Επιβίωση των επιχειρήσεων = επιβίωση των τραπεζών (Μέρος Β)
Στο πρώτο μέρος αναλύσαμε την εικόνα των μη-εξυπηρετούμενων χορηγήσεων και παρουσιάσαμε τον τρόπο με τον οποίο η ανάκαμψη της οικονομίας και η επιβίωση των τραπεζών είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την ευρωστία των τοπικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Σε αυτό το μέρος θα εξετάσουμε το εύλογο ερώτημα, «Υπάρχει Λύση»;
Μέρος Β’
Η σύνδεση μεταξύ των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, των μη εξυπηρετούμενων χορηγήσεων και της οικονομίας
(β) Υπάρχει λύση;
Η σοφία της συλλογικότητας και της συναίνεσης
Είναι προφανές ότι η τοπική οικονομία πρέπει να αντιμετωπίσει κατάματα και με αποφασιστικότητα το «θηρίο» των μη εξυπηρετούμενων χορηγήσεων (ΜΕΧ). Παρά την πρόοδο και την επιτάχυνση που έχει παρατηρηθεί τελευταίως, λόγω, εν μέρει, της ανταλλαγής σημαντικού ύψους χρέους με ακίνητα (debtto asset swaps) και επίσης μέσω των ρυθμίσεων επιχειρηματικών χορηγήσεων που έχουν επιτευχθεί, οι ΜΕΧ παραμένουν σε πολύ ψηλά επίπεδα και ο ρυθμός μείωσης του αποθέματος είναι προβληματικός (για παράδειγμα, μείωση μόλις 6,7% σε απόλυτους αριθμούς για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις μεταξύ 31.12.2014 και 30.11.2016). Συνεπώς, πρέπει να εξευρεθούν ενεργητικοί, εποικοδομητικοί, και ενίοτε δραστικοί, τρόποι για ομαλοποίηση της κατάστασης.
Η αδράνεια και η απραξία δεν ωφελεί ούτε τις επιχειρήσεις, ούτε τις τράπεζες, ούτε και την ευρύτερη οικονομία. Τα συσσωρευμένα προβλήματα των τραπεζών και των επιχειρήσεων δεν θα διαλυθούν ως διά μαγείας. Ούτε και μπορεί να προσβλέπουμε στην εξομάλυνση του προβλήματος σε βάθος χρόνου σε συνάρτηση με τη σταδιακή αναμενόμενη ανάπτυξη της οικονομίας, η οποία σε κάθε περίπτωση παραμένει εξαιρετικά εύθραυστη, και ενδεχομένως να μην έρθει ποτέ, υπό το βάρος του μεγάλου φορτίου των ανεπίλυτων ΜΕΧ.
Το μέγεθος του προβλήματος είναι τέτοιο, που ρεαλιστικά δεν μπορεί να αναμένεται αποκατάσταση χωρίς δράση. Η ανόρθωση των τραπεζών, των επιχειρήσεων και εν γένει της οικονομίας δεν πρέπει να αφεθούν στην τύχη ούτε και υπάρχει η πολυτέλεια του χρόνου. Πρέπει άμεσα και, ναι, με τόλμη και αποφασιστικότητα, να ενεργοποιηθούν όλοι οι διαθέσιμοι μηχανισμοί για να δημιουργηθεί η δυναμική που θα οδηγήσει πέραν από την παρούσα στασιμότητα και την τελμάτωση.
Είναι ευρέως γνωστό στον τραπεζικό και στον επιχειρηματικό τομέα ότι η πιθανότητα επιβίωσης μίας επιχείρησης και, ως αποτέλεσμα, της μετατροπής μίας μη εξυπηρετούμενης χορήγησης σε εξυπηρετούμενη, είναι αντιστρόφως ανάλογη με το χρονικό διάστημα μέχρι να ληφθούν δραστικά μέτρα «αναχαίτισης» και επίλυσης των προβλημάτων της επιχείρησης. Το αξίωμα είναι απλό, όσο περνά ο χρόνος χωρίς να λαμβάνονται μέτρα τόσο μειώνονται οι πιθανότητες διάσωσης. Η έγκαιρη παρέμβαση σώζει … επιχειρήσεις.
Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια επικρατεί στην ντόπια αγορά μια γενική δυσπιστία, και ενίοτε καχυποψία, μεταξύ δανειζομένων και τραπεζών και αντίστροφα. Επιπρόσθετα, δεν έχει καθιερωθεί στις τακτικές των τοπικών τραπεζών και επιχειρήσεων, αλλά και των λοιπών ενδιαφερομένων μερών όπως οι κρατικές υπηρεσίες (τμήμα φόρου εισοδήματος, κοινωνικές ασφαλίσεις), προμηθευτές, εργαζόμενοι κ.ά., η διαδικασία της συλλογικής διαπραγμάτευσης όπου η επιχείρηση, όλες οι χρηματοδότριες τράπεζες και όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, «κάθονται» στο ίδιο τραπέζι του διαλόγου, προκειμένου να διαμορφωθεί η βέλτιστη δυνατή αλλά και η πιο αποτελεσματική και γρήγορη λύση, που να ικανοποιεί όλες τις πλευρές.
Είναι επίσης γεγονός ότι οι επιχειρήσεις με υγιείς βάσεις, που έχουν όμως επηρεαστεί από τα οικονομικά δεδομένα, έχουν τη δυνατότητα να επιβιώσουν μόνο με την υποστήριξη του συνόλου των χρηματοδοτριών τραπεζών όσο και των λοιπών βασικών ενδιαφερομένων μερών.
Ως φυσικό επακόλουθο, η επιβίωση θα προέλθει μόνο μέσα από την επεξεργασία και αποδοχή συναινετικών προτάσεων με στόχο:
- Την άμεση ενίσχυση της ρευστότητας, που, υπό συνθήκες ασφυξίας, η έλλειψh της μπορεί να επιφέρει το τέλος μίας επιχείρησης ανά πάσα στιγμή, και ακολούθως
- την «επισκευή» των ισολογισμών τους και την αναδιάρθρωση των δανειακών και λοιπών υποχρεώσεών τους, και
- την αναδιοργάνωση των λειτουργιών και των δομών των επιχειρήσεων που θα επιφέρει σταδιακά βελτιστοποίηση της ικανότητας παραγωγής επαναλαμβανόμενων κερδών και ταμειακών ροών.