Σημαντικό πλήγμα δέχεται η αγοραστική αξία των μισθών των καταναλωτών, καθώς σπάει κόκκαλα η συνεχιζόμενη αύξηση στις τιμές προϊόντων και υπηρεσιών.
Σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε χθες η Στατιστική Υπηρεσία, ο δείκτης τιμών καταναλωτή ανήλθε στο 6,6% το Φεβρουάριο από 5,4% τον Ιανουάριο.
Με βάση τα στοιχεία, για κάθε €1.000 η πραγματική αγοραστική αξία έχει μειωθεί στα €934 το Φεβρουάριο με απώλεια €66.
Για μισθούς €1500 και €2000, η μείωση της αγοραστικής αξίας υπολογίζεται στα €99 και €132 αντίστοιχα.
Για μισθούς €3000 οι απώλειες πλησιάζουν τα €200.
Ο οικονομολόγος Τάσος Γιασεμίδης σημειώνει στη StockWatch ότι η ενίσχυση του πληθωρισμού και η παρατεταμένη περίοδος παρουσίας του φαινομένου προκαλεί προβληματισμό σε κυβερνήσεις και κεντρικές τράπεζες, ενώ επιβαρύνει την καθημερινότητα των πολιτών.
«Οι αρχικές εκτιμήσεις για εξασθένηση των πληθωριστικών δυνάμεων σε σύντομο χρονικό διάστημα φαίνεται να διαψεύδονται και πλέον ενισχύονται με την κατάσταση την Ουκρανία», επισημαίνει.
Μεγάλες είναι οι αυξήσεις που αφορούν την ενέργεια με τις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου να αυξάνονται σημαντικά, όπως και το κατασκευαστικό κόστος, ενώ κάποια υλικά όπως το αλουμίνια τείνουν να εξαφανιστούν από την αγορά, σημειώνει.
«Η παρατεταμένη περίοδος πληθωριστικών πιέσεων, η οποία ενισχύεται και από τις γεωπολιτικές εντάσεις, προκαλεί αβεβαιότητα, με επενδυτές αλλά και νοικοκυριά να κάνουν δεύτερες σκέψεις σε σχέση με επενδύσεις ή κεφαλαιακές δαπάνες, αναβάλλοντας τις για το μέλλον. Αυτό, σε συνδυασμό με τη μείωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών και τον περιορισμό της κατανάλωσης δρουν αρνητικά όσον αφορά την ανάκαμψη των οικονομιών», υπογραμμίζει.
Σύμφωνα με τον κ. Γιασεμίδη, χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκονται αντιμέτωπες με πρωτόγνωρα υψηλά ποσοστά πληθωρισμού, με πολλούς αναλυτές να βλέπουν μια νέα οικονομική κρίση, η οποία θα έχει άμεση σχέση με την αύξηση του κόστους διαβίωσης των πολιτών και την ταυτόχρονη μείωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών.
«Κινητήριος δύναμη των οικονομιών είναι η κατανάλωση και οποιαδήποτε μείωση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών, περιορίζει τη ζήτηση και τον κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων, περιορίζοντας τη δυνατότητα εξυπηρέτησης των υποχρεώσεων τους. Το φαινόμενο επηρεάζει την κοινωνία και την καθημερινότητα των ανθρώπων, οπότε τα νοικοκυριά ενδεχομένως να πρέπει να επαναξιολογήσουν τον οικογενειακό προϋπολογισμό», εκτιμά ο κ. Γιασεμίδης.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Delfi Partners Γιώργος Μούντης αναφέρει στη StockWatch ότι μετά από χρόνια χαμηλού πληθωρισμού, ο δείκτης σήμερα έφθασε στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων ετών.
«Αυτό οφείλεται σε τρεις λόγους», εξηγεί, «τη γρήγορη επανεκκίνηση της οικονομίας μας, τις υψηλότερες τιμές της ενέργειας και αυτό που αποκαλούν ‘επίδραση της βάσης σύγκρισης’».
Ο κ. Μούντης σημειώνει ότι «για να υπολογίσουμε τον πληθωρισμό, συγκρίνουμε τον τρόπο με τον οποίο οι τιμές μεταβάλλονται από το ένα έτος στο άλλο».
Επισημαίνει ότι οι τιμές ήταν εξαιρετικά χαμηλές στην αρχή της πανδημίας πέρυσι και πως η σύγκριση των σημερινών υψηλότερων τιμών με αυτά τα πολύ χαμηλά επίπεδα υποδεικνύει ότι οι διαφορές θα φαίνονται μεγάλες.
«Αυτό αναφέρεται ως ‘επίδραση της βάσης σύγκρισης’ και θα εξασθενήσει αρκετά γρήγορα», εκτιμά.
Ωστόσο, σημειώνει ότι σήμερα οι εργαζόμενοι ζητούν μισθολογικές αυξήσεις για την αντιστάθμιση του υψηλότερου κόστους διαβίωσης.
«Αυτό είναι φυσιολογικό. Ωστόσο, εάν οι μισθοί συνεχίσουν να αυξάνονται, οι επιχειρήσεις ενδέχεται να αποσβέσουν το υψηλότερο κόστος τους με την αύξηση των τιμών, γεγονός που δίνει ακόμη μεγαλύτερη ανοδική ώθηση στις τιμές».
«Εάν οι άνθρωποι και οι επιχειρήσεις αρχίσουν να αναμένουν ότι ο υψηλότερος πληθωρισμός θα έχει διάρκεια, τότε ο πραγματικός πληθωρισμός θα μπορούσε και αυτός να αυξηθεί», αναφέρει ο κ. Μούντης.
Σημειώνει ότι η ΕΚΤ διασφαλίζει σταθερότητα των τιμών, πράγμα που σημαίνει ότι στοχεύει σε ρυθμό πληθωρισμού +- 2%.
«Αυτό ωφελεί τους πολίτες σε όλη την Ευρώπη: Οι σταθερές τιμές βοηθούν να διασφαλιστεί ότι η οικονομία αναπτύσσεται, ότι οι θέσεις εργασίας είναι ασφαλείς και ότι μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως τα χρήματά μας θα έχουν αύριο περίπου την ίδια αξία όπως σήμερα», τονίζει.
Προς περαιτέρω άνοδο ο πληθωρισμός
Η επιτάχυνση του πληθωρισμού σημειώνεται πριν ακόμα αποκρυσταλλωθούν οι επιπτώσεις του Ουκρανικού με την αναμενόμενη περαιτέρω άνοδο των τιμών.
Ήδη οι τιμές των καυσίμων κινούνται ανοδικά και αναμένεται περαιτέρω άνοδος το επόμενο διάστημα, ενώ αύξηση αναμένεται και στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος λόγω της κούρσας ανόδου του πετρελαίου.
Το υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε χθες μείωση του φόρου κατανάλωσης στη βενζίνη και το πετρέλαιο κατά 7 σεντ. Ταυτόχρονα, η απόφαση αφορά μείωση του φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης.
Πέραν της μείωσης των φόρων κατανάλωσης στα καύσιμα, το υπουργικό αποφάσισε επίσης, την παράταση των περιόδων εφαρμογής των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ από 19% σε 5% για τους ευάλωτους καταναλωτές και από 19% σε 9% για όλα τα υπόλοιπα νοικοκυριά στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας.
Το δημοσιονομικό συμβούλιο επεσήμανε χθες ότι πέρα από τις επιπτώσεις στον τουρισμό και στις τιμές καυσίμων, και παρά τη σταθεροποίηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του Ευρώ μετά τις πρώτες πιέσεις, θα πρέπει να αναμένεται γενικευμένη ενίσχυση των πληθωριστικών τάσεων στην οικονομία και ο δομικός πληθωρισμός αναμένεται να καταγράψει νέα αύξηση.
«Ήδη, πέρα από τους υδρογονάνθρακες, καταγράφονται αυξήσεις σε αρκετά αγαθά πρώτης ανάγκης, καθώς και κάποιες πιέσεις στα ναύλα», τονίζεται.
Όπως σημειώνεται, η εμπόλεμη κατάσταση στην Ουκρανία οδηγεί σε αύξηση του δομικού πληθωρισμού με προφανείς αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη της οικονομίας, ενώ τονίζεται η ανάγκη λήψης μέτρων.