Παρόμοιες υγιείς πορείες ακολουθούν οι μεγάλες τράπεζες σε Κύπρο και Ελλάδα με περαιτέρω ισχυροποίηση των ισολογισμών τους.
Τα οικονομικά αποτελέσματα ενιαμήνου 2024, δείχνουν μια σταθερή ανοδική πορεία για τις δύο μεγαλύτερες τράπεζες της Κύπρου, αλλά και για τις τέσσερεις μεγαλύτερες του ελλαδικού χώρου.
Ισχυρή κερδοφορία
Αυτό οφείλεται κυρίως στη συνέχιση της αύξησης των καθαρών εσόδων από τόκους που αποτελούν την κύρια πηγή εσόδων τους, παρόλο που η μείωση των επιτοκίων που παρουσιάστηκε κατά τη διάρκεια του έτους άρχισε να ασκεί πίεση στον τομέα αυτό.
Παρόλο που στον ελλαδικό χώρο τα ποσοστά καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου ήταν κάπως χαμηλότερα από αυτά στην Κύπρο (περίπου 2,8% με 3,4% αντίστοιχα), οι τρείς από τις τέσσερεις ελληνικές τράπεζες, κατάφεραν να αυξήσουν τα καθαρά έσοδα από τόκους με σχετικά γοργούς ρυθμούς (7% - 14%) σε σύγκριση με 9% - 20% για τις δύο κυπριακές.
Η Alpha Ελλάδος υστέρησε σε αυτό τον τομέα με αύξηση μόνο 2%, αλλά κατάφερε να συγκρατήσει τα έξοδα της στα ίδια επίπεδα με τον προηγούμενο χρόνο, όπως και η τράπεζα Πειραιώς, που κατάφερε να βελτιώσει και αυτή τον δείκτη εξόδων προς έσοδα, ενώ οι άλλες τράπεζες είδαν το εξοδολόγιο τους να αυξάνεται κατά 5% - 11%.
Με τις προβλέψεις για μη εξυπηρετούμενα δάνεια να είναι μειωμένες κατά 20%-50%, όλες οι υπό εξέταση τράπεζες με εξαίρεση την Alpha Ελλάδος (-2%) πέτυχαν αξιοσημείωτες αυξήσεις στα καθαρά τους κέρδη ύψους 15%-53%.
Υγιείς Ισολογισμοί
Όσον αφορά τις καταθέσεις, οι τράπεζες κινήθηκαν σε εύρος μεταβολών από το -3% της Ελληνικής, στο 5,8% της Eurobank Ελλάδος (εξαιρουμένης της Ελληνικής Τράπεζας).
Στα ανακοινωθέντα αποτελέσματα η Eurobank Ελλάδος ενοποιεί πλήρως την Ελληνική Τράπεζα μετά την εξαγορά της, οπόταν η σχετική αύξηση παρουσιάζεται στα 30%.
Παρομοίως, το ύψος των δανείων μετά τις σωρευτικές προβλέψεις για μη εξυπηρετούμενα δάνεια μεταβλήθηκε από -2% (Ελληνική) μέχρι 5,6% (Eurobank Ελλάδος εξαιρουμένης της Ελληνικής).
Οι σχεδόν ταυτόσημες μεταβολές καταθέσεων και δανείων για την κάθε τράπεζα, είχαν ως αποτέλεσμα τη διατήρηση του δείκτη δανείων προς καταθέσεις στα ίδια επίπεδα με την προηγούμενη χρονιά.
Ο εν λόγω δείκτης δείχνει τη μεγάλη βελτίωση που παρουσίασαν οι τράπεζες και στις δύο χώρες τα τελευταία χρόνια, αφού πλέον έχουν ξεφύγει από το καθεστώς υπέρ-δανεισμού.
Η μεθοδική προσπάθεια αποξένωσης προβληματικών δανείων της τελευταίας δεκαετίας έχει φέρει τις τράπεζες σε ένα σχετικά καλό επίπεδο στον δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs), ο οποίος όμως εξακολουθεί να είναι ψηλότερος από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης του 1,92%.
Αυτό καταδεικνύει ότι και οι Κυπριακές και οι Ελληνικές τράπεζες, θα πρέπει να συνεχίσουν τις προσπάθειες εξυγίανσης του δανειακού τους χαρτοφυλακίου.
Πάντως τα σχετικά ψηλά επίπεδα του δείκτη κάλυψης των μη εξυπηρετούμενων δανείων προοιωνίζουν συνέχιση της μείωσης των ετήσιων σχετικών προβλέψεων, γεγονός που θα έχει θετική επίδραση στα καθαρά κέρδη.
Η σχετικά υγιής τωρινή κατάσταση των τραπεζών καταδεικνύεται από τα ψηλά επίπεδα του δείκτη κοινών μετοχών (CET1) στα οποία βρίσκονται, επίπεδα αρκετά πιο πάνω από τα ελάχιστα που απαιτούνται.
Αυτό προσφέρει στις τράπεζες τη δυνατότητα να απορροφήσουν σχετικά ανώδυνα πιθανούς μελλοντικούς κραδασμούς.
Χρηματιστηριακή αξία
Με βάση τη λογιστική αξία της κάθε μετοχής και τις τελευταίες τιμές κλεισίματος στα χρηματιστήρια, ο λόγος τιμής προς λογιστική αξία είναι μικρότερος της μονάδας, εκτός της Ελληνικής, της οποίας η τιμή μετοχής της αυξήθηκε σημαντικά λόγω της εξαγοράς της.
Προοπτικές
Οι νέες μειώσεις επιτοκίων στις οποίες αναμένεται να προβεί κατά το νέο έτος η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), αναμφίβολα θα ασκήσουν αρνητικές πιέσεις στα καθαρά έσοδα από τόκους των τραπεζών, με ανάλογες προκλήσεις στην κερδοφορία τους.
Όμως οι ευνοϊκές οικονομικές συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα και στην Κύπρο, με την οικονομική δραστηριότητα να αναπτύσσεται με ρυθμούς υψηλότερους από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτι που προβλέπεται να συνεχιστεί και κατά το 2025, δίνουν την ελπίδα διατήρησης της κερδοφορίας σε ικανοποιητικά επίπεδα.
Με ενδιαφέρον αναμένονται οι εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα μετά την εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας από την Eurobank Ελλάδος, κίνηση που καθιστά την τελευταία τη μεγαλύτερη πλέον τράπεζα στον ελλαδικό και κυπριακό χώρο, όπως δείχνουν τα ενοποιημένα της αποτελέσματα, σε όλα τα βασικά μεγέθη όπως καταθέσεις, δάνεια και συμφέρον μετόχων.