You are here

Κομισιόν: Έρχονται δύσκολα για την κυπριακή οικονομία

11/11/2022 13:41

Επιβράδυνση της ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας από τα τέλη του 2022, αναμένει η Κομισιόν λόγω της κατάστασης στο διεθνές περιβάλλον.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δημοσιεύθηκαν σήμερα, από το τελευταίο τρίμηνο του 2022, η ανάπτυξη αναμένεται να μειωθεί σημαντικά λόγω της παγκόσμιας οικονομικής επιβράδυνσης, της αύξησης των επιτοκίων και των ανοδικών πιέσεων στις τιμές, ιδίως για την ενέργεια.

Η χαμηλή αγοραστική δύναμη στους εμπορικούς εταίρους της Κύπρου αναμένεται να επιβαρύνει τις εξαγωγές υπηρεσιών, ιδίως τον τουρισμό.

Επιπλέον, προστίθεται, η αποδυνάμωση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και των επιχειρήσεων στην Κύπρο και η αύξηση των επιτοκίων επηρεάζουν αρνητικά την ιδιωτική κατανάλωση και τις επενδύσεις των νοικοκυριών. Αυτό αναμένεται να ενταθεί το 2023.

Σημειώνεται ότι τα στοχευμένα κυβερνητικά μέτρα για τον μετριασμό των επιπτώσεων των υψηλών τιμών της ενέργειας και η μερική τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών που θα εφαρμοστούν τον Ιανουάριο του 2023, αναμένεται να στηρίξουν την αγοραστική δύναμη.

Η τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών αφορά περίπου το 50% των εργαζομένων που καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις, περιορίζοντας κάπως τις αρνητικές επιπτώσεις στην ιδιωτική κατανάλωση.

Επιπλέον, η εφαρμογή του κυπριακού RRP αναμένεται να στηρίξει τις επενδύσεις στον προβλεπόμενο ορίζοντα.

Το πραγματικό ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί κατά 5,6% το 2022 και να επιβραδυνθεί στο 1% το 2023, πριν αυξηθεί ελαφρώς το 2024 κατά 1,9%.

Τονίζεται ότι παραμένουν σημαντική αβεβαιότητα και καθοδικοί κίνδυνοι για τις προοπτικές ανάπτυξης, καθώς ο τουριστικός τομέας και άλλοι τομείς υπηρεσιών που προσανατολίζονται στις εξαγωγές είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι σε εξωτερικούς κραδασμούς.

Tο πραγματικό ΑΕΠ της Κύπρου αυξήθηκε κατά 6,3% το πρώτο εξάμηνο του 2022, σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2021, κυρίως λόγω της εγχώριας ζήτησης.

Η έντονη αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης υποστηρίχθηκε από την αυξημένη απασχόληση και τις αποταμιεύσεις που συσσωρεύτηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Οι επενδύσεις αυξήθηκαν με την υποστήριξη της εφαρμογής του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRP).

Ωστόσο, αναφέρεται, οι επενδύσεις στις κατασκευές επηρεάστηκαν αρνητικά από τις υψηλές τιμές των υλικών και τις αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης.

Ο τουριστικός τομέας είχε καλές επιδόσεις με τις αφίξεις και τα έσοδα από τον τουρισμό να αγγίζουν σχεδόν το 80% και το 90% των επιπέδων πριν από την πανδημία, αντίστοιχα, το πρώτο τρίμηνο του έτους.

Οι εξαγωγές Πληροφοριακών Επικοινωνιών και Τεχνολογίας (ΤΠΕ) και χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και υπηρεσιών μεταφορών συνέχισαν να αυξάνονται το πρώτο εξάμηνο του 2022.

Αργή μείωση της ανεργίας

Όσον αφορά το ποσοστό ανεργίας, προβλέπεται να διαμορφωθεί στο 7,2% το 2022, ελαφρώς χαμηλότερα από 7,5% το 2021.

Η απασχόληση και οι κενές θέσεις παρουσίασαν άνοδο το πρώτο εξάμηνο του 2022, ενώ η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας αναμένεται να θέσει φρένο στις θετικές επιδόσεις της αγοράς εργασίας αργότερα φέτος.

Το 2023, το ποσοστό ανεργίας προβλέπεται να παραμείνει σταθερό, πριν υποχωρήσει στο 6,9% το 2024.

Μετριασμός του πληθωρισμού το 2023

Ο συνολικός πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί στο 8% το 2022, από 2,3% το 2021. Αυτό οφείλεται κυρίως στις εξαιρετικά υψηλές τιμές του πετρελαίου, καθώς η Κύπρος εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα προϊόντα πετρελαίου. Οι τιμές των μη ενεργειακών βιομηχανικών προϊόντων και των τροφίμων έχουν επίσης αυξηθεί ως αποτέλεσμα των διαταραχών της αλυσίδας εφοδιασμού και του δευτερογενούς αντίκτυπου από τις υψηλότερες τιμές της ενέργειας.

Το 2023, οι τιμές του πετρελαίου προβλέπεται να μετριαστούν, αλλά η μερική τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών αναμένεται να έχει ορισμένες ανοδικές δευτερογενείς επιπτώσεις στον πυρήνα του πληθωρισμού. Συνολικά, ο πληθωρισμός προβλέπεται να επιβραδυνθεί στο 4,2% το 2023 και στο 2,5% το 2024.

Υγιή τα δημόσια οικονομικά

Όσον αφορά τις δημοσιονομικές επιδόσεις, σημειώνεται ότι ήταν ισχυρότερες από τις αναμενόμενες το 2021 και το 2022, υποστηριζόμενες από την οικονομική ανάκαμψη. Το 2022, το δημοσιονομικό ισοζύγιο προβλέπεται να μετατραπεί σε πλεόνασμα, φθάνοντας το 1,1% του ΑΕΠ.

Τα κρατικά έσοδα αναμένεται να αυξηθούν έντονα το 2022 κατά 10,2%, υποστηριζόμενα από τον υψηλό πληθωρισμό. Αυτό αντισταθμίζεται οριακά μόνο από την αύξηση των δημοσίων δαπανών κατά 3,1%.

Η αύξηση των δημοσίων δαπανών παραμένει χαμηλή λόγω της σταδιακής κατάργησης των μέτρων στήριξης που σχετίζονται με τον COVID-19 που χορηγούνται σε εταιρείες και εργαζόμενους.

Το κόστος των μέτρων για τον μετριασμό των επιπτώσεων των υψηλών τιμών της ενέργειας, κυρίως της μείωσης της έμμεσης φορολογίας και των επιδοτήσεων στους λογαριασμούς ενέργειας, υπολογίζεται στο 0,7% του ΑΕΠ το 2022.

Για το 2023, τα δημόσια έσοδα προβλέπεται να αυξηθούν με βραδύτερο ρυθμό, αντανακλώντας την επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας.

Ωστόσο, το δημοσιονομικό πλεόνασμα προβλέπεται να φθάσει περίπου στο 1,1% του ΑΕΠ το 2023 και στο 1,6% το 2024.

Το γενικά αμετάβλητο δημοσιονομικό πλεόνασμα το 2023, παρά την οικονομική επιβράδυνση, οφείλεται στην προβλεπόμενη μείωση του κόστους των μέτρων για τον μετριασμό του αντικτύπου των υψηλών τιμών της ενέργειας στο 0,1% του ΑΕΠ, καθώς πολλά από αυτά πρόκειται να λήξουν μέχρι το τέλος του 2022.

Ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί τα επόμενα χρόνια λόγω της αναμενόμενης αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ και των πρωτογενών πλεονασμάτων. Προβλέπεται να φθάσει στο 89,6% μέχρι το τέλος του 2022 και να υποχωρήσει περαιτέρω στο 84,0% και 77,7% το 2023 και το 2024, αντίστοιχα.

Νέες προκλήσεις για την οικονομία της ΕΕ 

Όσον αφορά την οικονομία της ΕΕ, η Κομισιόν κάνει λόγο για μια νέα φάση με περισσότερες προκλήσεις μετά από την ισχυρή ανάπτυξη που καταγράφηκε κατά το πρώτο μισό του 2022, καθώς η ΕΕ παραμένει ιδιαίτερα ευάλωτη στις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας και της εξάρτησης από τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου.

Ως αποτέλεσμα της ενεργειακής κρίσης και της μείωσης της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, σημειώνεται, αν και η ανάπτυξη κατά το 2022 αναμένεται καλύτερη από ό,τι είχε προβλεφθεί αρχικά, το 2023 αναμένεται μικρότερη ανάπτυξη και περισσότερος πληθωρισμός σε σχέση με τις Ενδιάμεσες Θερινές Προβλέψεις της Κομισιόν.

«Η οικονομία της ΕΕ έχει επιδείξει μεγάλη ανθεκτικότητα» στις επιπτώσεις της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, ανέφερε ο Επίτροπος Οικονομικών Πάολο Τζεντιλόνι, κάτι που όπως είπε οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στις αποφάσεις που λήφθηκαν από την αρχή της πανδημίας.

«Ωστόσο, οι αυξανόμενες τιμές ενέργειες και ο καλπάζων πληθωρισμός έχουν συνέπειες και τώρα αντιμετωπίζουμε μια περίοδο γεμάτη προκλήσεις τόσο σε κοινωνικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο», πρόσθεσε ο κ. Τζεντιλόνι, επισημαίνοντας πως οι σημερινές προβλέψεις διέπονται από στοιχεία αβεβαιότητας, αλλά δηλώνοντας βέβαιος πως αν η Ευρώπη σταθεί ενωμένη θα μπορέσει να διαχειριστεί τις προκλήσεις.

Σύμφωνα με τις Φθινοπωρινές Προβλέψεις, αναμένεται πως η ανάπτυξη του ΑΕΠ για το σύνολο του 2022 θα κινηθεί στο 3,3% στην ΕΕ και στο 3,2% στην ευρωζώνη, αρκετά ψηλότερα από το 2,7% που καταγραφόταν στις Ενδιάμεσες Θερινές Προβλέψεις.

Ωστόσο, λόγω των προκλήσεων, αναμένεται πως η ανάπτυξη του ΑΕΠ θα κινηθεί στο 0,3% το 2023 σε ΕΕ και Ευρωζώνη.

Το 2024 προβλέπεται πως η ανάπτυξη θα αρχίσει ξανά να αναπτύσσει δυναμική, με μέσο όρο 1,6% στην ΕΕ και 1,5% στην ευρωζώνη.

Όσον αφορά τον πληθωρισμό, η ετήσια πρόβλεψη για το 2022 κινείται στο 9,3% για την ΕΕ και 8,5% για την ευρωζώνη. Το 2023 αναμένεται πτώση του πληθωρισμού, ο οποίος και πάλι θα βρίσκεται σε υψηλά ποσοστά (7,0% στην ΕΕ, 6,1% στην ευρωζώνη), πριν μετριαστεί το 2024 (3,0% και 2,6% αντίστοιχα). Σε σύγκριση με τις Θερινές Προβλέψεις, οι προβλέψεις αυτές είναι κατά μια ποσοστιαία μονάδα υψηλότερες για το 2022 και κατά δύο μονάδες για το 2022.

Η ανεργία αναμένεται να αναπτυχθεί κατά 1,8% στην ΕΕ κατά το 2022 στο σύνολό του, να παραμείνει σταθερή το 2023 και να αυξηθεί ελαφρά κατά 0,4% το 2024.

Ο δείκτης ανεργίας για την ΕΕ προβλέπεται στο 6,2% το 2022, στο 6,5% το 2023 και στο 6,4% το 2024.

Της Γεωργίας Χαννή