγματευθεί. Τα θέματα αυτά είναι τα γνωστά, όπως της μερικής απασχόλησης, των ωφελημάτων, η εκπαίδευση προσωπικού, και βεβαίως, η διατήρηση της ανταγωνιστικότητας των κυπριακών τραπεζών. Να μη ξεχνάμε ότι το μεγαλύτερο μέρος του κόστους μας είναι το εργατικό. Η παραγωγικότητα τα τελευταία χρόνια αυξήθηκε με χαμηλότερο ρυθμό απ' ότι το εργατικό κόστος, αλλά η ευθύνη γι' αυτό δεν πρέπει να αποδοθεί μόνο στο μισθολόγιο του προσωπικού. Γνωρίζετε ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης της οικονομίας τα τελευταία χρόνια ήταν χαμηλότεροι απ' ό,τι είχαν προβλεφθεί.
Μετά το δημοψήφισμα...
Ερ.: Πώς αναμένετε πως θα επηρεαστεί η οικονομία, και κατ‘ επέκτασιν, οι τράπεζες από την απελευθέρωση των συναλλαγών με τους Τουρκοκυπρίους;
Απ.: Μην ξεχνάτε ότι η τουρκοκυπριακή οικονομία αντιστοιχεί στο 1/6 της οικονομίας στις ελεύθερες περιοχές. Και, όση απελευθέρωση και να γίνει, χωρίς την οριστική διευθέτηση του Κυπριακού, κανένας σοβαρός επενδυτής δεν θα έλθει στα κατεχόμενα για να διαθέσει £30 εκ. για να κατασκευάσει ένα ξενοδοχείο σε μια γη με αμφισβητούμενο ιδιοκτησιακό καθεστώς. Θα προτιμήσει να πάει τριάντα μίλια πιο βόρεια, στις τουρκικές ακτές όπου θα έχει τη σιγουριά που αναζητεί. Αν δεν λυθεί το κυπριακό, δεν θα υπάρξει πραγματική ανάπτυξη στα κατεχόμενα. Μετά τα δημοψηφίσματα, η κατάστασή τους είναι κάπως καλύτερη απ' ό,τι ήταν προηγουμένως, αλλά το ουσιαστικό τους πρόβλημα δεν λύθηκε, κάτι που οι ίδιοι αναγνωρίζουν. Επομένως, δεν αναμένω σημαντικούς κραδασμούς στην οικονομία στο άμεσο μέλλον.
Σημαντική προϋπόθεση για την ένταξη της Κύπρου στον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών 2, θεωρεί ο Γιάννης Τελώνης, επικεφαλής της ομάδας Στρατηγικού Σχεδιασμού της Ελληνικής Τράπεζας, τη μείωση του κρατικού μισθολογίου, την αποσύνδεση των αυξήσεων στο δημόσιο από τις συμβάσεις στους Ημικρατικούς Οργανισμούς και την αύξηση του ορίου συνταξιοδοτήσεως. Αυτά, είπε, θα επιτρέψουν τον περιορισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος. Ο στόχος αυτός, επισήμανε, θα επιτευχθεί και με τη λήψη συμπληρωματικών μέτρων για τον περιορισμό της αύξησης των κρατικών δαπανών και η εκπλήρωσή του θα οδηγήσει σε σύγκλιση των επιτοκίων με αυτά του ευρώ, εντάσσοντας το κυπριακό τραπεζικό σύστημα στο ευρωπαϊκό διατραπεζικό σύστημα. Εντούτοις, η εκπλήρωση του στόχου αυτού σημαίνει ότι η κυπριακή κυβέρνηση «θα πρέπει να ζει μέσα στους πόρους της», κι αυτό θα της διδάξει η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σε ό,τι αφορά τον έλεγχο των επισφαλειών, ο Γιάννης Τελώνης επισήμανε ότι οι κανόνες που διέπουν τον προσδιορισμό τους και την εκποίηση των εξασφαλίσεων είναι άνισοι. Εντούτοις, υπογράμμισε την ανάγκη, για αλλαγή της κυπριακής κουλτούρας στο ζήτημα της καταβολής των δόσεων για εξόφληση δανείων, επισημαίνοντας πως ενώ οι τράπεζες «παίζουν» με τους ευρωπαϊκούς «κανόνες του παιγνιδιού» που προσδιορίζουν τις επισφάλειες, οι κανόνες για την εκποίηση των εμπράγματων εξασφαλίσεων παραμένουν, διατηρώντας τις σχετικές διαδικασίες χρονοβόρες. Στις δηλώσεις αυτές, προέβη το στέλεχος της Ελληνικής Τράπεζας σε αποκλειστική συνέντευξή του στη StockWatch, το πλήρες κείμενο της οποίας δημοσιεύεται σήμερα.
Ερ.: Κύριε Τελώνη, είναι εφικτή η ένταξη της λίρας στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών;
Απ.: Φαίνεται πως ο τέως Υπουργός Οικονομικών Μάρκος Κυπριανού άφησε κατά την αποχώρησή του ένα πλάνο για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Το πλάνο είναι πολύ σημαντικό γιατί, παρόλο που αυστηρά ομιλούντες, δεν προβλέπεται ως ρητή προϋπόθεση για ένταξη στο Μηχανισμό Συναλλαγματικής Ισοτιμίας, εντούτοις, για την περαιτέρω ένταξή μας στην ΟΝΕ θα πρέπει το έλλειμμα να μειωθεί δραστικά. Το πρόγραμμα μείωσης του ελλείμματος και η πρόοδος της Κύπρου σ’ αυτή την κατεύθυνση θα είναι ένα από τα κύρια θέματα υπό εξέταση. Και αυτό γιατί η Κύπρος έχει ήδη καταθέσει δύο προγράμματα σύγκλισης, οι προβλέψεις των οποίων δεν πραγματοποιήθηκαν. Είναι λοιπόν σημαντικό να ανακτήσουμε την αξιοπιστία μας στην ΕΕ. Ότι δηλαδή, εκείνα που λέμε μπορούμε να τα εφαρμόσουμε, και να φανεί ότι το κρατικό έλλειμμα βαίνει προς μείωση και εξάλειψη. Μη ξεχνάτε ότι ως Κύπρος θα περάσουμε μέσα από τρία «κόσκινα», της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του Συμβουλίου Υπουργών Οικονομικών και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οπότε τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά. Δεν είναι ένα εύκολο εγχείρημα και δεν πρέπει να υποτιμούμε τις δυσκολίες.
Κυριότερη προϋπόθεση για την εκπλήρωση του στόχου αυτού είναι ο περιορισμός των κρατικών δαπανών. Εκεί πρέπει να μπει μια τάξη. Και σε συνάρτηση με αυτό, η μείωση του δημοσίου χρέους. Ήδη, έχουν δει το φως της δημοσιότητας ορισμένα μέτρα τα οποία προτίθεται να λάβει η Κυβέρνηση, όπως τον περιορισμό των κρατικών καταναλωτικών δαπανών, το πάγωμα στις προσλήψεις, τον περιορισμό των αναπτυξιακών δαπανών στο ελάχιστο κ.ά. Φοβούμαι όμως πως τα μέτρα αυτά είναι συμπληρωματικής φύσης, αφού, δεν αγγίζουν τα δομικά προβλήματα του προϋπολογισμού. Θα πρέπει να δούμε κινήσεις πάνω στο κρατικό μισθολόγιο. Η κίνηση για αποσύνδεση των μισθολογικών αυξήσεων των δημοσίων υπαλλήλων από τις αυξήσεις των υπαλλήλων στους ημικρατικούς οργανισμούς, είναι μια σωστή πρώτη κίνηση. Θα πρέπει η Κυβέρνηση να επιμένει στην αύξηση του ορίου αφυπηρέτησης και, βεβαίως, δεν πρέπει να παραλείψουμε την αναπροσαρμογή των κλιμάκων, το πιο ουσιώδες ίσως ζητούμενο. Πιστεύω πως το εφικτό για την κυβέρνηση είναι η μείωση των κλιμάκων εισδοχής, αλλά θα δυσκολευθεί πολύ στο να διαφοροποιήσει κεκτημένα δικαιώματα των εργαζομένων που άλλωστε ίσως και να μην είναι κάτι το επιθυμητό. Όμως, η Κυβέρνηση πρέπει να μάθει να ζει μέσα από τους πόρους της. Αν δεν το μάθει η ίδια, θα της το διδάξει η ΕΕ.
Η ένταξη στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση θα πρέπει να καταστεί το οικονομικό όραμα της κυβέρνησης για τα επόμενα 5 χρόνια.
Ερ.: Πώς θα επηρεάζει η ένταξη στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών τις τράπεζες και την πελατεία τους;
Απ.: Κατ’ αρχήν, η ένταξη στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών περιλαμβάνει και μια πορεία για τη σύγκλιση των επιτοκίων μας με τα ευρωπαϊκά. Έτσι, με την επιτυχή ένταξη στην ΟΝΕ, ο πελάτης μας θα ανήκει σε μια μεγάλη ομάδα άλλων 450 εκατομμυρίων ευρωπαίων πολιτών, για τους οποίους θα ισχύουν τα ίδια επιτόκια. Οι Κύπριοι θα μπορούν με τον τρόπο αυτό να προστατευθούν από μη ευνοϊκές διεθνείς συγκυρίες που ενδεχομένως προκύψουν στο μέλλον.
Όμως και η συμμετοχή στην Ευρωζώνη θα έχει ενδεχομένως και αυτή τα προβλήματά της, και εξηγώ: Μπορεί σε μια χρονική περίοδο μετά την ένταξη μας στην ΟΝΕ τα ευρωεπιτόκια να μην αντανακλούν το στάδιο του οικονομικού κύκλου που θα βρίσκεται η οικονομία μας, με πιθανότητα να υπάρχει δυσαρμονία μεταξύ της πανευρωπαϊκής νομισματικής πολιτικής και του τι θα χρειάζεται η οικονομία μας στη συγκεκριμένη περίοδο, όπως έγινε πρόσφατα στη Γερμανία. Επιπλέον, το μικρό μέγεθος της κυπριακής οικονομίας δε θα μπορεί να επηρεάζει το ύψος των ευρωεπιτοκίων.
Κάτι άλλο που θα αλλάξει ακόμα με τη μελλοντική υιοθέτηση του ευρώ, τόσο για τις τράπεζες όσο και τους πελάτες τους, είναι η διεύρυνση της καταθετικής βάσης από τα στενά γεωγραφικά όρια της κυπριακής λίρας, σε όλη την Ευρωζώνη. Έτσι, το πρόβλημα που παρατηρείται σε περιόδους που η Κυβέρνηση απορροφά μεγάλα ποσά από την αγορά για να καλύπτει τα ελλείμματά της, με αποτέλεσμα να υπάρχει πίεση στα επιτόκια, δε θα υφίσταται αφού οι Κυπριακές Τράπεζες θα έχουν στη διάθεσή τους τη διατραπεζική αγορά της Ευρώπης.
Βέβαια, μέχρι να συμβεί αυτό, θα απαιτηθούν χρόνια, αλλά μην ξεχνάτε πως ακόμα και ο στόχος της ένταξης στην ΕΕ είχε θεωρηθεί κάποτε ανέφικτος. Η ένταξη στην ΟΝΕ απαιτεί όραμα, προγραμματισμό, νοικοκύρεμα και σκληρή δουλειά, όπως έγινε δηλαδή με την ένταξη στην ΕΕ...
Ερ.: ...Σκληρή δουλειά αλλά και καρκινοβάτημα...
Απ.: Για να είμαστε δίκαιοι, τα δημοσιονομικά μας μεγέθη δεν είναι πολύ χειρότερα από αυτά της Ιταλίας για παράδειγμα ή ορισμένων άλλων προηγμένων χωρών. Απλώς, επειδή η Κύπρος είναι μικρή και δε βρίσκεται στο ίδιο στάδιο ανάπτυξης όπως οι χώρες αυτές, έχει πολλή δουλειά να κάνει για να καλύψει τη διαφορά που τη χωρίζει από το μέσο όρο των Ευρωπαϊκών Κρατών (και εννοώ το μέσο όρο της Ευρώπης των 15). Ο Κύπριος μπορεί να εργαστεί για την ολοκλήρωση ενός οράματος, φθάνει να του το δώσει η Κυβέρνηση. Πρέπει όμως, να περιμένουμε το διορισμό του νέου Υπουργού Οικονομικών, στον οποίο θα πρέπει να δοθεί μια περίοδος χάριτος, για να παρουσιάσει τη δική του πολιτική που να αναπτύσσει πώς θα υλοποιηθεί το οικονομικό όραμα της Κυβέρνησης.
Στεγαστικά δάνεια: Ανάσα για την αγορά
Ερ.: Θα επηρεάσουν τα ακριβότερα στεγαστικά δάνεια την περαιτέρω ανάπτυξη της οικονομίας που βασιζόταν τελευταία στις κατασκευές;
Απ.: Τα στοιχεία δείχνουν μια κάμψη στην παραχώρηση στεγαστικών δανείων που μπορώ να χαρακτηρίσω δικαιολογημένη, μιας και προηγουμένως υπήρχε πολύ μεγάλη ζήτηση. Σε κάποιο βαθμό ήταν φυσιολογική η κάμψη αυτή και θα δώσει στην αγορά την ευκαιρία να ανασάνει και να βρει τα φυσιολογικά της επίπεδα. Πάντως, πρέπει να πω πως τα επιτόκια εξακολουθούν να βρίσκονται χαμηλά σε σχέση με παλαιότερα. Θυμάστε πως κάποτε είχαμε σταθερά επιτόκια της τάξεως του 9%, ενώ τώρα βρίσκονται στο ήμισύ τους. Αυτό, να ξεκαθαρίσω, δε σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι τα επιτόκια θα αυξηθούν κι άλλο. Όμως πρέπει να παρατηρήσω ότι η οικοδομική βιομηχανία είναι πολύ ευαίσθητη σε ό,τι αφορά το ύψος των επιτοκίων. Αλλά ας μη σταθούμε μόνο στις κατασκευές.
Από την αύξηση των επιτοκίων θα επηρεαστούν και άλλοι παράμετροι και τομείς, καθώς αυξάνεται το κόστος δανεισμού των επιχειρήσεων. Δυστυχώς, η Κεντρική Τράπεζα είχε να επιλέξει μεταξύ της όποιας επιβράδυνσης του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας που θα προκαλέσει αυτή η αύξηση και της προστασίας της ισοτιμίας της κυπριακής λίρας. Τα θεμελιώδη μεγέθη της κυπριακής οικονομίας δεν δικαιολογούν οποιαδήποτε υποτίμηση της κυπριακής λίρας. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι η κυπριακή οικονομία είναι εισαγωγική, θεωρητικά, μια υποτίμηση θα δημιουργούσε πληθωριστικές πιέσεις που σύντομα θα εξουδετέρωναν όλα τα οφέλη που θα έφερνε και συν τοις άλλοις, θα είχαμε και διόγκωση του μέρους του δημοσίου χρέους που είναι σε ξένο συνάλλαγμα συν αυξημένο εγχώριο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους. Μια υποτίμηση θα είχε ενδεχομένως και ως αποτέλεσμα την υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Κύπρου από ξένους οργανισμούς, με αποτέλεσμα να αυξηθεί περαιτέρω το κόστος δανεισμού. Η απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας δεν ήταν εύκολη και έγινε, πιστεύω, με πολλή περίσκεψη, έχοντας να επιλέξει μεταξύ δύο δύσκολων επιλογών. Στην πορεία θα φανεί το κατά πόσο η απόφαση αυτή ήταν δικαιολογημένη.
Αυτή τη στιγμή, το ζητούμενο είναι η ενίσχυση της εμπιστοσύνης στην αγορά για την αξία της κυπριακής λίρας, διότι δεν μπορείς να υπερασπιστείς μια ισοτιμία για την οποία η αγορά δεν πιστεύει πως είναι η ορθή. Μέχρι στιγμής, το αποτέλεσμα δείχνει πως οι στόχοι της απόφασης αυτής έχουν επιτευχθεί, αλλά θα πρέπει να περιμένουμε ακόμα δύο ή τρεις και ενδεχομένως τέσσερις μήνες για μια πιο ξεκάθαρη εικόνα.
Ερ.: Είναι ικανή, από μόνη της η αύξηση των επιτοκίων να στηρίξει την ισοτιμία στο διάστημα αυτό;
Απ.: Αυτό θα φανεί από μόνο του. Αν τα θεμελιώδη μεγέθη της οικονομίας στηρίζουν την ισοτιμία αυτή, δεν θα χρειάζεται να την υπερασπιστεί η Κεντρική Τράπεζα. Αν όμως τα θεμελιώδη καταδεικνύουν ότι το εγχείρημα αυτό είναι ανεδαφικό (που πιστεύω πως δεν είναι), τότε όση στήριξη και να παράσχει στη λίρα η Κεντρική Τράπεζα, δεν θα επιτύχει. Επειδή όμως, η ισοτιμία αυτή αντανακλά τα θεμελιώδη της οικονομίας με τα σημερινά δεδομένα, η Κεντρική Τράπεζα θεώρησε σκόπιμο να αποστείλει το μήνυμα σε όσους είχαν αμφιβολίες, ότι «εδώ μιλούν τα θεμελιώδη».
Επενδυτικό κλίμα: Απαιτείται περίοδος ηρεμίας
Ερ.: Στην κατεύθυνση αυτή θα συνέβαλλε και η δημιουργία ενός επενδυτικού κλίματος. Πώς θα μπορούσε να δημιουργηθεί και από ποιους;
Απ.: Όπως είπα προηγουμένως, απαιτείται η δημιουργία εμπιστοσύνης στην οικονομία. Το πρόβλημα είναι ότι η οικονομία διήλθε από ένα πολύ δύσκολο στάδιο που χαρακτηριζόταν από αβεβαιότητα και ρευστότητα, λόγω των πολιτικών εξελίξεων. Χρειάζεται μια περίοδος ηρεμίας για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη. Αλλά πιστεύω πως μέχρι το τέλος του χρόνου το σκηνικό θα εξακολουθεί να παραμένει ρευστό λόγω της αναμονής για ενδεχόμενες περαιτέρω πολιτικές εξελίξεις. Το γεγονός αυτό δε συμβάλλει στην ενδυνάμωση της εμπιστοσύνης. Η χρονιά αυτή θα είναι δύσκολη, όχι μόνο λόγω της αβεβαιότητας σε σχέση με το εθνικό πρόβλημα, αλλά και λόγω της ένταξης και της προσαρμογής που απαιτεί, των φορολογικών μέτρων που επιβλήθηκαν στα πλαίσια της εναρμόνισης κλπ. Όμως μην ξεχνάτε ότι στο παρελθόν περάσαμε και χειρότερα...
Επισφάλειες: Άνισοι οι κανόνες του παιγνιδιού
Ερ.: Αναμένετε ότι η δύσκολη αυτή χρονιά θα μεταφραστεί και σε αύξηση των επισφαλειών;
Απ.: Θα πρέπει να δούμε πώς ακριβώς θα εξελιχθεί. Υπενθυμίζω ότι ο τουρισμός παραμένει η κινητήριος δύναμη της οικονομίας. Όση συμβολή και να είχε τελευταία η κατασκευαστική βιομηχανία, η ατμομηχανή της οικονομίας συνεχίζει να είναι ο τουρισμός. Ας δούμε λοιπόν, πρώτα πώς θα πάει φέτος η οικονομία από πλευράς τουρισμού.
Ερ.: Η Ελληνική φαίνεται πως έχει κάποιο πρόβλημα με τον έλεγχο των επισφαλειών. Πού οφείλεται και ποια δάνεια αφορά;
Απ.: Θα έθετα το θέμα πιο γενικά, επισημαίνοντας ότι όλες οι Κυπριακές Τράπεζες περνούν αφενός μια περίοδο προσαρμογής σε νέα δεδομένα και κανονισμούς και αφετέρου αντικατοπτρίζουν τα προβλήματα της Κυπριακής Οικονομίας. Όπως γνωρίζετε, η Κεντρική Τράπεζα έχει αρχίσει να εφαρμόζει τους νέους κανονισμούς της Βασιλείας, σε ό,τι αφορά την κεφαλαιουχική επάρκεια, αναστολή τόκων κλπ, και εμείς προσαρμοζόμαστε σε ένα πολύ πιο αυστηρό πλαίσιο κανονισμών. Η κυπριακή οικονομία, ειδικά μετά την εισβολή του 1974, εργαζόταν με ένα σύστημα παροχής δανείων με εμπράγματη εξασφάλιση, στο οποίο είναι συνηθισμένος ο κύπριος πολίτης. Τώρα όμως, αυτό δεν αρκεί, γιατί έχει εισαχθεί το στοιχείο της κανονικής τήρησης των πληρωμών ενός δανείου. Μέχρι τώρα, λόγω της εμπράγματης εξασφάλισης των δανείων, η αυστηρή καταβολή των δόσεων για ένα δάνειο ερχόταν για τον κύπριο πολίτη σε δεύτερη μοίρα και δεν θεωρούταν ουσιαστικό στοιχείο της φερεγγυότητάς του. Τώρα όμως, απαιτείται αλλαγή της κουλτούρας του δανειζόμενου.
Ταυτόχρονα, το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την εκποίηση περιουσιακών στοιχείων που περιέρχονται στην κατοχή της τράπεζας μετά από ένα δάνειο που δεν εξοφλεί ο πελάτης, ενώ στην Ευρώπη ανέρχεται σε μερικές εβδομάδες, εδώ στην Κύπρο η περίοδος αυτή μπορεί να διαρκέσει μέχρι και δέκα χρόνια. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, να εμφανίζονται στα βιβλία μας πολύ περισσότερα δάνεια, ως επισφαλές, τα οποία μπορούμε να εκποιήσουμε για να διεκδικήσουμε το λαβείν μας, αλλά λόγω του ότι η διαδικασία αυτή είναι χρονοβόρα, να επηρεάζονται αρνητικά τα μεγέθη μας σε βάθος χρόνου.
Με άλλα λόγια παίζουμε με διαφορετικούς κανόνες του παιγνιδιού σε ό,τι αφορά τις δανειοδοτήσεις και διαφορετικούς κανόνες σε ό,τι αφορά την είσπραξη των επισφαλών δανείων. Αυτό επηρεάζει όλες τις τράπεζες του τόπου. Πιστεύω όμως, πως είναι θέμα χρόνου να αλλάξει η νοοτροπία των Κυπρίων και να αντιληφθεί πλέον ο μέσος Κύπριος πως είναι πολύ ουσιαστικό το να τηρεί τις προθεσμίες για τις δόσεις του και πως όταν δεν είναι σε θέση να το πράξει, να έρχεται σε επαφή με την τράπεζα, χωρίς να καθυστερήσει πρώτα μερικούς μήνες... Εμείς θα παίξουμε με τους νέους κανόνες του παιγνιδιού, αλλά θα χρειαστούμε κάποιο χρόνο να προσαρμοστούμε.
Οι κυπριακές τράπεζες έχουν γερές κεφαλαιακές βάσεις όπως και σχέδια επέκτασης στο εξωτερικό. Τα προβλήματα που έχουμε ως τράπεζες στην Κύπρο, είναι προβλήματα προσαρμογής σε νέο περιβάλλον και τα γνωστά προβλήματα της κυπριακής οικονομίας που πιστεύω ξέρουμε με ποιο τρόπο θα λυθούν.
Συνεργασίες και στόχοι για επέκταση
Ερ.: Έχετε σχέδια για συνεργασίες με άλλες τράπεζες, ειδικά στο εξωτερικό;
Απ.: Εμείς μιλάμε για αυτόνομη ανάπτυξη. Είμαστε πάντοτε ανοικτοί για συνεργασίες, αλλά αυτή τη στιγμή δεν έχουμε τίποτα σχετικό υπ’ όψιν μας. Ήδη προγραμματίζουμε μέχρι τον Ιούνιο να έχουμε στην Ελλάδα 25 καταστήματα και μέχρι το 2007 άλλα 40 ή 50, και με τον τρόπο αυτό, αποκτά η Ελληνική Τράπεζα στην Ελλάδα την κρίσιμη μάζα την οποία χρειάζεται. Το 2007 είναι μια συντηρητική εκτίμηση, μιας και λαμβάνουμε υπ’ όψιν μας διάφορες δυσκολίες που τυχόν εμφανιστούν. Όμως, αυτή τη στιγμή οι προσπάθειες για ανάπτυξη της τράπεζας, επικεντρώνονται στην Ελλάδα, όπου σας θυμίζω πριν τέσσερα χρόνια δεν είχαμε ούτ’ ένα κατάστημα!
Ερ.: Πώς αναμένετε να πετύχετε ως μικρή τράπεζα, όταν ακόμα και μεγάλες τράπεζες στο εξωτερικό προσπαθούν να συγχωνευθούν με άλλες;
Απ.: Εμείς δεν πάμε για τα μεγάλα μερίδια στην αγορά αλλά για τα λεγόμενα niche-markets, που προσφέρουν πολύ καλή επικερδοτητα, που μας επιτρέπουν μια ανάπτυξη στα μέτρα των δυνατοτήτων μας. Η εξασφάλιση μεριδίου 2% ως και 3%, αφενός, δεν προκαλεί τους μεγάλους παίκτες της αγοράς, και αφετέρου, μεταφράζεται σε κύκλο εργασιών που αντιστοιχεί στον υφιστάμενο κύκλο εργασιών μας στην Κύπρο, άρα ουσιαστικό διπλασιασμό της Ελληνικής Τράπεζας.
Ερ.:Τι συζητάτε αυτή τη στιγμή με την ΕΤΥΚ;
Απ.: Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει οτιδήποτε συγκεκριμένο. Οι διαπραγματεύσεις ανανέωσης της συλλογικής σύμβασης θα γίνουν τέλος του χρόνου με αρχές του επομένου. Αυτή τη στιγμή η κάθε τράπεζα κοιτάζει να δει τι θα ήθελε να διαπραγματευθεί. Τα θέματα αυτά είναι τα γνωστά, όπως της μερικής απασχόλησης, των ωφελημάτων, η εκπαίδευση προσωπικού, και βεβαίως, η διατήρηση της ανταγωνιστικότητας των κυπριακών τραπεζών. Να μη ξεχνάμε ότι το μεγαλύτερο μέρος του κόστους μας είναι το εργατικό. Η παραγωγικότητα τα τελευταία χρόνια αυξήθηκε με χαμηλότερο ρυθμό απ' ότι το εργατικό κόστος, αλλά η ευθύνη γι' αυτό δεν πρέπει να αποδοθεί μόνο στο μισθολόγιο του προσωπικού. Γνωρίζετε ότι οι ρυθμοί ανάπτυξης της οικονομίας τα τελευταία χρόνια ήταν χαμηλότεροι απ' ό,τι είχαν προβλεφθεί.
Μετά το δημοψήφισμα...
Ερ.: Πώς αναμένετε πως θα επηρεαστεί η οικονομία, και κατ‘ επέκτασιν, οι τράπεζες από την απελευθέρωση των συναλλαγών με τους Τουρκοκυπρίους;
Απ.: Μην ξεχνάτε ότι η τουρκοκυπριακή οικονομία αντιστοιχεί στο 1/6 της οικονομίας στις ελεύθερες περιοχές. Και, όση απελευθέρωση και να γίνει, χωρίς την οριστική διευθέτηση του Κυπριακού, κανένας σοβαρός επενδυτής δεν θα έλθει στα κατεχόμενα για να διαθέσει £30 εκ. για να κατασκευάσει ένα ξενοδοχείο σε μια γη με αμφισβητούμενο ιδιοκτησιακό καθεστώς. Θα προτιμήσει να πάει τριάντα μίλια πιο βόρεια, στις τουρκικές ακτές όπου θα έχει τη σιγουριά που αναζητεί. Αν δεν λυθεί το κυπριακό, δεν θα υπάρξει πραγματική ανάπτυξη στα κατεχόμενα. Μετά τα δημοψηφίσματα, η κατάστασή τους είναι κάπως καλύτερη απ' ό,τι ήταν προηγουμένως, αλλά το ουσιαστικό τους πρόβλημα δεν λύθηκε, κάτι που οι ίδιοι αναγνωρίζουν. Επομένως, δεν αναμένω σημαντικούς κραδασμούς στην οικονομία στο άμεσο μέλλον.