Ακόμα μια φορά οι Βουλευτές επιμένουν να είναι εκτός θέματος…
Του Μανώλη Κυριάκου CLU, ChFC, RFC, FLMI, AFRMIA
Ο Μανώλης Κυριάκου είναι Ανεξάρτητος Σύμβουλος σε θέματα Ασφάλισης και Διαχείρισης Κινδύνων
• Γιατί οι Βουλευτές εστιάζουν την προσοχή στο ύψος των ασφαλίστρων και μόνο;
Για ακόμα μια φορά οι Βουλευτές παρέμειναν στην επιφάνεια ενός πολύ σοβαρού θέματος, παραγνωρίζοντας την ουσία.
Σύμφωνα με τις μέχρι στιγμής ενδείξεις, οι αυξήσεις που θα γίνουν στο πλαίσιο της ασφαλιστικής κάλυψης, είναι δυνατόν να προκαλέσουν αύξηση στα ασφάλιστρα, κυρίως από την αύξηση του ορίου για υλικές ζημιές. Τέτοια αύξηση πιθανόν να κυμανθεί από 5-10% στο βασικό ασφάλιστρο της κάλυψης έναντι τρίτου.
Αν δε θεωρηθεί ότι ό μέσος όρος του ετήσιου ασφαλίστρου για μια κανονική περίπτωση, για το μέρος της ασφάλισης έναντι τρίτου, είναι γύρω στις £100 το χρόνο, η πιθανολογούμενη αύξηση αναμένεται να κυμανθεί μεταξύ £5 με £10 ετησίως.
Μήπως διυλίζουμε τον κώνωπα και καταπίνουμε τον κάμηλο;
Είναι προφανές ότι και η κινδυνολογία και ο πανικός που προκαλείται, ειδικά από θεσμικά όργανα της πολιτείας, δεν είναι καθόλου δικαιολογημένος αν ληφθούν υπόψη, πρώτον, το νέο πλαίσιο της ελάχιστης απαιτούμενης κάλυψης και το πιθανόν κόστος που αυτό προϋποθέτει.
Αν κρίνουμε από τις δηλώσεις βουλευτών που έγιναν στα ΜΜΕ αμέσως μετά την συνεδρία της Επιτροπής Οικονομικών με τους εμπλεκόμενους φορείς (Υπηρεσία Ελέγχου Ασφαλιστικών Εταιρειών και Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου), συμπεραίνουμε, εκ των πραγμάτων, ότι τη θέση της ουσίας σε σοβαρά θέματα φαίνεται να εξακολουθεί να κατέχει σταθερά η προσέγγιση των πομπωδών δηλώσεων για εσωτερική κατανάλωση.
Οι «ανησυχίες» των Βουλευτών…
Το βασικό μήνυμα από τις δηλώσεις που έγιναν, ήταν η «ανησυχία των βουλευτών για τα ψηλά ασφάλιστρα που θα πληρώνει ο κόσμος», λόγω της επικείμενης αύξησης των ορίων κάλυψης στην υποχρεωτική ασφάλιση μηχανοκινήτων οχημάτων.
Στις «ανησυχίες» των βουλευτών δεν έχουν συμπεριληφθεί οι ουσιώδεις πτυχές του θέματος οι οποίες, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνουν:
Την ανησυχητική εικόνα που παρουσιάζουν τα τροχαία ατυχήματα τα τελευταία χρόνια, κατατάσσοντας την Κύπρο στις πρώτες θέσεις της Ευρώπης. Σαν αποτέλεσμα, οι αποζημιώσεις, τόσο υλικές όσο και για σωματικές βλάβες, αν και ανέρχονται σε εκατομμύρια κάθε χρόνο, έχουν αποδειχθεί σε ορισμένες περιπτώσεις ανεπαρκείς για τα θύματα των τροχαίων.
Τους ανασφάλιστους οδηγούς που αυξάνονται κάθε μέρα, παράλληλα με την αύξηση των παράνομων (αλλά και νόμιμων) αλλοδαπών στην Κύπρο.
Την αναζήτηση, από την ίδια την Βουλή, συγκεκριμένων αντισταθμιστικών μέτρων, τα οποία θα μπορούσαν να αποτελέσουν παράγοντα μείωσης των τροχαίων αλλά και των ασφαλίστρων που καταβάλλονται από το κοινό.
Η τιμολόγηση βασίζεται στο κόστος του κινδύνου
Οι αυξήσεις που παρατηρήθηκαν τα τελευταία χρόνια, από την ελευθεροποίηση των ασφαλίστρων αυτού του είδους της υποχρεωτικής ασφάλισης, οφείλονται κατά κύριο λόγο στον παράγοντα του κακού ιστορικού των αποζημιώσεων που παρατηρείται στην Κύπρο και στην ανεπάρκεια των ασφαλίστρων, συγκριτικά με την έκταση και τα επίπεδα του κινδύνου, που ίσχυαν μέχρι την ημερομηνία της ελευθεροποίησης.
Η ευθύνη της Βουλής
Για λόγους τάξης, η αιτία και ίσως η ευθύνη για το τελευταίο θα πρέπει να αναζητηθεί στην ίδια την Βουλή, τα μέλη της οποία αντίκριζαν και τότε το θέμα με τον ίδιο επιφανειακό αλλά και «καταναλωτικό» τρόπο, όπως και σήμερα.
Ανησυχούσαν δηλαδή για την αύξηση των ασφαλίστρων, αλλά δεν ανησυχούσαν για την αδυναμία των εταιρειών να πληρώνουν αποζημιώσεις ούτε για το γεγονός ότι κάποιες εταιρείες που ασχολούνταν κατά κύριο λόγο με τις ασφαλίσεις οχημάτων αναγκάστηκαν να κατεβάσουν τα ρολά και να αφήσουν τους ασφαλισμένους τους εκτεθειμένους.
Ακόμα λιγότερο «ανησυχούσαν» για την βασική αιτία που προκαλεί το πρόβλημα, που δεν είναι άλλη από τα ιδιαίτερα ψηλά επίπεδα των τροχαίων για μια μικρή χώρα όπως η Κύπρος.
Η ευθύνη των ασφαλιστικών εταιρειών
Η ασφαλιστική βιομηχανία είναι ένας από τους κατ’ εξοχήν φορείς που έχουν άμεση εμπλοκή αλλά και σοβαρές συνέπειες από τα τροχαία δυστυχήματα. Το κόστος που καλείται η βιομηχανία αυτή να καταβάλει σε αποζημιώσεις κάθε χρόνο είναι τεράστιο.
Ο κλάδος μηχανοκινήτων οχημάτων παρά το ότι για αρκετά χρόνια ήταν ασύμφορος, το επιδιωκόμενο κέρδος δεν μπορεί να περιοριστεί στην αύξηση των ασφαλίστρων και μόνο.
Οι «καλοί» οδηγοί να πληρώνουν λιγότερα!
Οι ποινές, οι βαθμοί ποινής και οι καταδίκες ενός οδηγού θα πρέπει να έχουν άμεση επίδραση στην απόφαση της ασφαλιστικής εταιρείας για αποδοχή ή όχι του κινδύνου και/ή θα καθορίζουν, μεταξύ άλλων, το ύψος των ασφαλίστρων.
Αν και σχεδόν όλες οι εταιρείες κάνουν μια γενική αναφορά στις καταδίκες, πολύ λίγες είναι ωστόσο αυτές που έχουν προχωρήσει αποφασιστικά και συστηματικά στον καθορισμό μιας σταθερής πολιτικής στη τιμολόγηση στη βάση αυτή.
Αντί μιας γενικής τιμολογιακής πολιτικής, η ασφαλιστική βιομηχανία θα πρέπει να μετατοπίσει το μεγαλύτερο ποσοστό του κόστους των δυστυχημάτων στους ώμους αυτών που διαπιστώνεται ότι τα προκαλούν και/ή που παραβιάζουν τους κανόνες. Αυτή δεν θα ήταν μόνο δίκαιη ανακατανομή του κόστους αλλά και ένα σοβαρό οικονομικό κίνητρο προς την κατεύθυνση των οδηγών για καλύτερη οδική συμπεριφορά.
Συστάσεις προς τους ασφαλιζόμενους
Θα πρέπει να γνωρίζετε ότι, η πιθανή ευθύνη σε ένα τροχαίο, δεν εξαντλείται με τα ελάχιστα όρια που προβλέπει ο νόμος αλλά προεκτείνεται στις αποζημιώσεις που επιδικάζονται από τα δικαστήρια.
Για το λόγο αυτό ο κάθε οδηγός, ιδιοκτήτης οχήματος και ασφαλιζόμενος, θα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι το ύψος των ασφαλίστρων που καταβάλλει εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη δική του οδική συμπεριφορά και το ιστορικό των αποζημιώσεων που προκαλεί.
Για την ιστορία (από τα αρχεία της www.asfalizomenos.com)
1969
Ο Περί Ασφαλιστικών Εταιρειών Νόμος του 1967, άρθρο 56, έδινε το δικαίωμα στο Υπουργικό Συμβούλιο να καθορίζει τα ασφάλιστρα αναφορικά με τους υποχρεωτικούς κλάδους ασφάλισης, σε συνεννόηση με το Συμβουλευτικό Σώμα Ασφαλειών. Έτσι, από το 1969, χρονολογία κατά την οποία εφαρμόστηκε ο πιο πάνω Νόμος, τα ασφάλιστρα για την τότε υποχρεωτική κάλυψη ήταν καθορισμένα. Ταυτόχρονα υπήρχε σε εφαρμογή και το κοινό τιμολόγιο ασφαλίστρων, (Cyprus Motor Tariff), το οποίο ακολουθούσαν οι περισσότερες ασφαλιστικές εταιρείες και αφορούσε όλες τις καλύψεις Μηχανοκινήτων Οχημάτων.
1984
Το 1984 η Βουλή ψήφισε το νέο Περί Ασφαλιστικών Εταιρειών Νόμο 72/84, το άρθρο 76 του οποίου επαναλάμβανε στην πράξη το άρθρο 56 που αναφέρεται πιο πάνω, αλλά προνοούσε ότι η εξουσία καθορισμού των ασφαλίστρων για τις υποχρεωτικές ασφαλίσεις μετατέθηκε στην Βουλή των Αντιπροσώπων.
Ο Νόμος του 1984 τέθηκε σε εφαρμογή στις 4 Ιανουαρίου του 1991. Το ειδικό Παράρτημα των Κανονισμών αυτών περιλάμβανε τους Πίνακες των Ασφαλίστρων για την Υποχρεωτική Ασφάλιση Μηχανοκινήτων Οχημάτων, οι οποίοι όμως τέθηκαν σε εφαρμογή την 1.1.1992, ημερομηνία κατά την οποία τέθηκε σε εφαρμογή και ο Νόμος 206 του 1991 που προνοούσε για την επέκταση της Υποχρεωτικής Ασφάλισης ώστε να καλύπτει επιβάτες του ιδίου του οχήματος και υλική ζημιά σε τρίτους (Ασφάλιση Έναντι Τρίτου).
Δυσμενείς Παράγοντες
Η όλη φιλοσοφία πάνω στην οποία βασίζονταν οι νέοι Κανονισμοί τιμολόγησης ήταν πολύ διαφορετική από εκείνη που ίσχυε προηγουμένως. Ενώ με το Νόμο του 1967 τα ασφάλιστρα ήταν καθορισμένα, χωρίς οποιοδήποτε δικαίωμα αυξομείωσης τους σε περίπτωση που υπήρχαν διαφορετικής φύσης κίνδυνοι, οι Κανονισμοί του 1991 καθόριζαν το βασικό ετήσιο ασφάλιστρο για κάθε κατηγορία και υποκατηγορία οχήματος και περαιτέρω καθόριζαν σειρά επιβαρύνσεων που η κάθε ασφαλιστική εταιρεία έπρεπε να επιβάλλει ανάλογα με τους δυσμενείς παράγοντες που χαρακτήριζαν είτε τον οδηγό είτε το όχημα.
Υποχρεωτική Ασφάλιση Έναντι Τρίτου
Η επέκταση της Υποχρεωτικής Ασφάλισης καθιστούσε υποχρεωτική την τότε γνωστή ασφάλιση Έναντι Τρίτου, η οποία πριν το 1992 ήταν προαιρετική.
Το κοινό τιμολόγιο ασφαλίστρων καθόριζε ως βασικό ετήσιο ασφάλιστρο για την κάλυψη αυτή το ποσό των £69, για ένα ιδιωτικό όχημα των 1600 κ.ε. και περαιτέρω καθόριζε ορισμένες επιβαρύνσεις και εκπτώσεις. Μια από αυτές ήταν η έκπτωση για την μη υποβολή απαίτησης (no claim discount) που παρείχε την ευχέρεια μείωσης του πιο πάνω ασφαλίστρου μέχρι και κατά 30%. Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το βασικό ετήσιο ασφάλιστρο των £69 είχε καθοριστεί το 1982.
1992
Ο Νόμος για την Υποχρεωτική Ασφάλιση και οι Πίνακες των εν λόγω Κανονισμών τέθηκαν σε εφαρμογή την 1.1.1992. Τα καθορισμένα ασφάλιστρα για την Υποχρεωτική Ασφάλιση ίσχυαν από την ημερομηνία αυτή, χωρίς οποιεσδήποτε τροποποιήσεις, μέχρι τις 7 Ιουλίου του 1995 που δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και τέθηκαν σε εφαρμογή οι νέοι αναθεωρημένοι Κανονισμοί.
Σημειώνεται ότι λίγους μήνες μετά από την εφαρμογή της Υποχρεωτικής Ασφάλισης το 1992, διαφάνηκε ότι ο Κλάδος παρουσίαζε σοβαρά προβλήματα επιβίωσης αφού τα ασφάλιστρα είχαν καθοριστεί αυθαίρετα, χωρίς την υιοθέτηση οποιασδήποτε, επιστημονικά αποδεκτής, μεθόδου και περαιτέρω βασίζονταν σε οικονομικά δεδομένα που ίσχυαν το 1986, ημερομηνία κατά την οποία ξεκίνησε η διαδικασία για τον καθορισμό τους.
1994
Στις 22.7.1994 δημοσιεύτηκε σχετικό Νομοσχέδιο με διατάξεις που διαλάμβαναν την τροποποίηση του άρθρου 76 κατά τρόπον ώστε τα ασφάλιστρα, σε σχέση με την Υποχρεωτική Ασφάλιση Μηχανοκινήτων Οχημάτων, αφεθούν ελεύθερα, εξαιρουμένων εκείνων των ασφαλίστρων που χρεώνονταν από την Κοινοπραξία Ασφαλιστών Μηχανοκινήτων Οχημάτων Δημόσιας Χρήσης.
Παρά τις επιφυλάξεις που εκφράστηκαν τόσο από την Κυβέρνηση όσο και από τους Ασφαλιστές, η Βουλή επέμενε στη θέση της για καθορισμό πλαισίου που θα περιλάμβανε μόνο ανώτατο βασικό ετήσιο ασφάλιστρο, το οποίο θα καθοριζόταν με την αναθεώρηση των τότε ισχυόντων ετήσιων βασικών ασφαλίστρων προς τα πάνω κατά 30%.
1995
Από τον Ιούλιο του 1995 μέχρι τον Νοέμβριο του 1996 οι αναθεωρημένοι Πίνακες Ασφαλίστρων εφαρμόζονταν χωρίς οποιαδήποτε προβλήματα. Στις 18 Νοεμβρίου 1996, η Βοηθός Έφορος Ασφαλειών καθώς και εκπρόσωποι του Ταμείου Ασφαλιστών Μηχανοκινήτων Οχημάτων, παρευρέθηκαν σε συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών, με σκοπό τη συζήτηση Νομοσχεδίου που προνοούσε για ορισμένες τροποποιήσεις στον Περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια Υπέρ Τρίτου) Νόμο, ως αποτέλεσμα της ένταξης της Κύπρου στο Σύστημα Πράσινης Κάρτας.
2000
Από τις 7 Ιουλίου 2000 τέθηκε σε ισχύ ο νέος Περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων Νόμος (Ασφάλιση Έναντι Τρίτου) του 2000, οποίος αναφέρεται σε όλα τα μηχανοκίνητα ή ηλεκτροκίνητα οχήματα που κυκλοφορούν σε δημόσιους δρόμους.
Σε γενικές γραμμές ο νέος Νόμος, που ισχύει μέχρι σήμερα, βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στον παλιό, με αρκετές εν τούτοις αλλαγές. Με την εισαγωγή του νέου Νόμου, ο παλιός καταργήθηκε. Η βασική καινοτομία ήταν η ελεύθερη τιμολόγηση των κινδύνων από κάθε ασφαλιστική εταιρεία.
2007
Το νομοσχέδιο που βρίσκεται ενώπιον της Επιτροπής Οικονομικών της Βουλής, προνοεί την αύξηση την αύξηση του ελάχιστου ορίου κάλυψης για υλικές ζημιές από £60.000 (€100.000 περίπου) σε €1.000.000 και για σωματικές βλάβες από £2.000.000 ανά αξίωση σε €30.000.000 ανά περιστατικό (συμβάν).
Η νέα νομοθεσία ήταν αναγκαία για σκοπούς εναρμόνισης την 5η Οδηγία για την Ευθύνη Μηχανοκινήτων Οχημάτων της ΕΕ. Το αυθεντικό κείμενο της Οδηγίας μπορείτε να το εξασφαλίσετε από την ιστοσελίδα της asfalizomenos.com.
Ενώ το όριο για υλικές ζημιές αυξάνεται σημαντικά, κάτι που εθεωρείτο αναγκαίο κατά τα τελευταία χρόνια, το όριο για σωματικές βλάβες αποκτά οροφή ανά περιστατικό αντί ανά αξίωση όπως ισχύει σήμερα. Δηλαδή, όσες και να είναι οι αξιώσεις για αποζημίωση σε ένα περιστατικό, όλες μαζί δεν μπορούν να υπερβαίνουν τα €30.000.000.