«Ο Ρόλος της Χρηματοοικονομικής Εκπαίδευσης στη Συνταξιοδοτική Προετοιμασία»
Η χρηματοοικονομική εκπαίδευση διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στην προετοιμασία των πολιτών να κατανοούν τη σημασία της αποταμίευσης και τους ενθαρρύνει να κάνουν συνετές οικονομικές επιλογές για το μέλλον τους. Σύμφωνα με τον κ. Φίλιππο Μαννάρη, Διευθύνοντα Σύμβουλο της AON Solutions Κύπρου, η εκπαίδευση αυτή όχι μόνο προάγει τη σωστή χρήση των διαθέσιμων χρηματοοικονομικών εργαλείων, αλλά και ενισχύει τη λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων για το συνταξιοδοτικό πλάνο. Κατά την ομιλία του στα Financial Wellbeing Talks στις 17 Οκτωβρίου, ανέδειξε το ερώτημα αν αποταμιεύουμε επαρκώς για τις ανάγκες της συνταξιοδότησής μας, ενώ ανέλυσε τα βασικά θέματα που πρέπει να μας προβληματίσουν ώστε να εξασφαλίσουμε ποιότητα ζωής μετά τη συνταξιοδότηση. Ακολουθούν ορισμένες από τις πιο ουσιαστικές παρατηρήσεις του, καθώς και μια προσωπική ανάλυση σχετικά με το πώς η χρηματοοικονομική εκπαίδευση μπορεί να συμβάλει θετικά στην κατάρτιση ενός αποτελεσματικού συνταξιοδοτικού πλάνου, ενισχύοντας τη μακροπρόθεσμη ευημερία και την οικονομική ασφάλεια των πολιτών.
Μία από τις πιο καίριες πτυχές του συνταξιοδοτικού σχεδιασμού είναι η ικανότητα του ατόμου να απαντήσει σε βασικά ερωτήματα που θα καθορίσουν την ποιότητα ζωής του μετά το τέλος της εργασιακής του πορείας. Πρώτη και θεμελιώδης ερώτηση είναι: «Τι θα ήθελα να κάνω κατά τη διάρκεια της συνταξιοδότησής μου;» Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα δεν κατευθύνει μόνο τον τρόπο με τον οποίο θα οργανώσετε τον χρόνο σας, αλλά υποδεικνύει και τους πόρους που θα χρειαστείτε για να πετύχετε τους προσωπικούς σας στόχους. Εξίσου σημαντικό είναι να αναρωτηθείτε αν η σύνταξή σας θα επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες σας, είτε πρόκειται για βασικά έξοδα είτε για επιπλέον δραστηριότητες και απολαύσεις. Επιπλέον, είναι αναγκαίο να εξετάσετε εάν τα εξαρτώμενα μέλη της οικογένειάς σας διαθέτουν ανεξάρτητες πηγές εισοδήματος (π.χ., μέσω άλλων συντάξεων, αποταμιεύσεων ή επενδύσεων). Σε περίπτωση που αυτές οι πηγές δεν είναι διαθέσιμες, είναι απαραίτητο να καταρτιστεί ένα σχέδιο που θα εξασφαλίζει την οικονομική κάλυψη αυτών των αναγκών. Η αποτελεσματική απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα συμβάλλει στη θεμελίωση μιας ασφαλούς και άνετης συνταξιοδοτικής ζωής, βοηθώντας το άτομο να διατηρήσει την ποιότητα ζωής που επιθυμεί μακροπρόθεσμα.
Η επόμενη κρίσιμη ερώτηση αφορά την επάρκεια της σύνταξής σας. Η συνταξιοδοτική επάρκεια αναφέρεται στην ικανότητα του ατόμου να εξασφαλίσει επαρκές εισόδημα για να καλύψει τις ανάγκες του κατά τη διάρκεια της συνταξιοδότησης και να διατηρήσει το επίπεδο ζωής που επιθυμεί. Δεν αφορά μόνο την κάλυψη βασικών αναγκών, όπως στέγαση και τροφή, αλλά περιλαμβάνει και τη δυνατότητα να απολαμβάνει το άτομο δραστηριότητες και ανέσεις που βελτιώνουν τη ζωή του. Αυτή η επάρκεια είναι καθοριστικής σημασίας, καθώς διασφαλίζει την οικονομική άνεση και προστατεύει από τις οικονομικές δυσκολίες που μπορεί να εμφανιστούν στα χρόνια μετά τη συνταξιοδότηση.
Η αξιολόγηση της συνταξιοδοτικής επάρκειας αποτελεί μια περίπλοκη διαδικασία, δεδομένου ότι δεν υπάρχει παγκόσμιο σημείο αναφοράς για συγκρίσεις μεταξύ χωρών. Ωστόσο, ο κ. Μαννάρης και η ομάδα του, προκειμένου να εκτιμήσουν την επάρκεια των συντάξεων στην Κύπρο, χρησιμοποίησαν το πρότυπο UK PLSA Retirement Living Standard, το οποίο παρέχει ένα χρήσιμο πλαίσιο αναφοράς σε διεθνές επίπεδο. Σύμφωνα με την ανάλυσή τους, ένα άτομο που εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα, γεννήθηκε το 2000 και ξεκίνησε την καριέρα του το 2022, θα χρειαστεί τουλάχιστον 13.000 ευρώ ετησίως (σε σημερινές αξίες) για να καλύψει μόνο τις βασικές του ανάγκες μετά τη συνταξιοδότησή του. Σε αυτή την περίπτωση, το άτομο θα περιοριστεί σε μια λιτή διαβίωση, με ετήσιες δαπάνες για ένδυση και υπόδηση, για παράδειγμα, να μην υπερβαίνουν τα 800 ευρώ.
Για ένα άτομο που επιθυμεί μεγαλύτερη οικονομική άνεση στη σύνταξή του, η απαιτούμενη ετήσια σύνταξη υπολογίζεται κοντά στα 27.000 ευρώ (σε σημερινές αξίες). Το ανησυχητικό είναι πως, σύμφωνα με τις προβλέψεις, η κρατική σύνταξη, ή αλλιώς ο πρώτος πυλώνας, θα καλύψει το πολύ το 50% αυτού του ποσού, δημιουργώντας ένα σημαντικό οικονομικό κενό. Ακόμα πιο απαιτητικό είναι το σενάριο για όσους επιθυμούν να απολαμβάνουν και κάποιες πολυτέλειες ή υπηρεσίες υψηλότερου επιπέδου, καθώς η σύνταξη που χρειάζεται ανεβαίνει στα 40.000 ευρώ ετησίως (σε σημερινές αξίες), με το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων να δύναται να καλύψει μόλις το 30% αυτού του ποσού.
Η τελευταία αναλογιστική μελέτη του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας επιβεβαίωσε τη βιωσιμότητα του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων της Κύπρου έως το 2080. Ωστόσο, βάσει των μελετών που προαναφέρθηκαν, οι προβλέψεις για την επάρκεια των συντάξεων παραμένουν ανησυχητικές. Σύμφωνα με τα ευρήματα, οι συντάξεις που θα παρέχει το Ταμείο αναμένεται να μην επαρκούν για να διατηρήσουν το προϋπάρχον βιοτικό επίπεδο των πολιτών κατά τη συνταξιοδότηση. Αυτή η εκτίμηση υποδεικνύει την ανάγκη συμπληρωματικών πόρων ώστε να διασφαλιστεί η αξιοπρεπής διαβίωση των συνταξιούχων.
Για να καλυφθεί το συνταξιοδοτικό κενό που δημιουργείται από την ανεπαρκή κρατική σύνταξη, είναι ένα άτομο μπορεί να προχωρήσει σε πλάνο που θα περιλαμβάνει τον δεύτερο ή και τον τρίτο πυλώνα του συνταξιοδοτικού σχεδιασμού. Ο δεύτερος πυλώνας, που αφορά επαγγελματικά συνταξιοδοτικά σχέδια, μπορεί να προσφέρει ένα σημαντικό συμπλήρωμα στην κρατική σύνταξη, ειδικά όταν τα σχέδια αυτά αξιοποιούνται μέσω Ταμείων Προνοίας ή συνταξιοδοτικών συμβολαίων από ασφαλιστικές εταιρείες. Για παράδειγμα, ένας υπάλληλος με πρόσβαση σε Ταμείο Προνοίας μπορεί να επωφεληθεί από εισφορές που γίνονται από κοινού με τον εργοδότη, διασφαλίζοντας έναν πιο σταθερό εισοδηματικό μηχανισμό μετά τη συνταξιοδότηση. Όσοι δεν έχουν πρόσβαση σε τέτοια σχέδια—όπως οι ελεύθεροι επαγγελματίες ή εργαζόμενοι σε εταιρείες χωρίς επαγγελματική σύνταξη—θα πρέπει να στραφούν στον τρίτο πυλώνα, δηλαδή στις προσωπικές συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις. Η σύναψη ενός ατομικού συνταξιοδοτικού συμβολαίου προσφέρει την ευελιξία να διαμορφώσει το άτομο τις συνταξιοδοτικές του αποταμιεύσεις με βάση τις ανάγκες και τους στόχους του, διασφαλίζοντας έτσι ότι θα συμπληρώσει τυχόν κενά και θα εξασφαλίσει μια αξιοπρεπή και άνετη σύνταξη.
Τα δεδομένα, ωστόσο, είναι ανησυχητικά όταν εξετάζουμε τα αποτελέσματα πρόσφατων παγκύπριων ερευνών με αντιπροσωπευτικά δείγματα άνω των 700 ατόμων η καθεμία, οι οποίες διεξήχθησαν από το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου (ΤΕΠΑΚ) και το Financial Wellbeing Institute. Σύμφωνα με τις μελέτες, περίπου το 70% των Κυπρίων είτε δεν έχουν μεριμνήσει είτε δεν σκοπεύουν να λάβουν μέτρα για τη δημιουργία συνταξιοδοτικών αποθεμάτων πέραν της κρατικής σύνταξης. Παράλληλα, το 34% των ερωτηθέντων δεν γνωρίζει πόσα χρήματα θα λάβει από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ενώ το 28% υπερεκτιμά το ποσό της σύνταξης που αναμένει να λάβει. Αυτά τα ευρήματα φανερώνουν μια σοβαρή έλλειψη ενημέρωσης και προγραμματισμού, που θέτει σε κίνδυνο τη συνταξιοδοτική ασφάλεια αυτών των ατόμων.
Κατά την άποψή μου, το παραπάνω φαινόμενο συνδέεται άμεσα με το χαμηλό επίπεδο χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού που παρατηρείται στην Κύπρο. Η έλλειψη βασικών γνώσεων σχετικά με τη λειτουργία των συνταξιοδοτικών συστημάτων και την ανάγκη για προγραμματισμό οδηγεί σε ελλιπή προετοιμασία και, πολλές φορές, σε λανθασμένες ή μη βέλτιστες αποφάσεις. Οι μελέτες του ΤΕΠΑΚ δείχνουν ότι περίπου 6 στους 10 Κύπριους ηλικίας 18-64 είναι χρηματοοικονομικά αναλφάβητοι, ενώ παρόμοια στατιστικά επιβεβαιώνονται από άλλες έρευνες, όπως αυτές που εκπόνησε η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου. Πολλοί πολίτες δεν γνωρίζουν πώς να προγραμματίσουν τη σύνταξή τους και δεν αναγνωρίζουν την ανάγκη να εξασφαλίσουν επιπλέον εισοδήματα μέσω άλλων πυλώνων, πέρα από την κρατική σύνταξη. Αυτή η έλλειψη κατανόησης επιδεινώνει την αδυναμία των πολιτών να εκτιμήσουν ορθά τόσο τις μελλοντικές τους ανάγκες όσο και τις παροχές που θα λάβουν από το κρατικό συνταξιοδοτικό σύστημα, ενώ παράλληλα αγνοούν τη σημασία του έγκαιρου προγραμματισμού για τη σύνταξη.
Η απουσία χρηματοοικονομικής παιδείας δυσχεραίνει την προετοιμασία των πολιτών για το μέλλον, δημιουργώντας έντονη οικονομική αβεβαιότητα. Αυτό μειώνει σημαντικά την ικανότητά τους να διατηρήσουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο ζωής στη σύνταξη και αυξάνει την εξάρτηση από κρατικά συστήματα, τα οποία, όπως δείχνουν οι έρευνες, δεν επαρκούν για να καλύψουν πλήρως τις ανάγκες τους. Η εξάρτηση αυτή ενδεχομένως να επιβαρύνει μακροπρόθεσμα τα δημόσια οικονομικά, περιορίζοντας πόρους για άλλες κοινωνικές και αναπτυξιακές ανάγκες. Όσοι δεν κατανοούν τη σημασία της δημιουργίας συμπληρωματικών αποθεμάτων μέσω των διαθέσιμων πυλώνων είναι πιο εκτεθειμένοι σε οικονομικές κρίσεις, γεγονός που υπονομεύει τη μακροπρόθεσμη οικονομική τους ασφάλεια. Είναι ανησυχητικό ότι μελέτες του Financial Wellbeing Institute για την Κύπρο δείχνουν πως σχεδόν το 50% των πολιτών ανησυχεί για τη δυνατότητα διατήρησης του επιπέδου ζωής του μετά τη συνταξιοδότηση, επιβεβαιώνοντας την ανάγκη για ενίσχυση της χρηματοοικονομικής παιδείας και έγκαιρο προγραμματισμό.
Βάσει αυτών που σχολιάστηκαν, η επίλυση του προβλήματος της συνταξιοδοτικής επάρκειας ενδέχεται να περιλαμβάνει, εκ μέρους της κυβέρνησης, μέτρα και ενέργειες για την ενδυνάμωση του δεύτερου και τρίτου πυλώνα του συνταξιοδοτικού συστήματος, οι οποίοι συνδυαστικά με τον πρώτο πυλώνα θα μπορέσουν να προσφέρουν υψηλότερες συντάξεις και κατ’ επέκταση, μια αξιοπρεπή διαβίωση κατά τη συνταξιοδότηση σε όλους τους πολίτες. Μια τέτοια λύση είναι σύνθετη και απαιτεί τη συνεργασία πολλών κοινωνικών εταίρων με διαφορετικές προσεγγίσεις, πράγμα που σημαίνει ότι ενδέχεται να χρειαστεί αρκετός χρόνος.
Αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι οποιαδήποτε λύση για την αντιμετώπιση της συνταξιοδοτικής ανεπάρκειας πρέπει να συνοδευτεί από μια παράλληλη προσπάθεια ενίσχυσης της χρηματοοικονομικής παιδείας στην Κύπρο, ώστε οι πολίτες να εξοπλιστούν με τις απαραίτητες γνώσεις και δεξιότητες. Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στους νέους που ήδη βρίσκονται στην αγορά εργασίας, ώστε να αντιληφθούν άμεσα και έγκαιρα τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να προγραμματίσουν το οικονομικό τους μέλλον. Επιπλέον, η χρηματοοικονομική εκπαίδευση πρέπει να επεκταθεί και στα σχολεία σε όλα τα επίπεδα, προετοιμάζοντας τα παιδιά για τις οικονομικές προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουν ως ενήλικες.
Όπως τονίζω συχνά «η χρηματοοικονομική εκπαίδευση δεν είναι ικανή συνθήκη ώστε το άτομο να είναι πλούσιο, αλλά απαραίτητη ώστε να είναι οικονομικά ανθεκτικό». Η δημιουργία μιας νέας γενιάς πολιτών, που θα είναι χρηματοοικονομικά καταρτισμένοι και ανθεκτικοί στις οικονομικές προκλήσεις του μέλλοντος, αποτελεί το κλειδί για τη μακροπρόθεσμη οικονομική ευημερία της κοινωνίας μας. Η χρηματοοικονομική παιδεία δεν είναι απλώς επιθυμητή, αλλά απαραίτητη, καθώς μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία επίλυσης των τρεχόντων και μελλοντικών συνταξιοδοτικών προβλημάτων. Για αυτόν τον λόγο, πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής της πολιτείας και των τεχνοκρατών, οι οποίοι επιδιώκουν να βρουν βιώσιμες λύσεις για τη συνταξιοδοτική επάρκεια.
Αναπληρωτής Καθηγητής Χρηματοοικονομικής στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου Πρόεδρος του Financial Wellbeing Institute.