Επιβεβλημένη η ανάγκη συνολικής μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος
Η αξιοπρεπής διαβίωση των συνταξιούχων – υποδηλώνει το επίπεδο πολιτισμού μιας χώρας
3+1 Πυλώνες συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης
Το ζήτημα της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος είναι ένα κρίσιμο ζήτημα για την εξασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης στους συνταξιούχους, ιδιαίτερα σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από έντονες δημογραφικές προκλήσεις όπως η γήρανση του πληθυσμού και η μείωση της γεννητικότητας. Ένα ισορροπημένο και βιώσιμο συνταξιοδοτικό σύστημα θα πρέπει να βασίζεται στην αλληλεπίδραση των τριών πυλώνων συνταξιοδοτικών παροχών που είναι η βασική ασφάλιση μέσω του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, τα Ταμεία Πρόνοιας που κατά κανόνα διέπονται από τις Συλλογικές Συμβάσεις, τα σχέδια ιδιωτικής ασφάλισης και επιπρόσθετα ο τέταρτος πυλώνας που δεν πρέπει να παραγνωρίζεται, που αφορά τον κοινωνικό ρόλο του κράτους στην ενίσχυση των χαμηλοσυνταξιούχων σε μεσοπρόθεσμο διάστημα.
Αυτοί οι τρεις + ένας πυλώνες πρέπει να λειτουργούν παράλληλα και συμπληρωματικά για να παρέχουν επάρκεια στις συνταξιοδοτικές παροχές και να εξασφαλίζουν ότι όλοι οι συνταξιούχοι θα έχουν τη δυνατότητα αξιοπρεπούς διαβίωσης μακροπρόθεσμα. Είναι για αυτό το λόγο που ο επικείμενος διάλογος για τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση, θα πρέπει να διεξαχθεί σε εποικοδομητικό πνεύμα από όλους τους κοινωνικούς εταίρους με μία ξεκάθαρη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη στόχευση προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.
Σε σχέση με τον πρώτο πυλώνα που είναι η βασική ασφάλιση μέσω του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΤΚΑ), που έχει στόχο να παρέχει έναν ελάχιστο βαθμό εισοδηματικής ασφάλειας σε όλους τους πολίτες κατά τη συνταξιοδότηση, απαιτούνται οι εξής μεταρρυθμίσεις:
Διασφάλιση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας: Το δημογραφικό πρόβλημα με τη γήρανση του πληθυσμού επιβαρύνει μακροπρόθεσμα τη χρηματοδότηση του συστήματος. Είναι για αυτό το λόγο που το ΤΚΑ μέσα από τις υφιστάμενες του ρυθμίσεις έχει διασυνδέσει τη συντάξιμη ηλικία με τη μεταβολή του προσδόκιμου ζωής (για την ώρα παραμένει σταθερό και δεν επιβάλλεται αύξηση της συντάξιμης ηλικίας), όπως επίσης και η αύξηση των εισφορών κάθε 5 χρόνια από τα τρία μέρη (εργαζόμενους, εργοδότες και κράτος) μέχρι το 2039. Αυτές είναι οι ρυθμίσεις που κατά κύριο λόγο έχουν εξασφαλίσει με βάση τη αναλογιστική μελέτη, τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του ΤΚΑ μέχρι το 2080. Παράλληλα όμως, πρέπει να σημειώσουμε πως αυτό το οποίο απουσιάζει από το Ταμείο, είναι μία ολοκληρωμένη και χαμηλού ρίσκου επενδυτική πολιτική του αποθεματικού του Ταμείου, που θα του εξασφαλίζει καλύτερες αποδόσεις και οι οποίες θα συμβάλουν στην περαιτέρω χρηματοδότηση με αποτέλεσμα τη βελτίωση των παροχών του και την παραπέρα ενίσχυση της βιωσιμότητάς του.
Δίκαιη και προοδευτική παροχή: Η βασική σύνταξη πρέπει να είναι επαρκής για να διασφαλίζει ένα ελάχιστο επίπεδο διαβίωσης, ειδικά για τα άτομα με χαμηλό εισόδημα. Η καθιέρωση ενός κατώτατου ορίου σύνταξης είναι κεντρικής σημασίας για την αποφυγή του κινδύνου της φτώχειας στην τρίτη ηλικία. Είναι για αυτό το λόγο που επιβάλλεται μέσα από την μεταρρύθμισης τους συνταξιοδοτικού συστήματος, να οριστούν ελάχιστα όρια συνεισφορών κατά τον εργάσιμο βίο του καθενός, μέσα από μία επιστημονική μελέτη από το Διεθνές Γραφείο Εργασίας (ILO), έτσι που να καθορίζει τα επίπεδα συνεισφορών που απαιτούνται για τη διασφάλιση επαρκούς βασικής σύνταξης για όλους τους δικαιούχους.
Διαφάνεια και εμπιστοσύνη: Οι πολίτες πρέπει να έχουν σαφή ενημέρωση για το πώς αξιοποιούνται οι συνεισφορές τους, πως υπολογίζεται η σύνταξή τους, πώς μπορούν να προγραμματίσουν τη συνταξιοδότηση και ποιες θα είναι οι κρατικές παροχές. Για το λόγο αυτό είναι σημαντική η μεταρρύθμιση και η αναβάθμιση του ρόλου του Συμβουλίου Κοινωνικών Ασφαλίσεων στο οποίο εκπροσωπούνται όλες οι ομάδες των συνεισφορέων, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η χρηστή διοίκηση του Ταμείου. Με τον τρόπο αυτό θα μπορεί ο καθένας να αντιληφθεί τη σημασία της μελλοντικής συνταξιοδότησης του, να αυξηθεί το επίπεδο εμπιστοσύνης προς τον θεσμό και να δημιουργηθεί μία ορθή κουλτούρα οικονομικού προγραμματισμού για τις μελλοντικές συνταξιοδοτικές ανάγκες.
Πέραν των πιο πάνω, στο πλαίσιο της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης και ανεξάρτητα εάν το θέμα του 12% (αναλογιστική αναπροσαρμογή) ρυθμιστεί νωρίτερα, θα πρέπει να επαναξιολογηθεί στο πλαίσιο της συνολικής μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού για οριστική και δίκαιη διευθέτηση που θα έχει οριζόντια προσέγγιση για όλους τους δικαιούχους.
Σε σχέση με τον δεύτερο πυλώνα που είναι τα επαγγελματικά Ταμεία Πρόνοιας (ή συμπληρωματική ασφάλιση), τα οποία παρέχουν πρόσθετες συνταξιοδοτικές παροχές με τη συμμετοχή και χρηματοδότηση του εργοδότη και του εργαζομένου, στοχεύουν στην ενίσχυση του εισοδήματος κατά τη συνταξιοδότηση. Θα πρέπει ο θεσμός να επεκταθεί στο πλαίσιο της επέκτασης της κάλυψης των Συλλογικών Συμβάσεων και στη βάση της πρόνοιας της ευρωπαϊκής οδηγίας για τον κατώτατο μισθό (στόχευση η κάλυψη των Συλλογικών Συμβάσεων να φτάσει το 80% των εργαζομένων) και ο θεσμός να είναι υποχρεωτικός για την κάλυψη του συνόλου των εργαζομένων.
Τα ταμεία αυτά, τα οποία χρηματοδοτούνται από κεφαλαιοποιημένες εισφορές, για να είναι αποτελεσματικά επιβάλλεται να υπάρξουν οι πιο κάτω αλλαγές:
Προσβασιμότητα: Τα ταμεία πρόνοιας πρέπει να είναι διαθέσιμα και προσβάσιμα για το σύνολο των εργαζομένων, στη βάση νομοθεσίας που πρέπει να θεσπιστεί, ανεξαρτήτως επαγγελματικής κατηγορίας, με σκοπό την εξασφάλιση επαρκούς συμπληρωματικής ασφάλισης. Ιδιαίτερη ρύθμιση θα πρέπει να ληφθεί για τους χαμηλόμισθους (οι οποίοι καλύπτονται από τον εθνικό κατώτατο μισθό (ΕΚΜ)) και τους αυτοαπασχολούμενους, που συχνά δεν έχουν πρόσβαση σε αυτά τα ταμεία.
Αποτελεσματική διαχείριση κεφαλαίων: Το νομοθετικό πλαίσιο που αφορά τη διαχείριση των κεφαλαίων των ταμείων πρόνοιας πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω με στόχο τη μεγιστοποίηση των αποδόσεων, καλύτερους μηχανισμούς διακυβέρνησης και διαφάνειας και πιο αποτελεσματικής εποπτείας για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα και η ασφάλεια των επενδύσεων.
Σε σχέση με τον τρίτο πυλώνα που αφορά την ιδιωτική συνταξιοδοτική ασφάλιση, η οποία προσφέρεται σε ατομικό και εθελοντικό επίπεδο και βασίζεται στην προσωπική αποταμίευση και που προσφέρει τη δυνατότητα στους πολίτες να ενισχύσουν ακόμη περισσότερο το εισόδημά τους μετά τη συνταξιοδότηση, χρειάζεται για να λειτουργήσει σωστά αυτός ο πυλώνας να γίνουν οι ακόλουθες παρεμβάσεις:
Κίνητρα και φορολογικές ελαφρύνσεις: Η συμμετοχή σε ιδιωτικά ασφαλιστικά προγράμματα μπορεί να ενισχυθεί με τη θέσπιση φορολογικών ελαφρύνσεων για τις εισφορές σε ιδιωτικά ταμεία. Αυτό θα ενθαρρύνει τους πολίτες να επενδύσουν στις συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις.
Εξασφάλιση διαφάνειας και αξιοπιστίας: Οι πολίτες πρέπει να είναι βέβαιοι ότι τα ιδιωτικά ασφαλιστικά προϊόντα είναι αξιόπιστα, με εγγυημένες αποδόσεις και ασφάλεια των επενδύσεών τους. Επομένως, η αυστηρή εποπτεία από τις κρατικές αρχές και οι κατάλληλοι ελεγκτικοί μηχανισμοί είναι ζωτικής σημασίας για αυτό χρειάζεται επαναξιολόγηση του νομοθετικού πλαισίου, ιδιαίτερα στα θέματα διαφάνειας, διακυβέρνησης και διαχείρισης των επενδυτικών κινδύνων.
Ενημέρωση και εκπαίδευση: Οι πολίτες πρέπει να εκπαιδευτούν για τη σημασία της ιδιωτικής αποταμίευσης και να κατανοήσουν τα διαθέσιμα προϊόντα, ώστε να μπορέσουν να λάβουν υπεύθυνες αποφάσεις για την εξασφάλιση επαρκούς εισοδήματος στη συνταξιοδότηση. Πρέπει επίσης να είναι σε θέση να αναγνωρίζουν τους κινδύνους και να αξιολογούν με βάση τις δικές τους προσδοκίες τα διαθέσιμα ασφαλιστικά προϊόντα, δίνοντας έμφαση στην κατανόηση του ρίσκου των επενδύσεων που θα επιλέγουν. Η ένταξη προγράμματος χρηματοοικονομικής παιδείας στα σχολεία είναι ένα σωστό βήμα, όμως επιβάλλεται όπως η εκπαίδευση επεκταθεί μέσω προγραμμάτων για να καλύψει όλους τους πολίτες.
Σε σχέση με τον τέταρτο πυλώνα που αφορά την κρατική στήριξη στις ευάλωτες ομάδες των συνταξιούχων, είναι σημαντικό να ενισχυθεί και να διευρυνθεί πέραν από την κάλυψη των βασικών αναγκών διαβίωσης και να εμπλουτιστεί με δραστηριότητες που θα συμβάλουν στην ευημερία και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των συνταξιούχων.
Πρέπει να είναι κατανοητό κατά τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, ότι, οι πρώτοι τρείς πυλώνες δεν ασκούν κοινωνική πολιτική, αλλά σχεδιάζονται στη βάση της αναλογικότητας και της ανταποδοτικότητας των συνεισφορών των εργαζομένων κατά τη διάρκεια του εργάσιμου τους βίου. Ο τέταρτος πυλώνας που είναι υπό την ευθύνη του Υφυπουργείου Πρόνοιας, ενσωματώνει πλήρως την κοινωνική διάσταση σε επίπεδο συνταξιοδότησης και αφορά την υποχρέωση που έχει το κράτος να στηρίζει και να συμβάλει θετικά στη βελτίωση της ζωής μίας μερίδας ευάλωτων συνταξιούχων, που για διάφορους δικαιολογημένους λόγους, δεν μπόρεσαν να αποταμιεύσουν στα σχέδια που αναφέρονται στους πιο πάνω τρείς πυλώνες, αλλά έχουν το δικαίωμα σε μία αξιοπρεπή συνταξιοδότηση.
Ο πυρήνας μιας επιτυχημένης μεταρρύθμισης έγκειται στην αρμονική λειτουργία αυτών των 3 + 1 πυλώνων. Ένας ισχυρός πρώτος πυλώνας (βασική ασφάλιση) προσφέρει το ελάχιστο δίχτυ ασφαλείας για όλους τους πολίτες. Τα ταμεία πρόνοιας του δεύτερου πυλώνα ενισχύουν το εισόδημα των εργαζομένων με συμπληρωματικές παροχές, ο τρίτος πυλώνας (ιδιωτική ασφάλιση) επιτρέπει σε όσους έχουν τη δυνατότητα να ενισχύσουν ακόμη περισσότερο το συνταξιοδοτικό τους εισόδημα, ενώ ο τέταρτος πυλώνας συμβάλει μέσω της κοινωνικής του διάστασης στη στήριξη των ευάλωτων ομάδων.
Τέλος, η μακροπρόθεσμη επιτυχία αυτού του συστήματος εξαρτάται από την ισορροπία και τη συνεργασία των τεσσάρων πυλώνων, αλλά και από την προσαρμοστικότητα στις δημογραφικές και οικονομικές αλλαγές. Η κυβέρνηση και οι κοινωνικοί εταίροι, πρέπει να διασφαλίσουν ότι ο κάθε πυλώνας παραμένει βιώσιμος και ότι, όλοι οι πολίτες έχουν πρόσβαση σε επαρκείς συνταξιοδοτικές παροχές, χωρίς να επιβαρύνονται υπερβολικά οι νεότερες γενιές. Η αλληλεγγύη ανάμεσα στις γενεές, πρέπει να λαμβάνεται πολύ σοβαρά υπόψη και μόνο μέσω μιας ολιστικής και δίκαιης προσέγγισης μπορεί να επιτευχθεί ο στόχος της αξιοπρεπούς ζωής των συνταξιούχων μας.
Γενικό Οργανωτικός ΣΕΚ