Αισιοδοξία για τις προοπτικές της οικονομίας και των τραπεζών για το 2022 εκφράζουν οι CEOs των κυπριακών τραπεζών.
Με αφορμή την ολοκλήρωση του 2021, οι CEOs καταθέτουν στη StockWatch τις εκτιμήσεις τους για την πορεία της οικονομίας και του τραπεζικού κλάδου επισημαίνοντας τις προκλήσεις που αναδύονται αλλά και τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται καθώς και την ψηφιακή μεταμόρφωση που συντελείται.
Τονίζουν ακόμη ότι οι επενδύσεις στην τεχνολογία θα βρίσκονται ψηλά στην ατζέντα των τραπεζών για το 2022.
Πανίκος Νικολάου: Έτος προκλήσεων το 2022
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Τράπεζας Κύπρου Πανίκος Νικολάου αναφέρει ότι το 2022 είναι έτος προκλήσεων για όλους, τόσο για την παγκόσμια και τοπική οικονομία και κοινωνία, όσο και για τον τραπεζικό τομέα.
«Η πανδημία δεν έχει φτάσει στο τέλος της, οι πληθωριστικές πιέσεις επηρεάζουν την ισορροπία, μεταξύ εισοδημάτων και εξόδων. Οι αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων, του ηλεκτρισμού, αλλά και των οικοδομικών υλικών, αποτελούν καμπανάκι εγρήγορσης, για τις κινήσεις που προγραμματίζονται. Η αβεβαιότητα αναμένεται να επικρατήσει και τη νέα χρονιά. Υπάρχουν όμως, αρκετοί λόγοι που μας κάνουν να ατενίζουμε το μέλλον αισιόδοξα. Ο ρυθμός ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας (5.3% στο τρίτο τρίμηνο) είναι ιδιαίτερα θετικός κι όλα δείχνουν πως η ύφεση του 2020, θα καλυφθεί συντομότερα απ’ ότι αναμενόταν», τονίζει.
Σύμφωνα με τον κ. Νικολάου, το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της χώρας, θα έχει καταλυτικό ρόλο για την Κύπρο του αύριο. Εκτιμά ότι οι επενδύσεις δισεκατομμυρίων θα συνοδευτούν με εξέχουσας σημασίας μεταρρυθμιστικές τομές οι οποίες έχουν στόχο τη μετεξέλιξη και τον εκσυγχρονισμό της χώρας.
Ορόσημο το μονοψήφιο ποσοστό ΜΕΔ
Επισημαίνει ότι σε επιχειρησιακό επίπεδο και κάτω από αντίξοες συνθήκες, η Τράπεζα Κύπρου πέτυχε όλους τους στόχους που είχε θέσει κι ακόμα περισσότερους, για το 2021.
«Ορόσημο των προσπαθειών μας είναι αναμφίβολα το κατόρθωμα να μειώσουμε ένα χρόνο νωρίτερα του αναμενόμενου το ποσοστό των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) προς δάνεια σε μονοψήφιο ποσοστό. Λαμβάνοντας υπόψη την πώληση ΜΕΔ μέσω του Helix 3, το ποσοστό ΜΕΔ προς δάνεια μειώθηκε στο 8.6%, ενώ αν ληφθούν υπόψη και οι προβλέψεις, το ποσοστό ΜΕΔ προς δάνεια περιορίζεται σε μόλις 3.6%», αναφέρει.
Ταυτόχρονα, προσθέτει ότι η τράπεζα στήριξε το επιχειρείν της χώρας επισημαίνοντας ότι το νέο έτος «θα μας βρει να βιώνουμε ακόμη περισσότερο τα αποτελέσματα της ψηφιοποίησης που συντελείται, σε όλο το φάσμα της οικονομίας. Η τεχνολογική ανάπτυξη «τρέχει» με απίστευτες ταχύτητες και οι επιχειρήσεις που θα αφομοιώνουν τα νέα εργαλεία, θα έχουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Στον τραπεζικό τομέα οι συναλλαγές ακολουθούν ολοένα και περισσότερο τον ψηφιακό δρόμο».
«Οι επενδύσεις στην τεχνολογία θα βρίσκονται ψηλά στην ατζέντα των κυπριακών Τραπεζών για το 2022, με τις νέες αναπτύξεις να μεγιστοποιήσουν τις δυνατότητες σε όλα τα επίπεδα και να δημιουργούν εύκολες στη χρήση και ασφαλείς λύσεις στους πελάτες», υπογραμμίζει.
Ελληνική: Καταλυτικός ο ρόλος τραπεζών
Ο CEO της Ελληνικής Τράπεζας Oliver Gatzke σημειώνει ότι στη δύσκολη περίοδο που διανύουμε εξαιτίας της πανδημίας του Covid-19 ο τραπεζικός τομέας έχει έναν καταλυτικό ρόλο, στηρίζοντας την ανάκαμψη της οικονομίας.
«Είναι ξεκάθαρο ότι η επιτυχία και ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ευρωστία του τραπεζικού συστήματος. Όπως έχω αναφέρει και κατά τη διάρκεια του πρόσφατου Banking Forum, οι προκλήσεις του τραπεζικού κλάδου όπως το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, οι περιορισμοί στο νομοθετικό πλαίσιο των εκποιήσεων, η μεγάλη γραφειοκρατία και ο μη βιώσιμος δείκτης εσόδων/εξόδων πρέπει να αντιμετωπιστούν από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς με στόχο την προστασία του τομέα και τη βελτίωση της αξιολόγησής του, η οποία είναι αλληλένδετη με την αξιολόγηση της οικονομίας», τονίζει.
Σύμφωνα με τον CEO της HB, η μελλοντική βιωσιμότητα του τραπεζικού τομέα στην Κύπρο εξαρτάται από δύο σημεία. Το ένα αφορά τον δείκτη εσόδων/εξόδων ο οποίος πλησιάζει το 80% και είναι από τους υψηλότερους στην Ευρώπη, θέτοντας σε κίνδυνο τη μακροπρόθεσμη χρηματοοικονομική σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος και καθιστώντας τον τομέα ευάλωτο στον ανταγωνισμό. Το δεύτερο σημείο αφορά την εξυπηρέτηση των πελατών.
«Από την έναρξη αυτής της πανδημίας βλέπουμε μια τεράστια στροφή προς τα εναλλακτικά και ψηφιακά κανάλια εξυπηρέτησης. Πλέον, πέραν του 87% όλων των τραπεζικών συναλλαγών πραγματοποιούνται μέσω των εναλλακτικών καναλιών της Τράπεζας αντί στα υποκαταστήματα. Οι ΑΤΜ, το Web Banking και οι εφαρμογές κινητών τηλεφώνων γίνονται πλέον τα κύρια κανάλια εξυπηρέτησης, αντικαθιστώντας τα παραδοσιακά καταστήματα. Αυτό είναι πολύ ενθαρρυντικό, όμως έχουμε ακόμη πολύ δρόμο μπροστά μας για να θεωρούμαστε πελατοκεντρικοί. Πρέπει να χρησιμοποιήσουμε την τεχνολογία για να προσφέρουμε περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες, για να απλοποιήσουμε περαιτέρω τις διαδικασίες και να βελτιώσουμε σημαντικά την εμπειρία των πελατών. Στο επίκεντρό μας πρέπει να είναι ο πελάτης και όχι η γραφειοκρατία».
RCB Bank: Σε πιο ήρεμα νερά το 2022
Ο CEO της RCB Bank Δρ. Kirill Zimarin αναφέρει ότι ο COVID-19 εξακολουθεί να επισκιάζει την καθημερινότητά μας, να δοκιμάζει το σύστημα υγείας και να διαμορφώνει την αγορά.
«Η αύξηση των εμβολιασμών αναζωπυρώνει τις ελπίδες, όμως οι νέες μεταλλάξεις προκαλούν νέες ανησυχίες. Κοιτάζοντας πίσω ας σημειώσουμε τα θετικά: Οι άνευ προηγουμένου προκλήσεις οδήγησαν σε νέες τάσεις στην αγορά, όπως η επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού στις επιχειρήσεις αλλά και στη λήψη μέτρων στήριξης της οικονομίας που δεικνύουν αλληλεγγύη».
Επισημαίνει ότι ο τραπεζικός τομέας και οι εποπτικές αρχές έσπευσαν να ανταποκριθούν στις ανάγκες που επέβαλε η πανδημία στην οικονομία.
«Εισερχόμαστε λοιπόν στη νέα χρονιά με αυτοπεποίθηση, παρά τις προκλήσεις. Η στήριξη της ΕΕ που προσφέρεται στην αγορά είναι πολύτιμη, αλλά πρέπει να είμαστε ρεαλιστές και να συνεχίσουμε να επανασχεδιάζουμε το μοντέλο ανάπτυξης για την Κύπρο διότι οι προοπτικές είναι υπαρκτές», υπογραμμίζει.
«Το 2022 φαίνεται να οδεύει σε πιο ήρεμα νερά, όμως έχουμε ακόμη πολύ δρόμο μέχρι να φτάσουμε στον επιθυμητό προορισμό», τονίζει.
Astrobank: Έτος προκλήσεων αλλά και σημαντικών δυνατοτήτων
O CEO της Astrobank Αριστείδης Βουράκης αναφέρει ότι η οικονομική περίοδος που διανύουμε χαρακτηρίζεται από τις επιδράσεις της πανδημίας σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα.
«Η αρχική στασιμότητα της οικονομίας από τα «lockdowns» αντικαταστάθηκε από τη χρηματιστηριακή εφορία μέσω των κυβερνητικών επιδοτήσεων και των χαμηλών επιτοκίων και τώρα μας φέρνει ξανά τον «παλιό μας γνώριμο» πληθωρισμό», προσθέτει.
«Ευελπιστούμε ότι η αρχή του 2022 θα χαρακτηριστεί από διόρθωση ως προς τα υψηλά επίπεδα πληθωρισμού και ιδιαίτερα της ενέργειας και ομαλοποίηση της αγοράς εργασίας. Ο κίνδυνος του πληθωρισμού μετά από χρόνια ουσιαστικά μηδενικών επιτοκίων για τους αποταμιευτές, στρέφει μεγάλο αριθμό ιδιωτών στην αγορά ακίνητης ιδιοκτησίας. Αποδεδειγμένα οι επενδύσεις σε ακίνητα λειτουργούν και ως εργαλείο προστασίας από τον πληθωρισμό. Η εμπειρία μας από το χαρτοφυλάκιο ακινήτων της AstroBank δείχνει ότι το ενδιαφέρον για την αγορά ακινήτων έχει αυξηθεί τους τελευταίους μήνες, σε όλες της κατηγορίες ακινήτων και σε παγκύπρια βάση», σημειώνει.
Υπογραμμίζει ότι η κυπριακή οικονομία και το κυπριακό τραπεζικό σύστημα επέδειξαν ιδιαίτερες ικανότητες προσαρμογής το προηγούμενο διάστημα. «Εκτιμώ ότι το 2022 θα είναι μια ανοδική χρονιά με την αναμενόμενη ανάπτυξη να υπερκαλύπτει τις απώλειες του 2020 και να ελπίσουμε επίσης πλήρη ανάκαμψη των τουριστικών αφίξεων».
Ancoria Bank: Ανάγκη ψηφιακού μετασχηματισμού
Ο Ανώτατος Εκτελεστικός Διευθυντής της Ancoria Bank Γιάννης Λοΐζου, αναφέρει ότι οι προσπάθειες για τη μείωση των ΜΕΔ πρέπει να συνεχιστούν.
«Η πιθανή μετατροπή της ΚΕΔΙΠΕΣ σε «κακή τράπεζα», που δυνητικά θα μπορούσε να απορροφήσει τα ΜΕΔ της τραπεζικής αγοράς, κινείται κατά την άποψή μου προς τη σωστή κατεύθυνση», υποστηρίζει.
Μια ακόμη πρόκληση, προσθέτει, είναι η κλιματική αλλαγή και οι συνέπειες που επιφέρει. «Ο τραπεζικός τομέας θα πρέπει να προωθήσει κατάλληλες χρηματοδοτήσεις και ειδικά σχέδια για την απάμβλυνση των αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον».
«Η πρόκληση με την εξάπλωση της πανδημίας έκανε επιτακτική την ανάγκη του ψηφιακού μετασχηματισμού. Η χρήση της τεχνολογίας έγινε προτεραιότητα για τα τραπεζικά ιδρύματα, και όχι μόνο, ώστε να είναι έτοιμα να διευκολύνουν τους πελάτες τους».
«Το τραπεζικό σύστημα έχει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια ανάκαμψης της οικονομίας και στη διαμόρφωση ενός νέου παραγωγικού προτύπου, που θα βασίζεται στην καινοτομία. Για την ανάπτυξη των επιχειρήσεων η επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό και σε τεχνολογικές αναβαθμίσεις αποτελεί εργαλείο μεγίστης σημασίας και εδώ επενδύουμε και εμείς, διασφαλίζοντας έτσι την αποτελεσματικότερη εξυπηρέτηση των πελατών μας», αναφέρει.
«Η εμπιστοσύνη των πελατών, πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο κάθε τραπεζικού ιδρύματος. Κάθε τράπεζα οφείλει να ακολουθεί πολιτικές διαφάνειας σε ό,τι αφορά τη λειτουργία, τον τρόπο διακυβέρνησης, τις πολιτικές, που ακολουθούνται, και τις χρεώσεις, ώστε ο πελάτης να είναι πάντα ενημερωμένος και αυτή η αρχή παραμένει κύρια προτεραιότητά μας», επισημαίνει.
cdbbank: Συγκρατημένη αισιοδοξία
Ο CEO της cdbbank, Λουκάς Μαραγκός, αναφέρει ότι τα τελευταία στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, αναφορικά με την πορεία των οικονομικών δεικτών για το 2021, καθώς επίσης και οι προβλέψεις της ΚΤΚ αλλά και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το προσεχές έτος, «μας επιτρέπουν να είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι για τις προοπτικές ανάκαμψης που παρουσιάζονται».
«Οι πλείστοι τομείς της κυπριακής αγοράς, μεταξύ αυτών και οι νευραλγικοί κλάδοι του τουρισμού και του λιανικού εμπορίου, καταγράφουν ανάπτυξη, ωστόσο, δεν μπορούμε να εφησυχάζουμε ειδικότερα λαμβάνοντας υπόψη το εν εξελίξει πανδημικό κύμα και τις αρνητικές επιπτώσεις που πιθανόν να προκύπτουν. Σε κάθε περίπτωση όμως το οικονομικό κλίμα έχει δείξει σημάδια βελτίωσης, ενώ επιπλέον ώθηση αναμένεται να δοθεί από τις χρηματοδοτήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης», επισημαίνει.
Σύμφωνα με τον κ. Μαραγκό, η κρίση της πανδημίας έχει επιταχύνει την ανάγκη για μετάβαση προς μια πιο ανταγωνιστική, πράσινη και βιώσιμη οικονομία.
«Ως εκ τούτου, η Κύπρος θα πρέπει να επενδύσει στα δυνατά χαρακτηριστικά της, επιδιώκοντας την ενίσχυση συγκεκριμένων τομέων που παρουσιάζουν ουσιαστικές προοπτικές ανάπτυξης, όπως είναι για παράδειγμα οι τομείς της τεχνολογίας, της εκπαίδευσης και των logistics. Η χώρα μας έχει τις προδιαγραφές να καταστεί ένα σύγχρονο τεχνολογικό κέντρο, καθώς διαθέτει ποιοτικά χαρακτηριστικά, μεταξύ των οποίων είναι το υψηλά καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό της και η στρατηγική γεωγραφική της θέση, που μπορεί να προσφέρει εύκολη πρόσβαση στις αγορές της Μέσης Ανατολής και της Ευρώπης».
Για τον τραπεζικό τομέα, σημειώνει ότι βρέθηκε τα τελευταία χρόνια αντιμέτωπος με ουσιαστικές προκλήσεις. Μεταξύ άλλων, τη χρηματοπιστωτική κρίση που προηγήθηκε, την αυξανόμενη ψηφιοποίηση που οδηγεί στον αναγκαίο μετασχηματισμό του κλάδου, την είσοδο παικτών, όπως οι FinTech, που δημιούργησαν νέα δεδομένα, ενώ το ξέσπασμα της πανδημίας δημιούργησε σοβαρούς και πρόσθετους κινδύνους.
«Είναι γεγονός πως οι τράπεζες σήμερα διανύουν μία ιδιαίτερα απαιτητική περίοδο και γι’ αυτό οφείλουν να βρίσκονται σε ετοιμότητα. Πρωτίστως καλούνται να συνδράμουν ουσιαστικά στη διατήρηση της χρηματοοικονομικής σταθερότητας καθώς και στη διοχέτευση πόρων προς την πραγματική οικονομία. Την ίδια ώρα, η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία επαναπροσδιορίζει το πλαίσιο στο οποίο θα πρέπει να κινηθούμε».
Πρωταρχικός στόχος, τονίζει, παραμένει η χρηματοδότηση της βιώσιμης επιχειρηματικότητας, εστιάζοντας ιδιαίτερα στους τομείς της τεχνολογίας, της υγείας, της εκπαίδευσης και των logistics, ενώ ουσιαστικές προοπτικές παρουσιάζουν επίσης και εταιρείες που επικεντρώνονται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, καθώς και τα πράσινα επενδυτικά ταμεία.
Στις παραμέτρους που επηρεάζουν την κερδοφορία των τραπεζών συγκαταλέγονται τα αρνητικά επιτόκια και η διαχείριση της πλεονάζουσας ρευστότητας. Επιπρόσθετα, σε ό,τι αφορά τις Μη Εξυπηρετούμενες Χορηγήσεις γίνεται σημαντική προσπάθεια για τη διαχείρισή τους, η οποία και έχει εντατικοποιηθεί περαιτέρω, αφού εξακολουθούν να αποτελούν πρόκληση για τους ισολογισμούς των τραπεζικών ιδρυμάτων.