Μπορεί η Κύπρος να εξάγει τεχνολογία made in Cyprus;
Όλοι σήμερα αναγνωρίζουν τον ρόλο και τη σημασία της τεχνολογίας για εκσυγχρονισμό του κυπριακού κράτους και βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους πολίτες.
Γι’ αυτό και βλέπουμε διαρκώς την προκήρυξη και κατακύρωση διαγωνισμών προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση. Πρόσφατα, για παράδειγμα, το Υπουργείο Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας υπέγραψε συμφωνία για δημιουργία ενός ολοκληρωμένου Συστήματος Διαχείρισης Εκπαιδευτηρίων που θα βελτιώσει και θα επιταχύνει τις μαθησιακές και τις διοικητικές διαδικασίες. Επίσης, το Σεπτέμβριο υπογράφηκε συμφωνία για τη δημιουργία του λεγόμενου e-Law στη Νομική Υπηρεσία.
Σίγουρα πρόκειται για δράσεις προς την ορθή κατεύθυνση όσον αφορά την αναβάθμιση των διαφόρων δημόσιων υπηρεσιών.
Θα μπορούσε για παράδειγμα τέτοια έργα να είναι μέρος της στρατηγικής του κράτους για να παραχθεί κυπριακό IP, να ευνοηθεί περισσότερο το εγχώριο οικοσύστημα τεχνολογίας η ανάπτυξη του οποίου θεωρητικά αποτελεί ένα από τους στόχους της πολιτείας; Η απάντηση είναι: Ναι θα μπορούσε. Αν οι προσφορές για τέτοια έργα δεν απέκλειαν στις πλείστες των περιπτώσεων τις κυπριακές εταιρείες. Και εξηγούμε: Οι δημόσιοι διαγωνισμοί, (ειδικά σε θέματα πληροφορικής) κατά 99% έχουν ως προαπαιτούμενο ο ενδιαφερόμενος να έχει παρόμοια εμπειρία ή να έχει υλοποιήσει αντίστοιχο έργο για κάποιον άλλο φορέα. Διαχρονικά και αποδεδειγμένα, για τέτοιου είδους έργα οι κυπριακές εταιρείες πληροφορικής ανατρέχουν σε «συνεργάτες» από το εξωτερικό οι οποίοι έχουν υλοποιήσει αντίστοιχο έργο σε άλλη χώρα.
Εν ολίγοις, ηθελημένα ή ακούσια, η Κυπριακή Δημοκρατία εκπέμπει το μήνυμα ότι δεν εμπιστεύεται τις κυπριακές εταιρείες για την υλοποίηση τέτοιου είδους συμβάσεων. Κι ας διατυμπανίζει ότι στην Κύπρο υπάρχει άριστα καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό και ότι στόχος είναι η χώρα μας να καταστεί διεθνής κόμβος τεχνολογίας. Δεν λέμε να μην ακολουθούνται οι νομοθεσίες των δημοσίων συμβάσεων, το αντίθετο. Αλλά να προσδιορίσουν τέτοια ποιοτικά και ποσοτικά κριτήρια ώστε από τη μία να διασφαλίζεται η ποιότητα του έργου και από την άλλη να μπορούν κυπριακές εταιρείες ή κοινοπραξίες να αναπτύξουν τις δικές τους λύσεις.
Με τέτοιες πρακτικές, το εγχώριο τεχνολογικό οικοσύστημα δύσκολα θα αναπτυχθεί και θα ανταγωνιστεί τις διεθνείς εταιρείες του τομέα. Άρα, πως θα εδραιωθεί το κυπριακό καθεστώς πνευματικής ιδιοκτησίας ώστε όχι μόνο να αναπτυχθεί εγχώρια αλλά να είναι σε θέση οι κυπριακές εταιρείες να εξάγουν υπηρεσίες και άδειες χρήσης διεθνώς; Γιατί να δίνουμε φορολογικά κίνητρα σε εταιρείες του εξωτερικού να μεταφέρουν το IP τους στην Κύπρο και όχι σε κυπριακές εταιρείες να αναπτύξουν το δικό τους; Ακόμα και από οικονομικής πλευράς να το δούμε, περίπου το 80% των χρημάτων από αυτές τις συμβάσεις εν τέλει καταλήγουν στο εξωτερικό, άρα το διαχρονικά ιδιαίτερα αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο επιδεινώνεται περαιτέρω.
Εμείς θέτουμε το απλό ερώτημα: Δεν θα μπορούσαν κυπριακές εταιρείες, οι οποίες αποδεδειγμένα έχουν την τεχνογνωσία και τις υποδομές, να υλοποιήσουν τέτοιου είδους έργα στα πλαίσια των δημοσίων συμβάσεων; Έτσι, όχι μόνο στηρίζεται η εγχώρια οικονομία αλλά επίσης ενδυναμώνεται ένας τομέας με τεράστιες προοπτικές, ενώ δημιουργούνται και οι βάσεις για επιπρόσθετα μελλοντικά έσοδα από την εμπορική εκμετάλλευση του λογισμικού που θα αναπτυχθεί στο εσωτερικό. Φανταστείτε λοιπόν αν για όλα τα έργα πληροφορικής του δημοσίου, οι κυπριακές επιχειρήσεις είχαν αναπτύξει κυπριακό λογισμικό. Σίγουρα ο δημόσιος και ευρύτερος δημόσιος τομέας δεν θα λειτουργούσε κατά 90% με λύσεις τεχνολογίας από το εξωτερικό και σίγουρα θα είχαμε εταιρείες με εξαγωγικό χαρακτήρα να πουλάνε άδειες χρήσεις και υπηρεσίες για λύσεις όπως School Management System, Διαχείριση λιμανιών, κλπ.
Αν λοιπόν το ίδιο το κυπριακό κράτος δεν δίνει την ευκαιρία στις κυπριακές επιχειρήσεις να ανταγωνιστούν και να μεγαλώσουν, τότε πως μπορούμε να αναμένουμε ότι θα τις εμπιστευτούν σε άλλες χώρες; Μιας και βρισκόμαστε σε περίοδο προετοιμασίας των προεκλογικών προγραμμάτων των υποψήφιων προέδρων, εμείς θα τους ενθαρρύναμε να εξετάσουν τα συγκεκριμένα ζητήματα και να αναλογιστούν το μέλλον της χώρας βλέποντας τη μεγαλύτερη εικόνα και τη μακροχρόνια ανάπτυξή της. Η Κύπρος μπορεί να καταστεί κόμβος τεχνολογίας όχι μόνο μέσω της προσέλκυσης και εγκαθίδρυσης ξένων εταιρειών αλλά πολύ περισσότερο μέσω της ανάπτυξης των εγχώριων εταιρειών του τομέα.
Συνιδρυτή της Gain Venture Studios.