Φώς στο τέρμα της σήραγγας;
Η πρόσφατη παραίτηση του κ. Juergen Stark από τη θέση του πρώτου οικονομολόγου και του Συμβουλίου της ΕΚΤ, η οποία σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση έγινε για «προσωπικούς» λόγους, αντιπροσωπεύει μια μεγάλη ήττα του γερμανικού μονεταρισμού στην ευρωζώνη.
Σύμφωνα με διάφορους αναλυτές, ο συντηρητικός κ. Stark, ο οποίος προερχόταν από το κόμμα της κ. Μέρκελ (αυτό το αναφέρω γιατί πολλοί αναγνώστες έχουν τη λανθασμένη εντύπωση ότι η ΕΚΤ διοικείται από ανεξάρτητους τεχνοκράτες) ήταν κάθετα εναντίον του προγράμματος αγοράς Ισπανικών και Ιταλικών ομολόγων, γιατί ήθελε την ΕΚΤ να παραμείνει προσηλωμένη αποκλειστικά και μόνο στο στόχο της σταθερότητας των τιμών. Ο κ. Stark τυγχάνει επίσης να ήταν ένας από τους κύριους αρχιτέκτονες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ), το οποίο, όπως έχω εξηγήσει στο παρελθόν, έχει πετύχει ακριβώς το αντίθετο από τη σταθερότητα και την ανάπτυξη.
Σύμφωνα με τους ίδιους αναλυτές, η παραίτηση του κ. Stark έχει ανοίξει το δρόμο για μείωση του επιτοκίου της ΕΚΤ το Νοέμβριο, αν όχι και νωρίτερα. Γιατί, μεταξύ άλλων, φαίνεται ότι ο πιθανότερος αντικαταστάτης του κ. Stark είναι ο κ. Assmusen, ο οποίος προέρχεται από διαφορετική σχολή σκέψης (το κόμμα των γερμανών σοσιαλδημοκρατών).
Η σημαντική αυτή εξέλιξη – η οποία συνέτεινε και στην πρόσφατη μεγάλη πτώση του ευρώ – δημιουργεί πιο ευνοϊκές συνθήκες για την έξοδο της ευρωζώνης από τη σημερινή κρίση εμπιστοσύνης, γιατί θα επιτρέψει στην ΕΚΤ να λειτουργήσει πιο ευέλικτα και αποτελεσματικά, διοχετεύοντας την απαραίτητη ρευστότητα στις αγορές, ώστε να σταματήσει το παιχνίδι «ποιά χώρα θα διασωθεί και ποιά όχι». Τα χαμηλότερα επιτόκια ως επίσης και ένα λιγότερο σκληρό νόμισμα θα δημιουργήσουν φυσιολογικά και πιο ευνοϊκές προϋποθέσεις για επιστροφή της ευρωζώνης στην ανάπτυξη.
Η αποχώρηση του Stark σηματοδοτεί ακόμη και την πιθανή απαρχή εξελίξεων στη Γερμανία που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αυξάνουν την πιθανότητα επιβίωσης του ευρώ, όχι όμως κατ’ ανάγκη με τη σημερινή του μορφή.
Εκείνο που έχει γίνει λιγότερο βέβαιο είναι κατά πόσο η Γερμανία και ο περίγυρός της θα παραμείνουν μέλη της ευρωζώνης. Οι φωνές μέσα στη Γερμανία που θέλουν τη χώρα να αποχωρεί από τη νομισματική ένωση – στις οποίες πρόσφατα έχει προστεθεί και ο μεγαλοβιομήχανος Henkel - σίγουρα ενισχύονται από αυτή την εξέλιξη. Σύμφωνα με την FT, η αποχώρηση του Stark έχει μειώσει ακόμη περισσότερο την αξιοπιστία της ΕΚΤ στη Γερμανία.
Από την άλλη πλευρά, μια πιθανή αλλαγή πολιτικής ηγεσίας στη Γερμανία μπορεί να αποτελέσει και το έναυσμα για ένα μεγάλο άλμα της ευρωζώνης προς τη δημοσιονομική ένωση - η οποία είναι ίσως και η μόνη εγγύηση για την επιβίωση του κοινού νομίσματος – όπως επίσης και για θεσμικές αλλαγές στη νομισματική πολιτική που θα απαγκιστρώσουν και επίσημα την ΕΚΤ από το μοντέλο της Bundesbank. Δηλαδή την αναγνώριση της ισοδυναμίας της σταθερότητας των τιμών με τη χρηματοοικονομική σταθερότητα, την απασχόληση και την ανάπτυξη, όσον αφορά τους στόχους της νομισματικής πολιτικής.
Πανίκος Δημητριάδης Καθηγητής Οικονομικών Πανεπιστήμιο του Leicester