Η γενική μισθολογική αύξηση του 1,5% που θα παραχωρηθεί από την 1η ερχόμενου Οκτωβρίου θα επιμετρηθεί στις συντάξεις όλων των πρώην υπαλλήλων του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα καθώς και στους 71 πολυσυνταξιούχους, οι οποίοι διετέλεσαν δημόσιοι ή ημικρατικοί υπάλληλοι και απολαμβάνουν σήμερα, πέραν της μίας σύνταξης.
Το ετήσιο εκτιμώμενο συνολικό κόστος για τα κρατικά ταμεία το 2025 από την αύξηση των συντάξεων των κυβερνητικών και ημικρατικών υπαλλήλων, το οποίο θα είναι επαναλαμβανόμενη δαπάνη, θα ανέρχεται περίπου μεταξύ €9 εκατ. και €10 εκατ.
Με βάση τα προκαταρκτικά στοιχεία που επεξεργάστηκαν τεχνοκράτες του ΥΠΟΙΚ και του Γεν. Λογιστηρίου, ένα ποσό κοντά στα €6,5 εκατ. είναι το εκτιμώμενο ετήσιο συνολικό κόστος από την αύξηση των συντάξεων των κυβερνητικών συνταξιούχων ενώ, το αντίστοιχο ετήσιο κόστος για τους συνταξιούχους του ευρύτερου δημόσιου τομέα, που περιλαμβάνει όλους τους πρώην υπαλλήλους των ημικρατικών οργανισμών και της τοπικής αυτοδιοίκησης, θα ανέρχεται περίπου στα €3,5 εκατ.
Οι ετήσιες συνολικές δαπάνες για τα δημόσια ταμεία από την καταβολή της μισθολογικής αύξησης 1,5% η οποία θα αποδοθεί στους βασικούς μισθούς των υπαλλήλων του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα από την 1η ερχόμενου Οκτωβρίου, υπολογίζεται, όπως είχε αποκαλύψει η StockWatch, μεταξύ €38 εκατ. και €40 εκατ.
Για το 3μηνο Οκτωβρίου – Δεκεμβρίου 2024 το κόστος για τα κρατικά ταμεία θα ανέλθει περίπου στα €10 εκατ. και θα περιλαμβάνει και τις αυξήσεις των συντάξεων των πρώην υπαλλήλων του δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Επειδή είναι ποσοστό στους βασικούς μισθούς αυξάνεται αυτόματα 1,5% ο βασικός μισθός.
Το κρατικό μισθολόγιο στο σύνολο του υπολογίζεται ότι θα αυξηθεί το 2025 κοντά στα €4 δισ. ενώ το 2023 με την αύξηση της καταβολής της ΑΤΑ το μισθολόγιο της γενικής κυβέρνησης είχε ανέλθει στα €3,5 δισ.
Τη διετία 2023 - 2024 εκτιμάται ότι θα καταγράψει μία αύξηση της τάξης του 10%, ως αποτέλεσμα της αύξησης της καταβολής της ΑΤΑ από το 50% στο 66,7%, των ετήσιων προσαυξήσεων, της πλήρους αποκατάστασης των επιδομάτων, της αύξησης του αριθμού των υπαλλήλων και της πρόσφατης απόφασης της κυβέρνησης, του μεγαλύτερου εργοδότη, να παραχωρήσει επιπρόσθετη μισθολογική αύξηση ύψους 1,5%, όταν οι μισθοί και οι συντάξεις στον ιδιωτικό τομέα αυξάνονται με το σταγονόμετρο.
Σημειώνεται ότι το κόστος των συντάξεων στο δημόσιο τομέα αποτελεί περίπου το 25% του συνόλου του κρατικού μισθολογίου.
Η απόφαση για παραχώρηση μισθολογικών αυξήσεων στο δημόσιο λήφθηκε λίγα μόνο 24ωρα από την αναχώρηση τεχνοκρατικού κλιμακίου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) το οποίο η ίδια η κυβέρνηση είχε καλέσει για να ετοιμάσει εμπεριστατωμένη έκθεση σε σχέση με τον εξορθολογισμό του κρατικού μισθολογίου.
Συντάξεις €794 στον ιδιωτικό τομέα
Η μέση σύνταξη των πρώην εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα υπολογίζεται γύρω στα €1000 και σε αυτούς δεν περιλαμβάνονται οι περίπου 28 - 30 χιλ. συνταξιούχοι των οποίων η σύνταξη αγγίζει το όριο της φτώχιας.
Όλοι αυτοί, σύμφωνα με τον Κώστα Σκαρπάρη, ΓΓ της ένωσης συνταξιούχων της ΠΕΟ, είναι ενταγμένοι στο σχέδιο των χαμηλών συντάξεων.
Όπως σημειώνει, το ύψος της σύνταξης των χαμηλοσυνταξιούχων βρίσκεται σήμερα κοντά στα €794. Είναι οι συνταξιούχοι που λαμβάνουν τη λεγόμενη μικρή επιταγή.
Με βάση τα κριτήρια που καθορίζουν οι αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους για ένα ζευγάρι χαμηλοσυνταξιούχων το όριο φτώχειας είναι €1191 και κάτω.
«Ουδείς αρμόδιος μέχρι σήμερα δεν ασχολήθηκε με το καίριο ερώτημα γιατί ένα ζευγάρι συνταξιούχων που λαμβάνει €1200 ή €1300 δεν πρέπει να τυγχάνει καμίας επιπρόσθετης βοήθειας», διερωτήθηκε ο κ. Σκαρπάρης και τόνισε.
«Πως μπορεί να μην θεωρηθεί ένα τέτοιο ζευγάρι ως χαμηλοσυνταξιούχο, όταν τα τελευταία χρόνια έχει διαβρωθεί το εισόδημα του λόγω της ακρίβειας και πληρώνει με χίλιους δυο κόπους, τους πάγιους λογαριασμούς του με διακανονισμούς;».
H κυβέρνηση, πρόσθεσε, αντί να ασκήσει κοινωνική πολιτική για τους μη έχοντες, παρέχει κίνητρα ελαφρύνσεων προς τους επιχειρηματίες όπως είναι η απαλλαγή του ετήσιου τέλους των €350 προς τις εταιρείες, απόφαση η οποία λήφθηκε με «ελαφρά τη καρδία χωρίς καν στόχευση.
«To τέλος αυτό έφερνε ετησίως στα ταμεία της κυβέρνησης περίπου €40 εκατ. και θα μπορούσαν να διοχετευτούν στις ευάλωτες οικονομικά ομάδες του πληθυσμού», παρατηρεί ο κ. Σκαρπάρης.
Σύμφωνα με τον ΓΓ της ΕΚΥΣΥ, πριν η κυβέρνηση αποφασίσει στην αύξηση των μισθών και συντάξεων στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, θα έπρεπε να κάνει γενναία βήματα για τη βελτίωση των χαμηλών συντάξεων των πρώην εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα ή τουλάχιστο να παραχωρήσει ουσιαστικά κίνητρα προς τα ευάλωτα νοικοκυριά, «τα οποία δεν θα είναι σε θέση να πληρώσουν καν τον λογαριασμό της ΑΗΚ».
Το επιχείρημα της κυβέρνησης και οι προειδοποιήσεις
Η κυβέρνηση δικαιολογεί την παραχώρηση μισθολογικών αυξήσεων στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, στο γεγονός ότι η τελευταία παραχώρηση γενικών αυξήσεων στον βασικό μισθό των κρατικών υπαλλήλων έγινε την 1.1.2009.
Σημειώνεται ότι το 2017 επανήλθε η καταβολή της ΑΤΑ στο 50%, είχε προηγηθεί η αποκατάσταση των ετήσιων προσαυξήσεων και τον Απρίλιο του 2023, η πρώτη πολιτική πράξη της κυβέρνησης Χριστοδουλίδη ήταν η αύξηση της καταβολής της ΑΤΑ από 50% στο 66,7%.
Οι εργαζόμενοι στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα απολαμβάνουν όλοι το θεσμό της ΑΤΑ σε αντίθεση με τον ιδιωτικό όπου μόνο το 28% έχει με βάση τις συλλογικές συμβάσεις ΑΤΑ.
Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο ευθύς μετά την απόφαση του ΥΠΟΙΚ να παραχωρήσει μισθολογικές αυξήσεις εξέφρασε έντονες ανησυχίες για τη διόγκωση του κρατικού μισθολογίου και κτύπησε καμπανάκι κινδύνου.
Εστίασε τις ανησυχίες του στο γεγονός ότι ο ρυθμός αύξησης του κόστους του κρατικού μισθολογίου, τόσο της κεντρικής όσο και της γενικής κυβέρνησης, είναι ταχύτερος από την παραγωγικότητα, τον πληθωρισμό, την ανάπτυξη του ΑΕΠ και τη μακροπρόθεσμη αύξηση εσόδων του κράτους.
Η ΟΕΒ είχε προειδοποιήσει ότι ο συνεχιζόμενος ρυθμός αύξησης του κρατικού μισθολογίου τα τελευταία χρόνια προκαλεί προϋποθέσεις για επιστροφή στα μη διαχειρίσιμα επίπεδα της περιόδου πριν από την κρίση του 2011-2014.