Ανοχύρωτη πολιτεία
Λίγοι θα πρόσεξαν την περασμένη βδομάδα ένα αρθρίδιο στη Financial Times που υποστηρίζει ότι η Κύπρος θα ακολουθήσει την Πορτογαλία στο ταμείο στήριξης της ΕΕ πριν την Ισπανία ή την Ιταλία.
Το blog των FT δεν παραθέτει ιδιαίτερα πειστικά στοιχεία, ούτε λαμβάνει υπόψη κάποιους από τους παράγοντες που κάνουν την Κύπρο να διαφέρει από τις χώρες αυτές.
Έχει όμως τη σημασία του γιατί φέρνει στην επιφάνεια τις αντιλήψεις που άρχισαν να δημιουργούνται διεθνώς για την κατάσταση της κυπριακής οικονομίας.
Ίσως οι αντιλήψεις αυτές να είναι λανθασμένες. Το ότι υπάρχουν, όμως, σημαίνει ότι η δική μας συμπεριφορά πρέπει να τις λαμβάνει υπόψη, ιδίως αν χρειάζεται να δανειστούμε από τις διεθνείς αγορές.
Οι κυπριακές τράπεζες – που με βάση τους ξένους οίκους αξιολόγησης, αποτελούν τη βασικότερη εστία κινδύνου για το σύστημα – φαίνεται να έχουν αντιληφθεί τα σημεία των καιρών.
Προχώρησαν τους τελευταίους μήνες σε μεγάλες αυξήσεις κεφαλαίων και έχουν ήδη ανακοινώσει νέες αυξήσεις για τους επόμενους μήνες. Άρχισαν επίσης να βελτιώνουν την κεφαλαιακή τους βάση με διάθεση κάποιων στοιχείων του ενεργητικού τους.
Με λίγα λόγια, οι τράπεζες οχυρώνονται για να είναι σε θέση να αντεπεξέλθουν σε περίπτωση επιδείνωσης των οικονομικών δεδομένων.
Έκαναν, δηλαδή, ό,τι μπορούν, υπό τις περιστάσεις.
Μπορεί να πει κάποιος το ίδιο και για την πολιτεία;
Η έστω μικρή μείωση του ελλείμματος από το 6,1% του ΑΕΠ το 2009 στο 5,3% το 2010 είναι θετική.
Και η προσδοκώμενη μείωση του φετινού ελλείμματος στο 4% είναι επίσης θεμιτή.
Τα δεδομένα που δημιουργούνται γύρω μας, όμως, χρειάζονται πιο δραστικά μέτρα.
Η ολιγωρία που παρατηρείται στη συγκράτηση του κρατικού μισθολογίου είναι ανεξήγητη και στέλνει τα λανθασμένα μηνύματα στους αξιολογητές και στους πιστωτές μας.
Η καθυστέρηση στην αναμόρφωση του συνταξιοδοτικού συστήματος, στην εισαγωγή εισοδηματικών κριτηρίων και στον ορθολογισμό του φόρου ακίνητης ιδιοκτησίας είναι επίσης επιζήμια.
Η πολιτεία κάνει μικρά βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση. Με ρυθμούς όμως που δεν πείθουν τις διεθνείς αγορές που θεωρούν – ορθά ή λανθασμένα – ότι το πρόβλημα είναι βαθύτερο.
Αντιλαμβάνομαι, φυσικά, το πολιτικό κόστος μιας πιο δραστικής δημοσιονομικής αναπροσαρμογής. Αν το δούμε με στυγνή πολιτική λογική, στη χειρότερη των περιπτώσεων ίσως σημαίνει την απώλεια μιας ή και δύο εδρών.
Το τίμημα, όμως, που θα κληθούμε να πληρώσουμε σαν πολιτεία για την ολιγωρία μας είναι πολύ μεγαλύτερο από τις δύο ή τρεις ποσοστιαίες μονάδες που θα χάσει ένα κόμμα.
Είναι η παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων σε ξένους πιστωτές.
Στους ίδιους πιστωτές από τους οποίους θα εξαρτόμαστε για την επίλυση του εθνικού μας προβλήματος.
Αντώνης Α. Έλληνας
Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικών Επιστημών
Πανεπιστήμιο Κύπρου