Ο παράκτιος και θαλάσσιος τουρισμός, που αντιπροσωπεύει περίπου το 50% των παγκόσμιων τουριστικών δαπανών, είναι ένας από τους τομείς, που εκτίθενται περισσότερο στις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη και για να «σωθεί» απαιτείται επένδυση περίπου 65 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως έως το 2030, που αντιστοιχεί μόνο στο 8% των εσόδων από άμεση φορολογία, σύμφωνα με την παγκόσμια περιβαλλοντική πλατφόρμα EFEverde.
Σύμφωνα με έκθεση, που εκπονήθηκε από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ταξιδιών και Τουρισμού (WTTC), σε συνεργασία με τον ισπανικό όμιλο Iberostar και την εταιρεία συμβούλων Oxford Economics, ο παράκτιος τουρισμός είναι υπεύθυνος για το 3% των παγκόσμιων εκπομπών και το 2023 είχε συνδυασμένο οικονομικό αντίκτυπο (άμεσο και έμμεσo) 3,3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων και περισσότερες από 100 εκατομμύρια θέσεις εργασίας.
Η δραστηριότητά του απέφερε έσοδα από άμεσους φόρους ύψους 820 δισεκατομμυρίων δολαρίων, αριθμός που ανέρχεται σε 1,3 τρισεκατομμύρια αν ληφθούν υπόψη τα έσοδα που παράγονται σε όλη την αλυσίδα αξίας του κλάδου.
Αυτά τα έσοδα και οι θέσεις εργασίας κινδυνεύουν εάν δεν ληφθούν μέτρα για την προστασία του από την κλιματική αλλαγή, η οποία θα απαιτούσε 65 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως μέχρι το 2030.
Αν και αυτό το ποσοστό μπορεί να φαίνεται υψηλό, η αποτυχία δράσης θα συνεπάγεται «πολύ μεγαλύτερο» κόστος, όχι μόνο οικονομικά αλλά και σε ζωές και ψυχολογική ζημιά από την εξαφάνιση ανθρώπων, ειδών, τόπων κ.λπ., δήλωσε ο Αντιπρόεδρος Έρευνας και Αειφορίας του WTTC, Κρίστοφερ Ίμπσεν.
Προορισμοί όπως το Μαϊάμι και η Νέα Υόρκη βρίσκονται σε κίνδυνο
Οι κύριοι κλιματικοί κίνδυνοι, που απειλούν τους παράκτιους και θαλάσσιους τουριστικούς προορισμούς περιλαμβάνουν την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, την αυξημένη συχνότητα και τη σοβαρότητα των ακραίων καιρικών φαινομένων και την απώλεια «βασικών αξιοθέατων» όπως οι κοραλλιογενείς ύφαλοι.
Αυτοί οι κίνδυνοι απειλούν τόσο την τουριστική ζήτηση όσο και την ίδια την ύπαρξη ορισμένων προορισμών, ιδιαίτερα μικρών νησιωτικών αναπτυσσόμενων κρατών, που είναι ιδιαίτερα ευάλωτα λόγω της μεγάλης εξάρτησής τους από τον τουρισμό και της υψηλής έκθεσης σε ακραία καιρικά φαινόμενα.
Σύμφωνα με μελέτες που διεξήγαγε το WTTC, η αυξημένη ένταση των τυφώνων στην Καραϊβική θα μπορούσε να οδηγήσει σε ετήσια μείωση 1% στις αφίξεις τουριστών, κάτι που θα σήμαινε περισσότερα από 100 εκατομμύρια δολάρια σε χαμένο τουριστικό εισόδημα ετησίως.
Η ανάλυση του WTTC προβλέπει ότι έως το 2050, 800 εκατομμύρια άνθρωποι θα ζουν σε πόλεις όπου η στάθμη της θάλασσας θα μπορούσε να ανέβει περισσότερο από μισό μέτρο. Μεταξύ αυτών των πόλεων που κινδυνεύουν είναι το Μαϊάμι, η Γκουανγκζού, η Νέα Υόρκη, η Μπανγκόκ, η Τζακάρτα και η Βομβάη.
"Ο παράκτιος και θαλάσσιος τουρισμός βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του κλιματικού κινδύνου και της ευπάθειας. Ο μετριασμός και η προσαρμογή σε αυτούς τους κινδύνους είναι ουσιαστικής σημασίας για τη διατήρηση της οικονομικής και πολιτιστικής αξίας των προορισμών που επηρεάζονται", προσθέτει η έκθεση.
Απανθρακοποίηση και προστασία του κλάδου
Η απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές συνεπάγεται μέτρα όπως η ηλεκτροδότηση των στόλων, κάτι που, ωστόσο, δεν είναι χρήσιμο εάν αυτοί οι στόλοι δεν μπορούν να τροφοδοτηθούν με ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές.
Η χρήση βιώσιμων καυσίμων στις αεροπορικές και θαλάσσιες μεταφορές ή η σύναψη συμβάσεων με προμηθευτές πιο βιώσιμων αγαθών και υπηρεσιών είναι άλλοι εξαιρετικοί τρόποι για τη μείωση του αποτυπώματος του τουρισμού και του παράκτιου τομέα, σύμφωνα με την έκθεση.
Για την προστασία του κλάδου από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, το WTTC υποστηρίζει την ανάπτυξη λύσεων βασισμένων στη φύση, όπως η αποκατάσταση και η διατήρηση των μαγγροβίων, που διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην προστασία των ακτών, μειώνοντας τις επιπτώσεις των καταιγίδων και των τυφώνων και αποτρέποντας τη διάβρωση.
Ανάμεσα σε αυτές τις φυσικές άμυνες, ξεχωρίζουν και οι κοραλλιογενείς ύφαλοι, ένα από τα μεγαλύτερα αξιοθέατα για δύτες και πολλά από τα οποία κινδυνεύουν να εξαφανιστούν.