Παραμένουν οι προκλήσεις στην αγορά εργασίας, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ- ILO).
Νέες προβλέψεις της ILO δείχνουν ότι η παγκόσμια ανεργία θα μειωθεί μέτρια φέτος, καθώς οι ανισότητες στην αγορά εργασίας εξακολουθούν να υφίστανται, με τις γυναίκες σε χώρες χαμηλού εισοδήματος να επηρεάζονται ιδιαίτερα.
Σύμφωνα με την έκθεση Μαΐου για την παγκόσμια απασχόληση και τις κοινωνικές προοπτικές της ΔΟΕ, το παγκόσμιο ποσοστό ανεργίας το 2024, θα ανέλθει στο 4,9%, από 5,0% το 2023. Το ποσοστό αναθεωρεί προς τα κάτω την προηγούμενη πρόβλεψη της ΔΟΕ για 5,2% για φέτος.
Για το 2025, το ποσοστό της ανεργίας εκτιμάται να παραμείνει στο 4,9%.
Στην Κύπρο, ο αριθμός των εγγεγραμμένων ανέργων υποχώρησε το φετινό Μάιο στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Μάιο του 2008, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιοποίησε η Στατιστική Υπηρεσία.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat, η ανεργία μειώθηκε τον Απρίλιο στο 4,4% από 4,9% το Μάρτιο και 6,3% τον Απρίλιο του 2023.
Διαρκής έλλειψη ευκαιριών απασχόλησης
Η έκθεση υπογραμμίζει τη διαρκή έλλειψη ευκαιριών απασχόλησης. Η ΔΟΕ εκτιμά ότι το «κενό θέσεων εργασίας», το οποίο μετρά τον αριθμό των ατόμων χωρίς δουλειά αλλά που θέλουν να εργαστούν, ανέρχεται σε 402 εκατ. άτομα το 2024. Αυτό περιλαμβάνει 183 εκατ. ανθρώπους που υπολογίζονται ως άνεργοι.
«Η έκθεση αποκαλύπτει κρίσιμες προκλήσεις απασχόλησης που πρέπει ακόμη να αντιμετωπίσουμε. Παρά τις προσπάθειές μας να μειώσουμε τις παγκόσμιες ανισότητες, η αγορά εργασίας παραμένει ένας άνισος χώρος ανταγωνισμού, ειδικά για τις γυναίκες», δήλωσε ο Γενικός Διευθυντής της ΔΟΕ, Gilbert F. Houngbo.
«Για να επιτύχουμε μια βιώσιμη ανάκαμψη της οποίας τα οφέλη μοιράζονται όλοι, πρέπει να εργαστούμε για πολιτικές χωρίς αποκλεισμούς που λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες όλων των εργαζομένων. Πρέπει να θέσουμε την ένταξη και την κοινωνική δικαιοσύνη στον πυρήνα των πολιτικών και των θεσμών μας. Αν δεν το κάνουμε, δεν θα επιτύχουμε το στόχο μας για να εξασφαλίσουμε ισχυρή και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη», τόνισε.
Επηρεάζονται δυσανάλογα οι γυναίκες σε χώρες χαμηλού εισοδήματος
Αναλυτικά στοιχεία της έκθεσης, δείχνουν ότι οι γυναίκες, ειδικά σε χώρες χαμηλού εισοδήματος, επηρεάζονται δυσανάλογα από την έλλειψη ευκαιριών.
Το χάσμα στις θέσεις εργασίας για τις γυναίκες στις χώρες χαμηλού εισοδήματος, φθάνει στο εντυπωσιακό 22,8%, έναντι 15,3% για τους άνδρες. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις χώρες υψηλού εισοδήματος, όπου το ποσοστό είναι 9,7% για τις γυναίκες και 7,3% για τους άνδρες.
Αυτές οι διαφορές είναι απλώς η «κορυφή του παγόβουνου», καθώς πολύ περισσότερες γυναίκες από ό,τι άνδρες, είναι εντελώς αποκομμένες από την αγορά εργασίας.
Η έκθεση διαπιστώνει ότι οι οικογενειακές ευθύνες μπορούν να εξηγήσουν μεγάλο μέρος της διαφοράς που παρατηρείται στα ποσοστά απασχόλησης των γυναικών και των ανδρών.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, το 45,6% των γυναικών σε ηλικία εργασίας απασχολούνται το 2024, σε σύγκριση με το 69,2% των ανδρών.
Ακόμη και όταν οι γυναίκες εργάζονται, τείνουν να κερδίζουν πολύ λιγότερα από τους άνδρες, ιδιαίτερα σε χώρες χαμηλού εισοδήματος.
Ενώ οι γυναίκες στις χώρες υψηλού εισοδήματος κερδίζουν εβδομήντα τρία σεντ σε σύγκριση με ένα δολάριο που κερδίζουν οι άνδρες, ο αριθμός αυτός πέφτει σε μόλις σαράντα τέσσερα σεντς στις χώρες χαμηλού εισοδήματος.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΔΟΕ, παρά την έγκριση της Ατζέντας 2030 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη το 2015, η πρόοδος στη μείωση της φτώχειας, έχει επιβραδυνθεί σε σύγκριση με την προηγούμενη δεκαετία.
Ο αριθμός των εργαζομένων σε άτυπη απασχόληση αυξήθηκε από περίπου 1,7 δισ. το 2005, σε 2,0 δισ. το 2024.
Για την επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης, απαιτείται επειγόντως «μια συνολική προσέγγιση» για τη μείωση της φτώχειας και της ανισότητας, καταλήγει η έκθεση.