Ο πληθωρισμός σήμερα έχει μειωθεί σημαντικά, αλλά εξακολουθεί να αναμένεται ότι θα παραμείνει πολύ υψηλός για πολύ καιρό, ανέφερε ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Luis de Guindos, στην 26η εβδομάδα Euro Finance της Φρανκφούρτης.
Ταυτόχρονα, επεσήμανε, ότι οι προοπτικές ανάπτυξης για την οικονομία της ευρωζώνης επιδεινώθηκαν περαιτέρω, καθώς η παγκόσμια αναπτυξιακή δυναμική επιβραδύνεται και οι αυστηρότεροι όροι χρηματοδότησης επιβαρύνουν ολοένα και περισσότερο τις επενδύσεις και τις καταναλωτικές δαπάνες.
Το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους το πραγματικό ΑΕΠ μειώθηκε κατά 0,1% σε τριμηνιαία βάση με τον κ. De Guindos να υπογραμμίζει ότι υπάρχουν ενδείξεις ότι η μεταποιητική παραγωγή παραμένει σταθερά σε πτωτική πορεία, ενώ ο τομέας των υπηρεσιών έχει αποδυναμωθεί περαιτέρω.
Τόνισε ότι η ασθενέστερη βιομηχανική δραστηριότητα μεταδίδεται στις υπηρεσίες και ο αντίκτυπος των υψηλότερων επιτοκίων διευρύνεται.
«Είναι πιθανό ότι η οικονομία της ευρωζώνης, θα παραμείνει υποτονική στο εγγύς μέλλον. Ωστόσο, φαίνεται ότι θα ενισχυθεί ξανά μεσοπρόθεσμα, καθώς ο πληθωρισμός μειώνεται περαιτέρω, τα πραγματικά εισοδήματα των νοικοκυριών ανακάμπτουν και η ζήτηση για εξαγωγές αυξάνεται», υπογράμμισε.
Πρόσθεσε ότι οι προηγούμενες αυξήσεις των επιτοκίων συνεχίζουν να μεταδίδονται δυναμικά σε χρηματοοικονομικές και νομισματικές συνθήκες.
Το κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών συνέχισε να αυξάνεται και μετακυλίεται σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Ο συνδυασμός υψηλότερων επιτοκίων δανεισμού και εξασθένησης της δραστηριότητας οδήγησε σε περαιτέρω απότομη πτώση της ζήτησης πιστώσεων το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους.
«Βλέπουμε επίσης αυξανόμενα σημάδια του αντίκτυπου των πολιτικών μας αποφάσεων στην πραγματική οικονομία», παραδέχθηκε.
«Περαιτέρω σύσφιξη εξακολουθεί να βρίσκεται στα σκαριά από την τρέχουσα πολιτική και πρόκειται να μειώσει περαιτέρω τη ζήτηση και να συμβάλει στην πτώση του πληθωρισμού», τόνισε.
Αισθητή μείωση πληθωρισμού - Πηγές αβεβαιότητας
Όσον αφορά τον πληθωρισμό, ανέφερε ότι βρισκόταν σε πτωτική τροχιά τους τελευταίους 12 μήνες, ωστόσο μειώθηκε αισθητά τόσο το Σεπτέμβριο, όσο και τον Οκτώβριο.
Τώρα ανέρχεται στο 2,9%, σύμφωνα με την προκαταρκτική εκτίμηση της Eurostat.
Η πτώση, η οποία οφειλόταν εν μέρει στις ισχυρές επιδράσεις της βάσης, ήταν ευρεία, αντανακλώντας την πτώση των τιμών της ενέργειας και την μείωση του πληθωρισμού τροφίμων, αγαθών και υπηρεσιών.
«Αναμένουμε μια προσωρινή ανάκαμψη του πληθωρισμού τους επόμενους μήνες, καθώς οι επιδράσεις της βάσης από την απότομη αύξηση των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων το φθινόπωρο του 2022 πέφτουν σε σχέση με τον υπολογισμό του έτους».
«Βλέπουμε όμως τη γενική αποπληθωριστική διαδικασία να συνεχίζεται μεσοπρόθεσμα. Οι τιμές της ενέργειας παραμένουν μια σημαντική πηγή αβεβαιότητας εν μέσω αυξημένων γεωπολιτικών εντάσεων και των επιπτώσεων των δημοσιονομικών μέτρων», υπέδειξε ο κ. de Guindos.
Το ίδιο ισχύει, πρόσθεσε, και για τις τιμές των τροφίμων, οι οποίες ενδέχεται επίσης να υποστούν ανοδική πίεση λόγω των δυσμενών καιρικών φαινομένων και της εξελισσόμενης κλιματικής κρίσης ευρύτερα.
Τόνισε ότι ενώ οι περισσότεροι δείκτες μακροπρόθεσμων προσδοκιών για τον πληθωρισμό βρίσκονται περίπου στο 2 %, ορισμένοι δείκτες παραμένουν υψηλοί και πρέπει να παρακολουθούνται στενά.
Αποδυναμώνεται η αγορά εργασίας
Όσον αφορά την απασχόληση, είπε ότι η ανθεκτικότητα της αγοράς εργασίας ήταν ένα φωτεινό σημείο για την οικονομία της ευρωζώνης, αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι η αγορά εργασίας αρχίζει να αποδυναμώνεται.
«Δημιουργούνται λιγότερες νέες θέσεις εργασίας και, σύμφωνα με την τελευταία προκαταρκτική εκτίμηση, οι προσδοκίες για την απασχόληση συνέχισαν να μειώνονται τον Οκτώβριο τόσο για τις υπηρεσίες όσο και για τη μεταποίηση», σημείωσε.
Εύθραυστη η οικονομική σταθερότητα
Όσον αφορά τις προοπτικές χρηματοπιστωτικής σταθερότητας , ανέφερε ότι παραμένουν εύθραυστες καθώς οι σταδιακές επιπτώσεις των αυστηρότερων χρηματοοικονομικών συνθηκών τόσο στον χρηματοπιστωτικό όσο και στον μη χρηματοπιστωτικό τομέα επικρατούν.
Αυτές οι ανησυχίες ενισχύονται από την πρόσφατη ανοδική μετατόπιση των αποδόσεων των ομολόγων λόγω του αφηγήματος για «υψηλότερο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα» πληθωρισμό και της έξαρσης των εντάσεων στη Μέση Ανατολή, που έχουν προσθέσει την αβεβαιότητα γύρω από τις προοπτικές, επεσήμανε.
Συμπλήρωσε ότι μετά από μια περίοδο χαμηλότερης αστάθειας της αγοράς μέχρι τον Αύγουστο, η αυξανόμενη προοπτική ψηλών επιτοκίων για μεγαλύτερη διάρκεια έχει αρχίσει να επιβαρύνει τις πιο ριψοκίνδυνες αποτιμήσεις περιουσιακών στοιχείων τους τελευταίους μήνες.
Σημείωσε ότι η διάθεση ρίσκου στις αγορές παραμένει ιδιαίτερα ευαίσθητη σε περαιτέρω εκπλήξεις στον πληθωρισμό και την οικονομική ανάπτυξη.
«Ο υψηλότερος από τον αναμενόμενο πληθωρισμός ή η χαμηλότερη ανάπτυξη θα μπορούσαν να προκαλέσουν αύξηση της αστάθειας της αγοράς και των ασφαλίστρων κινδύνου, αυξάνοντας την πιθανότητα πραγματοποίησης πιστωτικών γεγονότων», τόνισε.
Υπέδειξε επίσης, ότι υπάρχουν τρωτά σημεία σε ότι αφορά τον μη χρηματοοικονομικό τομέα, επισημαίνοντας πως σε ότι αφορά τον πιστωτικό κίνδυνο, κάποια μη χρηματοοικονομικοί οργανισμοί παραμένουν εκτεθειμένα σε τομείς ευαίσθητους στα επιτόκια, όπως οι υπερχρεωμένες εταιρείες και ο τομέας ακινήτων.
Τα επιδεινούμενα εταιρικά στοιχεία και η συνεχιζόμενη διόρθωση στις αγορές ακινήτων, μπορούν σύμφωνα με τον κ. de Guindos, να εκθέσουν τους μη χρηματοοικονομικούς οργανισμούς που έχουν επενδύσει σε αυτούς τους τομείς σε επανεκτίμηση των απωλειών και σε απομάκρυνση επενδυτών.