Το Υπουργείο Οικονομικών με τα σημερινά δεδομένα, διατηρεί τον έλεγχο και δεν φαίνεται να απειλείται η δημοσιονομική σταθερότητα ή βιωσιμότητα λόγω της ουκρανικής κρίσης, παρά τις μακροοικονομικές πιέσεις, εκτιμά το Δημοσιονομικό Συμβούλιο.
Όπως σημειώνει σε ανακοίνωσή του, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα σε σχέση με την παγκόσμια οικονομία και ειδικότερα με την οικονομία της Κύπρου, τα οποία συνεχίζουν να αξιολογούνται δεόντως από τα αρμόδια Υπουργεία και Υφυπουργεία της Δημοκρατίας.
«Είναι σαφές πως, πέρα από τις επιπτώσεις στον τουρισμό και στις τιμές καυσίμων, και παρά την σταθεροποίηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας του Ευρώ μετά τις πρώτες πιέσεις, θα πρέπει να αναμένεται γενικευμένη ενίσχυση των πληθωριστικών τάσεων στην οικονομία και ο δομικός πληθωρισμός αναμένεται να καταγράψει νέα αύξηση. Ήδη, πέρα από τους υδρογονάνθρακες, καταγράφονται αυξήσεις σε αρκετά αγαθά πρώτης ανάγκης, καθώς και κάποιες πιέσεις στα ναύλα», τονίζεται.
Ταυτόχρονα, επισημαίνεται, τα διεθνή χρηματιστήρια δέχονται πιέσεις και τα κρατικά ομόλογα τείνουν να αποτελέσουν καταφύγιο των επενδυτών, όπως διαφαίνεται από τις γενικευμένες μειώσεις των αποδόσεων, συμπεριλαμβανομένων, εν μέρει, και των κυπριακών ομολόγων. «Σαφείς τάσεις δεν έχουν, ωστόσο, διαμορφωθεί ακόμα. Είναι επιπλέον αυξημένο ουσιαστικά το πιστωτικό ρίσκο, τόσο λόγω της ρωσικής εισβολής όσο και εξ αιτίας των περιβαλλοντικών αλλαγών», αναφέρεται.
Όπως σημειώνει, η εμπόλεμη κατάσταση στην Ουκρανία οδηγεί σε αύξηση του δομικού πληθωρισμού με προφανείς αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη της οικονομίας. Μέσα σε αυτά τα δεδομένα, το Δημοσιονομικό Συμβούλιο αναγνωρίζει την ανάγκη για λήψη μέτρων, με προτεραιότητα στα νοικοκυριά και δη τις ευάλωτες ομάδες.
Γίνεται ταυτόχρονα κατανοητή η ανάγκη για στήριξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες αντιμετωπίζουν αύξηση στις τιμές, συνεχιζόμενες αναταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα και στην αλυσίδα παραγωγής καθώς και αυξήσεις σε ναύλα, πρώτες ύλες, ενδιάμεσα αγαθά και πολλές υπηρεσίες.
«Η όποια στήριξη των νοικοκυριών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα μπορούσε να γίνει με συγκεκριμένους αποδέκτες και μέσα από κονδύλι το οποίο να υπολογίζεται ως ποσοστό επί της αύξησης των εσόδων του κράτους που προκύπτει από τις τιμές των καυσίμων και δη τον ΦΠΑ. Έτσι, θα μπορεί να αυξηθεί το ποσό στήριξης επιλεγμένων και στοχευμένων δικαιούχων, με εκ των προτέρων δοτό και συγκεκριμενοποιημένο δημοσιονομικό κόστος», τονίζεται.
«Η συνεχιζόμενη επίθεση στην Ουκρανία επηρεάζει ταυτόχρονα και τις ανάγκες της Δημοκρατίας να συνεχίσει στην δεδηλωμένη πορεία μείωσης των ρύπων της καθώς φέρνει στο προσκήνιο ακόμα πιο έντονα την ούτως ή άλλως σοβαρή ανάγκη διασφάλισης της ενεργειακής ασφάλειας του τόπου. Ταυτόχρονα, η μείωση των ρύπων δεν αποτελεί μόνο υποχρέωση της Δημοκρατίας, αλλά και ανάγκη εν όψει των οικονομικής φύσης απειλών που συνεχίζουν να σοβούν», προστίθεται.
Σύμφωνα με τα συμβούλιο, καταβάλλονται εδώ και μερικά χρόνια μεγάλες και δαπανηρές προσπάθειες για μείωση των ρύπων εντός της Δημοκρατίας, προώθηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση του τόπου. Αυτές οι προσπάθειες θα πρέπει να ενταθούν στο επόμενο διάστημα.
«Πρέπει επομένως να αποφευχθούν οι όποιες οριζόντιες μειώσεις στους φόρους που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τους ρύπους, επειδή είναι αντίθετες με τις Βέλτιστες Πρακτικές, αντιπαραγωγικές ως προς το επιθυμητό αποτέλεσμα και αντίθετες προς σειρά από άλλες πρακτικές, πολιτικές και δαπάνες του κράτους. Γενικότερα τα οριζόντια μέτρα χωρίς διακρίσεις πρέπει να αντιμετωπίζονται ως στρεβλά, σπάταλα και αναποτελεσματικά».
«Η όποια ανακούφιση των μεγαλύτερων επιχειρήσεων θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη πως αυτές έχουν ούτως ή άλλως υποχρέωση να μειώσουν στο επόμενο διάστημα το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα. Αυτή η υποχρέωση, όχι μόνο δεν αναβάλλεται αλλά αντίθετα εντείνεται μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία και τις επιπτώσεις που αυτός έχει στην οικονομία. Έτσι, μειώσεις, λόγου χάριν, στους φόρους τους και δη εκείνους που αφορούν σε ρύπους, θα ισοδυναμούσε με αντικίνητρο για συμπεριφορές τις οποίες θα πρέπει να υιοθετήσουν και θα αποτελούσε προσέγγιση με μακροπρόθεσμο κόστος. Επιπλέον, η στήριξη θα μπορούσε να λάβει μορφές που είναι πιο αποτελεσματικές και οι οποίες θα προωθούν την πράσινη μετάβαση η οποία αποτελεί σημαντική πρόκληση για την Κύπρο, π.χ. με την επιτάχυνση της απόσβεσης για εισαγωγή ΑΠΕ (φωτοβολταϊκά), ή επιλεγμένες και συγκεκριμένες φοροαπαλλαγές για συγκεκριμένες επενδύσεις.
Με δεδομένη, όμως, την γενικευμένη αβεβαιότητα που επικρατεί, κρίνεται ως σωστή η πρόθεση του Υπουργείου Οικονομικών να μην προχωρήσει σε αύξηση των φόρων σε ρύπους στο παρόν στάδιο.
Σημειώνεται ότι όσον αφορά σε συγκεκριμένους τομείς της οικονομίας, και κυρίως στον τουρισμό, η κατάσταση στην Ουκρανία θα πρέπει να συνεχίσει να τυγχάνει στενής παρακολούθησης καθώς οι επιπτώσεις αναμένεται να είναι σημαντικές σε μια βιομηχανία η οποία έχει ήδη πληγεί τα τελευταία δύο χρόνια από την μείωση των δραστηριοτήτων της.
Σημαντικό στοιχείο, εκτιμά, θα αποτελέσει ο μετριασμός των επιπτώσεων από εναλλακτικές πηγές τουρισμού που αναζητούνται σήμερα, ενώ και η πιστωτική υγεία των τουριστικών μονάδων πρέπει να τύχει προσεκτικής παρακολούθησης τις επόμενες εβδομάδες.
Άμεση έκθεση στη Ρωσική Ομοσπονδία και το ρούβλι
Σημειώνεται πως η Κυπριακή Δημοκρατία δεν είναι εκτεθειμένη στο ρούβλι ή σε ρωσικό κρατικό χρέος και πως επιπτώσεις από τη συγκεκριμένη παράμετρο δεν αναμένονται.
Αντίστοιχα, σημειώνεται η μείωση της έκθεσης του τραπεζικού συστήματος σε Ρώσους πολίτες την τελευταία δεκαετία, τόσο σε επίπεδο πιστώσεων όσο και σε επίπεδο καταθέσεων και αναμένεται πως από την συγκεκριμένη παράμετρο δεν αναμένονται σημαντικές επιπτώσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Όπως είναι σαφές, όμως, το συνολικό πιστωτικό ρίσκο (credit risk) είναι πλέον αυξημένο και το ενδεχόμενο πιστωτικής συρρίκνωσης είναι υπαρκτό.
Στενή πρέπει να συνεχίσει να είναι επίσης η παρακολούθηση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων, όπου ενδέχεται να παρουσιαστούν ακόμα και ευκαιρίες, υπό προϋποθέσεις. Οι αποφάσεις της ΕΚΤ θα έχουν επίσης σημαντικό αντίκτυπο, ιδιαίτερα υπό το πρίσμα των προθέσεων της Fed να αυξήσει τα επιτόκια στις ΗΠΑ. Δεν θα ήταν ωστόσο σοφή η οποιαδήποτε οριζόντια και βεβιασμένη κίνηση και δη οποιαδήποτε κίνηση που να βαίνει σε βάρος της Πράσινης Μετάβασης της Κύπρου, η οποία καθίσταται πλέον ακόμα πιο επείγουσα ανάγκη μετά και τις εξελίξεις που σχετίζονται με την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Το Συμβούλιο θα συνεχίσει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στην Ουκρανία, καθώς η σημερινή αβεβαιότητα δεν δικαιολογεί εφησυχασμό σε σχέση με τις μακροοικονομικές της επιπτώσεις.